Δευτέρα 15 Ιανουαρίου 2024

Αγίου Παϊσίου του Αγιορείτου: Περί θολογίας και θεολόγοων

 


ΑΓΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

ΠΕΡΙ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΩΝ

Θεολογία είναι ο λόγος του Θεού, που συλλαμβάνεται από τις αγνές, τις ταπεινές και αναγεννημένες πνευματικά ψυχές, και όχι τα όμορφα λόγια του μυαλού, που φτιάχνονται με φιλολογική τέχνη και εκφράζονται με το νομικό ή κοσμικό πνεύμα.

Τα φτιαχτά λόγια δεν μπορούν να μιλήσουν στην ψυχή του ανθρώπου, όπως δεν μπορεί να μιλήση ένα όμορφο άγαλμα, έκτος εάν οι ακροατές είναι πολύ κο­σμικοί και ευχαριστούνται απλώς από τις όμορφες κουβέντες.

Η θεολογία που διδάσκεται σαν επιστήμη, συνή­θως εξετάζει τα πράγματα ιστορικά, και επόμενο είναι να τα καταλαβαίνη εξωτερικά και, επειδή λείπει η Πατερική άσκηση, τα εσωτερικά βιώματα, είναι γεμά­τη από αμφιβολίες και ερωτηματικά, διότι με το μυα­λό δεν μπορεί να καταλάβη κανείς τις θείες ενέργειες, εάν δεν ασκηθή πρώτα να τις ζήση, για να ενεργήση μέσα του η Χάρις του Θεού.

Όποιος νομίζει ότι μπορεί να γνωρίση τα μυστή­ρια του Θεού με την εξωτερική επιστημονική θεωρία, μοιάζει με ανόητο που θέλει να ιδή τον Παράδεισο με το τηλεσκόπιο.

Όσοι ασκούνται Πατερικά, γίνονται πρακτικοί θεολόγοι με την επίσκεψη της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Όσοι από αυτούς έχουν και την εξωτερική μόρφωση, εκτός από την εσωτερική της ψυχής, μπορούν να περιγράφουν τα θεία μυστήρια και να ερμηνεύουν σωστά, όπως έκαναν πολλοί Άγιοι Πατέ­ρες.

Εάν όμως δεν συγγενέψη κανείς με τους Αγίους Πατέρες και θελήση να μεταφράση ή να γράψη, θα αδικήση και τους Αγίους και τον εαυτό του και τον κό­σμο με την πνευματική του θολούρα.

Ούτε πάλι είναι σωστό να θεολογή κανείς με ξέ­νες Θεολογίες, διότι αυτό μοιάζει με στείρο άνθρωπο που υιοθετεί ξένα παιδιά και τα παρουσιάζει μετά για δικά του και παριστάνει τον πολύτεκνο πατέρα. Οι Άγιοι Πατέρες έβγαζαν από την καρδιά τους τον θείο λόγο ή τις εμπειρίες τους από τις πνευματικές μάχες εναντίον του κακού και από τα πυρά των πειρασμών, τις οποίες ομολογούσαν ταπεινά ή έγραφαν, για να βοηθήσουν εμάς τους μεταγενεστέρους, από αγάπη, την οποία αγάπη δεν κρατούσαν ποτέ για τον εαυτό τους, όπως και την ταπείνωση και όλα τα χαρίσματα του Θεού τα αναγνωρίζανε ότι είναι του Θεού.

Όσοι παρουσιάζουν τα χαρίσματα του Θεού για δικά τους, είναι οι πιο αναιδείς του κόσμου και οι πιο άδικοι, διότι αδικούν τον Θεό και περισσότερο τον ί­διο εαυτό τους, επειδή γίνονται τότε αιτία να στερη­θούν την θεία Χάρη, για να μην κριθούν περισσότερο αχάριστοι και για να μην γκρεμισθούν από την μεγά­λη τους κενοδοξία.

Εκείνοι που ευγνωμονούν τον Θεό για όλα και ό­λο παρακολουθούν τον εαυτό τους ταπεινά, και με κα­λοσύνη παρακολουθούν τα πλάσματα και τα δημιουρ­γήματα του Θεού θεολογώντας, γίνονται οι πιο πιστοί Θεολόγοι, και αγράμματοι να είναι, όπως οι αγράμματοι βοσκοί που παρακολουθούν στην ύπαιθρο μέρα- νύχτα τον καιρό και γίνονται καλοί μετεωρολόγοι.

Όσοι ζουν απλά, με καλοσύνη και καλούς λογι­σμούς και απέκτησαν την εσωτερική απλότητα και καθαρότητα, βλέπουν και τα υπερφυσικά πράγματα πολύ απλά, σαν φυσικά, διότι στον Θεό όλα απλά εί­ναι, και δεν χρησιμοποιεί μεγαλύτερη δύναμη για τα υπερφυσικά και μικρότερη για τα φυσικά, αλλά την ί­δια δύναμη για όλα. Γιατί όλα στον Θεό είναι πολύ απλά, όπως και ό ίδιος είναι πολύ απλός, και μας το φανέρωσε ο Υιός Του επί της γης με την Αγία Του απλότητα!!!

Όταν προηγηθή η καθαρότητα στον άνθρωπο, και έλθη η απλότητα με την θερμή της πίστη και την ευλάβεια, τότε πια φιλοξενείται μέσα μας η Αγία Τριά­δα, και με τον θείο εκείνο φωτισμό εύκολα βρίσκει κανείς τα κλειδιά των θείων νοημάτων, για να ερμηνεύση το Πνεύμα του Θεού με πολύ απλό και φυσιο­λογικό τρόπο, χωρίς διανοητικό πονοκέφαλο.

Ανάλογα φυσικά με την καθαρότητα ή την πονη­ριά που διαθέτει κανείς, κάνει και τις ερμηνείες του και ανάλογα ωφελείται ή βλάπτεται, ωφελεί ή βλά­πτει. Πολλές φορές βλάπτει κανείς και με την απειρία του ακόμη, από καλή διάθεση κινούμενος παραδείγ­ματος χάρη: να μην ξέρη ότι υπάρχει και άσπρο κρα­σί και να ρίχνη κόκκινη μπογιά, δήθεν για να γίνη καλό, και να δηλητηριάζη τον κόσμο. Αλλά και απειρία να μην έχη ή πονηριά, αλλά ανθρώπινη δικαιοσύ­νη και λογική, πάλι θα αδικήση το Πνεύμα του Θεού, και επόμενο είναι τότε να αδικήση τον εαυτό του και τους άλλους.

Με την ανθρώπινη λογική και δικαιοσύνη, βλέ­πουμε και τους εργάτες του Ευαγγελίου της πρώτης και τρίτης ώρας να διαμαρτύρωνται, νομίζοντας ότι αδικήθηκαν. Ενώ ο Καρδιογνώστης Θεός, με την λε­πτότητα της θείας Του δικαιοσύνης, πλήρωσε και την αγωνία των εργατών της ενδεκάτης ώρας, μέχρι την ώρα που βρήκαν δουλειά, και έπαψε η αγωνία τους, – αν και από την θεία Του δικαιοσύνη, που είναι γε­μάτη από ευσπλαχνία και αγάπη, θα έδινε και περισ­σότερο μισθό στους εργάτες της ενδεκάτης, διότι οι καημένοι υπέφεραν πολύ ψυχικά και κουράστηκαν πε­ρισσότερο από τους άλλους εργάτες που κουράστη­καν σωματικά περισσότερες ώρες. Αλλά που να χωρέσουμε εμείς οι ταλαίπωροι άνθρωποι αυτήν την θεία Του δικαιοσύνη μέσα στο περιορισμένο μας μυαλό, ό­πως την άπειρη ευσπλαχνία Του μέσα στην περιορι­σμένη μας αγάπη; Γι’ αυτό και η αγάπη του Θεού πε­ριορίστηκε στο να δώση σε όλους τον ίδιο μισθό που συμφώνησε, για να μη σκανδαλίση περισσότερο αυτούς που αγαπούσαν τον εαυτό τους περισσότερο από τους άλλους. Και εάν τους είπε: «δεν σάς αδικώ τόσο συμφωνήσαμε…», εννοούσε ότι: «είμαι Αφεντικό με αρχοντική αγάπη και θεία δικαιοσύνη, την οποία δεν μπορείτε να καταλάβετε» και όχι ότι: «είμαι Αφεντι­κό και δεν υπολογίζω κανέναν», διότι ο Θεός είναι Πατέρας μας, και είμαστε παιδιά Του, και την Πατρι­κή Του αγάπη όλοι οι άνθρωποι την γνωρίζουν, που σταυρώθηκε για να μας λυτρώση και να μας αποκαταστήση πάλι στον Παράδεισο.

Εάν μπορούσαμε να βγαίναμε από τον εαυτό μας (από την αγάπη του εαυτού μας), θα βγαίναμε και από την έλξη της γης και τότε πια θα βλέπαμε όλα τα πράγματα στην πραγματικότητα με το θεϊκό μάτι, κα­θαρά και βαθιά. Γι’ αυτό απαραίτητο είναι το να βγη κανείς πρώτα έξω από τον κόσμο, στην έρημο, και να ασκηθή με ταπείνωση, με μετάνοια και προσευχή, να ερημωθή από τα πάθη του, να διώξη τις πνευματικές του σκουριές, να γίνη καλός αγωγός, για να δεχθή με­τά την θεία Χάρη, να γίνη πραγματικός Θεολόγος.

Εάν δεν ξεσκουριάση κανείς τα πνευματικά του καλώδια, συνέχεια βραχυκυκλωμένος θα είναι και γε­μάτος από κοσμικές θεωρίες και αμφιβολίες με ερωτηματικά. Τότε πια δεν θεολογούμε, αφού βρισκόμαστε σε κοσμική κατάσταση, αλλά φιλολογούμε ιστορικά ή τα εξετάζουμε νομικά και μαθηματικά. Δηλαδή, εάν τα καρφιά που κάρφωσαν τον Χριστό ήταν τρία ή τέσσερα, και πόσοι στρατιώτες ήταν, όταν σταύρωσαν τον Χριστό, και δεν προχωρούμε σ’ αυτό που έχει ση­μασία, ότι ο Χριστός σταυρώθηκε για τις δικές μας αμαρτίες, για να μας λυτρώση, και ότι υπέφερε περισ­σότερο από όλους τους Αγίους Μάρτυρας. Διότι εκείνους τους βοηθούσε θεϊκά, ενώ στον εαυτό Του δεν χρησιμοποίησε καθόλου θεϊκή δύναμη και υπέφερε τους φρικτούς πόνους από αγάπη, και τρυπήθηκαν και τα δύο Του χέρια και τα δύο Του πόδια. Εάν με ένα καρφί τρυπήθηκαν και τα δύο Του πόδια ή με δύο καρφιά, αυτό δεν έχει σημασία, μια που τρυπήθηκαν και τα δύο, και υπέφερε τους πόνους και ήπιε και την χολή, για να μας γλυκάνη ξανά στον Παράδεισο, αιώνια κοντά Του, σαν φιλόστοργος Πατέρας μας.



ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΙΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ – σελ. 127-131

Οι επιστολές αυτές γράφτηκαν από τον μακαριστό Γέροντα Παΐσιο και στάλθηκαν στο Ιερό Ησυχαστήριο του Ευαγγελιστού Ιωάννου του Θεολόγου. Οι επιστολές είχαν ετοιμαστή γι’ αυτήν την έκδοση λίγους μήνες πριν κοιμηθή ο Γέροντας, αλλά μας είπε να εκδοθούν μετά την κοίμηση του και να συμπεριληφθή και η διαθήκη του, η οποία προσεπικυρώνει και διασφαλίζει το γνήσιο και αναλλοίωτο των επιστολών.

Ιερόν Ησυχαστήριον
«Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος»
Κοίμησις της Θεοτόκου, 1994