Παρασκευή 15 Μαρτίου 2019

Ο Άγιος Παΐσιος για το θέμα της νηστείας πριν τη Θεία Κοινωνία

Επιστολή του Αγίου Παϊσίου σε πνευματικό του τέκνο

Εν Ι.Μ. Στομίου, τη 16-11-60 (;)
Εν Χριστώ αδελφέ Π, χαίρε εν Κυρίω πάντοτε.
Έλαβα την επιστολήν σας, αλλά δεν σας απήντησα αμέσως, διότι είχα σκοπόν να κατέβω για δουλειά στα Ιωάννινα και με την ευκαιρίαν να σας συναντήσω. Δυστυχώς όμως δεν κατόρθωσα, δι’ αυτό εθεώρησα καλόν να σας γράψω ολίγα σχετικά με τα γραφόμενά σας περί Μακράκη. Φυσικά, τον Μακράκην δεν εγνώρισα, αλλά έχω υπ’ όψιν μου τις φοβερές του πλάνες. Οπαδούς του δε έχω γνωρίσει πολλούς (πλανεμένους), εκ των οποίων είναι και ο κ.Χ.Κ., διά τον οποίον αναφέρει και το περιοδικόν «Αγιορειτική Βιβλιοθήκη», τον οποίον χτυπά και ο π. Φιλόθεος Ζερβάκος. Εκτός, αδελφοί μου, από το μεγάλο σκάνδαλον που έχει γίνει στο ζήτημα της θείας Κοινωνίας, που καθημερινώς ήθελε να κοινωνάει ενώ έτρωγε κρέας, σας κάνω γνωστήν και άλλην πλάνην του, που έκαμε προσευχήν στο ξενοδοχείον διά κάποιον ξένον διά να τον φωτίσει ο Θεός και άρχισε με το «Ευλογητός ο Θεός ημών πάντοτε νύν και αεί…». Τον ρωτά ο ξένος: «Μήπως είσθε ιερεύς;». Απαντά: «Και τι είναι οι ιερείς; Και τι είναι η Εκκλησία; Εγώ αισθάνομαι τον εαυτό μου άγγελον κ.λπ.». Ενώ εμείς οι μοναχοί που έχουμε το αγγελικόν σχήμα, αρχίζουμε με το «Δι’ ευχών των Αγίων Πατέρων», αυτοί με το «Ευλογητός ο Θεός» και αισθάνονται ανώτερον τον εαυτόν τους κ.λπ.

Διά το άλλο που μου γράφετε, ότι οι ιεροί κανόνες δεν αναφέρουν να γίνεται νηστεία προ της θείας Μεταλήψεως, δεν αμφιβάλλω, πλην όμως αναφέρουν ετοιμασία. Τί ετοιμασία διέταξε στον Μωυσή ο Θεός, όταν επρόκειτο να λάβει τας εντολάς; Εκτός από τα άλλα, δεν διέταξε και νηστεία; Όταν είχαν γίνει οι ιεροί κανόνες, ήτο στη μέση το μαρτύριον, γι’ αυτό και δεν καθόρισαν οι άγιοι Πατέρες νηστείαν, διότι περίμεναν τη, σειρά τους οι χριστιανοί διά το μαρτύριον, δίχως να ηξεύρουν ποια ημέρα. Δι αυτό και δεν έβαλαν νηστεία, διότι δεν ήτο εύκολον να νηστεύουν συνέχεια. Εκείνη την εποχή είχε πληρωθεί ο προφητικός λόγος του Δαβίδ «ότι ένεκά σου θανατούμεθα όλην την ημέραν, ελογίσθημεν ως πρόβατα σφαγής». «Μείζων πασών των αρετών εστίν η διάκρισις», λέγει ο όσιος Ισαάκ ο Σύρος. Αργότερον όμως η μαρτυρία του Μογίλα και του Κριτοπούλου αναφέρει νηστεία, την οποία η Ορθόδοξος Εκκλησία παραδέχεται. Πάντως, οι αγιορείται τους μακρακιστάς πολύ τους κυνηγούν, καθώς επεκράτησε να λέγουν: «Και άγιον αν ιδείς μακρακιστήν σε τοιχογραφία, να τον σβήσεις».
Σας τα έγραψα όλα αυτά, διά να γνωρίσετε και τον έσω άνθρωπόν μου, διότι εγώ συνηθίζω να λέγω ό,τι έχει η καρδιά μου. Όσον αφορά διά τας σχέσεις που έχει ο Α με τους μακρακιστάς, δεν γνωρίζω τον σκοπόν, διότι και ο Χίτλερ της Γερμανίας κατ’ αρχάς είχε σχέσεις με τους κομμουνιστάς διά να τους ξετρυπώσει όλους. Πάντως, εγώ τον πατέρα Α τον έχω μέσα στην καρδιά μου. Εύχομαι πάντα ο Θεός να φωτίζει όλον τον κόσμον και αυτούς, να έλθουν εις επίγνωσιν αλήθειας.
Τελειώνοντας σας στέλλω πολλάς ευχάς του Χριστού και της Παναγίας.
Ο εν Χριστώ αδελφός σας Παΐσιος, ο εν μοναχοίς ελάχιστος, αμαρτωλός

Πηγή: Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Διδαχές και Αλληλογραφία, σελ.265-267, εκδόσεις Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος, Μήλεσι 2007


Η Παναγία στέλνει στον Άγιο Παΐσιο έναν αφανή αναχωρητή του Άθωνα!

Όταν είχα έρθει στο Άγιον Όρος για πρώτη φορά, το 1950, ανεβαίνοντας από τα Καυσοκαλύβια για την Αγία Άννα, είχα χάσει τον δρόμο· αντί να πάρω τον δρόμο για την Σκήτη της Αγίας Άννης, προχώρησα για την κορυφή του Άθωνα. Αφού βάδισα αρκετά, κατάλαβα ότι πάω ψηλά και έψαχνα να βρω κανένα μονοπάτι να βγω σύντομα.
Άγιος Παΐσιος Αγιορείτης (1924-1994)
Επάνω λοιπόν σ’ αυτή την αγωνία μου, ενώ παρακαλούσα την Παναγία να με βοηθήση, ξαφνικά μου παρουσιάζεται ένας Αναχωρητής με φωτεινό πρόσωπο -θα ήταν γύρω στα εβδομήντα χρόνια- που έδειχνε από την ενδυμασία του να μην είχε επαφή με ανθρώπους. Φορούσε ένα ζωστικό σαν από καραβοπάνι, αλλά πολύ ξεθωριασμένο και κατατρυπημένο. Τις δε τρύπες τις είχε πιασμένες με ξύλινα σουβλιά, όπως πιάνουν οι γεωργοί τα τρύπια σακιά, όταν δεν έχουν σακοράφα και σπάγγο.
Είχε επίσης έναν τουρβά δερμάτινο, ξεθωριασμένο και τις τρύπες πιασμένες πάλι με τον ίδιο τρόπο. Στον λαιμό του είχε μια χονδρή αλυσίδα, που κρατούσε ένα κουτί μπροστά στο στήθος του. Φαίνεται είχε κάτι το ιερό!
Πριν λοιπόν τον ρωτήσω εγώ, μου είπε εκείνος:
– Παιδί μου, δεν πάει για την Αγία Άννα αυτός ο δρόμος, και μου έδειξε το μονοπάτι.
Απ’ όλο το παρουσιαστικό του φαινόταν Άγιος!
Ρώτησα μετά τον Ερημίτη:
– Πού μένεις, Γέροντα;
Κι εκείνος μου απήντησε:
– Κάπου εδώ, και μου έδειχνε την κορυφή του Άθωνα.
Επειδή είχα περιπλανηθή δεξιά και αριστερά, ψάχνοντας να βρω Γέροντα να με πληροφορή εσωτερικά, είχα ξεχάσει και τι ημέρα είναι και πόσο έχει ο μήνας. Ρώτησα λοιπόν τον Ερημίτη και μου είπε ότι ήταν Παρασκευή. Μετά έβγαλε ένα μικρό σακουλάκι δερμάτινο, το οποίο είχε μέσα κάτι ξυλάκια με χαρακιές, και από τις χαρακιές που είδε, μου είπε πόσο είχε ο μήνας.
Πήρα μετά την ευχή του, προχώρησα από το μονοπάτι που μου έδειξε και βγήκα στην Σκήτη της Αγίας Άννης. Ο νους μου όμως συνέχεια γύριζε στο φωτεινό πρόσωπο του Αναχωρητού, που ακτινοβολούσε. Αργότερα, όταν είχα ακούσει ότι υπάρχουν στην κορυφή του Άθωνα δώδεκα Αναχωρηταί – άλλοι έλεγαν επτά – είχα μπη σε λογισμούς και το είχα διηγηθή σε έμπειρους Γεροντάδες αυτό που είδα, οι όποιοι μου είπαν:
– Θα ήταν και αυτός ένας από τους Οσίους Αναχωρητάς που ζουν στην αφάνεια στην κορυφή του Άθωνα!
Από το βιβλίο του Αγίου Παϊσίου Αγιορείτη, «Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα», έκδοση του Ιερού Ησυχαστηρίου «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης.

Τετάρτη 13 Μαρτίου 2019

Άγιος Παΐσιος: Στις θλίψεις ο Θεός δίνει την αληθινή παρηγοριά by Χαράλαμπος Τσαβδαρίδης


Ο Θεός βλέπει από κοντά τις ταλαιπωρίες των παιδιών Του και τα παρηγορεί σαν καλός
Πατέρας. Γιατί, τι νομίζεις, θέλει να βλέπη το παιδάκι Του να ταλαιπωρήται; Όλα τα  βάσανά του, τα κλάματά του, τα λαμβάνει υπ’ όψιν Του και ύστερα πληρώνει. Μόνον ο Θεός δίνει στις θλίψεις την αληθινή παρηγοριά. Γι’ αυτό, άνθρωπος που δεν πιστεύει στην αληθινή ζωή, που δεν πιστεύει στον Θεό, για να Του ζητήση το έλεός Του στις δοκιμασίες που περνάει, είναι όλο απελπισία και δεν έχει νόημα η ζωή του. Πάντα μένει αβοήθητος, απαρηγόρητος και βασανισμένος σ’ αυτήν την ζωή, αλλά καταδικάζει και αιώνια την ψυχή του.
Οι πνευματικοί όμως άνθρωποι, επειδή όλες τις δοκιμασίες τις αντιμετωπίζουν κοντά στον Χριστό, δεν έχουν δικές τους θλίψεις. Μαζεύουν τις πολλές πίκρες των άλλων, αλλά παράλληλα μαζεύουν και την πολλή αγάπη του Θεού. Όταν ψάλλω το τροπάριο «Μη καταπιστεύσης με ανθρωπίνη προστασία, Παναγία Δέσποινα», καμμιά φορά σταματώ στο «αλλά δέξαι δέησιν του ικέτου σου…». Αφού δεν έχω θλίψη, πως να πω «θλίψις γαρ έχει με, φέρειν ου δύναμαι»; Ψέμματα να πω; Στην πνευματική αντιμετώπιση δεν υπάρχει θλίψη, γιατί, όταν ο άνθρωπος τοποθετηθή σωστά, πνευματικά, όλα αλλάζουν. Αν ο άνθρωπος ακουμπήση την πίκρα του πόνου του στον γλυκύ Ιησού, οι πίκρες και τα φαρμάκια του μεταβάλλονται σε μέλι. Αν καταλάβη κανείς τα μυστικά της πνευματικής ζωής και τον μυστικό τρόπο με τον οποίο εργάζεται ο Θεός, παύει να στεναχωριέται για ό, τι του συμβαίνει, γιατί δέχεται με χαρά τα πικρά φάρμακα που του δίνει ο Θεός για την υγεία της ψυχής του. Όλα τα θεωρεί αποτελέσματα της προσευχής του, αφού ζητάει συνέχεια από τον Θεό να του λευκάνη την ψυχή. Όταν όμως οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν τις δοκιμασίες κοσμικά, βασανίζονται. Αφού ο Θεός όλους μας παρακολουθεί, πρέπει να παραδίνεται κανείς εν λευκώ σ’ Αυτόν. Αλλιώς είναι βάσανο· ζητάει να του έρθουν όλα, όπως εκείνος θέλει, αλλά δεν του έρχονται όλα όπως τα θέλει, και ανάπαυση δε βρίσκει.
Είτε χορτάτος είναι κανείς είτε νηστικός, είτε τον επαινούν, είτε τον αδικούν, πρέπει να χαίρεται και να τα αντιμετωπίζη όλα ταπεινά και με υπομονή. Τότε ο Θεός συνέχεια θα του δίνη ευλογίες, ώσπου να φθάση η ψυχή του σε σημείο να μη χωράη, να μην αντέχη την καλωσύνη του Θεού. Και, όσο θα προχωράη πνευματικά, τόσο θα βλέπη την αγάπη του Θεού σε μεγαλύτερο βαθμό και θα λειώνη από την αγάπη Του.
(ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ – ΛΟΓΟΙ Δ΄ – ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΖΩΗ)

Άγιος Παΐσιος: Το παράδειγμα μιλάει by Χαράλαμπος Τσαβδαρίδης


– Γέροντα, οι άνθρωποι πού ζουν πνευματικά στον κόσμο πρέπει να δείχνουν στους κοσμικούς ότι νηστεύουν;
– Όταν πρόκειται για διατεταγμένες νηστείες της Εκκλησίας μας, Τετάρτη, Παρασκευή, Σαρακοστές κ.λπ., τότε πρέπει, γιατί αυτό είναι ομολογία πίστεως. Οι άλλες όμως νηστείες, δηλαδή αυτές πού γίνονται από άσκηση, για την αγάπη τού Χριστού ή για να εισακουσθεί ή προσευχή μας σε ένα αίτημα μας, πρέπει να γίνονται κρυφά. Σκοπός είναι να ζούμε ορθόδοξα, όχι απλώς να μιλούμε ή να γράφουμε ορθόδοξα. Αυτό, βλέπεις, ένα κήρυγμα δεν πληροφορεί, δεν αλλοιώνει τον άλλον, όσο καλό και αν είναι, αν ό ιεροκήρυκας δεν έχει βίωμα.
– Αν, Γέροντα, ό ακροατής ή ό αναγνώστης έχει καλή διάθεση;
–   Έ, τότε αυτός έχει ήδη την θεία Χάρη, γι’ αυτό και Τελείται. Ένας όμως πού δεν έχει καλή διάθεση θα πάρει και θα εξέταση αυτά πού λέει ό ιεροκήρυκας και δεν θα έχει καμμιά ωφέλεια. Το να σκεφτόμαστε ορθόδοξα είναι εύκολο· το να ζούμε όμως ορθόδοξα θέλει κόπο. Μια φορά ένας θεολόγος είχε κάνει μια ομιλία και είχε πει να πάνε να δώσουν αίμα, γιατί υπήρχε ανάγκη. Και πράγματι πολ­λοί παρακινήθηκαν και έδωσαν πολύ αίμα. Εκείνος όμως δεν έδωσε ούτε μία σταγόνα, αν και είχε… μπόλικο. Οι άλλοι τότε σκανδαλίσθηκαν. «Εγώ, τους είπε εκείνος, με την ομιλία πού έκανα και παρακίνησα τον κόσμο να δώσει αίμα, είναι σαν να έδωσα το περισσότερο αίμα»! Έτσι ανέπαυε τον λογισμό του. Καλύτερα ήταν να μην έκανε την ομιλία και αθόρυβα να πήγαινε να δώσει λίγο αίμα. Ή ζωή μετράει. «Εγώ είμαι δεξιός», μού είπε ένας πού δεν είχε καμμιά σχέση με την Εκκλησία. «Άμα δεν κά­νης σταυρό, τι ωφελεί; τού είπα. Το χέρι πού δεν κάνει σταυρό τι ωφελεί πού είναι δεξί; Σε τι διαφέρει από το αριστερό πού δεν κάνει σταυρό; Εκείνο έτσι και αλλιώς δεν κάνει σταυρό». Αν εσύ είσαι δεξιός και δεν κάνης σταυρό, σε τι διαφέρεις από τους αριστερούς; Ό σκοπός είναι να είσαι άνθρωπος πνευματικός, να ζεις κοντά στον Χριστό, τότε βοηθάς και τους άλλους.
    Όταν ό άνθρωπος έχει ζωή σωστή, το έργο του πλη­ροφορεί. Σε μία πόλη ήταν ένας Προτεστάντης πού όλους τους κατηγορούσε- τι κληρικούς, τι δεσποτάδες. Εκεί κο­ντά σε ένα μοναστήρι ασκήτευε και ένας μοναχός. Μία φορά ρώτησε τον Προτεστάντη ένας άθεος: «Καλά, όλους τους δεσποτάδες, τους παπάδες τους κατηγορείς. Γι’ αυτόν τον καλόγερο τι έχεις να πεις;». «Αυτόν τον παραδέχομαι, τού λέει, γιατί διαφέρει από τους άλλους». Ένας πιστός, όπου και αν είναι, πόσο βοηθάει, όταν ζει σωστά! Θυμάμαι, ένας γνωστός μου αστυνομικός υπηρετούσε στα σύνορα. Εκεί ήταν και Σέρβοι κομμουνιστές, και μάλιστα από τους πιο άθεους, τους πιο έμπιστους τού κόμματος. Όταν έρχο­νταν Σέρβοι παπάδες στα σύνορα Ελλάδος και Σερβίας, ό αστυνομικός τους φιλούσε το χέρι. Οι κομμουνιστές το πρόσεξαν. Έλληνας αστυνομικός να φιλάει το χέρι των Σέρβων παπάδων! Έκανε μεγάλη εντύπωση στους κομ­μουνιστές και προβληματίσθηκαν στο θέμα της πίστεως.
                Πόσο βοηθούν αυτοί πού έχουν μία θέση, όταν κρατάνε λίγο! Γι’ αυτό και εγώ κοιτάω μετρικούς μεγάλους να τους δω, όταν έρχονται, για να τους βοηθήσω, γιατί αυτοί μπο­ρεί να βοηθήσουν πολύ θετικά με το παράδειγμα. Να, ένας στρατάρχης πού γνωρίζω, είναι παράδειγμα. Και ότι κά­νει, το κάνει από μέσα του, με την καρδιά του· δεν το κά­νει εξωτερικά. Οι άλλοι πού τον βλέπουν προβληματίζο­νται και βοήθιουνται. Παλιά και οι άρχοντες τού τόπου είχαν αρχές, πίστευαν. Ξέρετε τι είχε πει μία αρχόντισσα σε κάποιον βουλευτή σε μία πόλη; Είχε πάει με τον σύζυ­γο της την περίοδο της νηστείας τού Δεκαπενταύγουστου σε ένα γεύμα και είχαν εκεί ψάρια, κρέατα… Αυτή δεν έτρω­γε, γιατί νήστευε. Το πρόσεξε ό βουλευτής και της είπε: «Ασθενείς και οδοιπόροι νηστεία δεν κρατούν». «Ναι, οδοιπόροι με ρόδες!», τού απάντησε εκείνη και δεν άγγι­ξε τίποτε από τα αρτύσιμα. Στο γεύμα εν τω μεταξύ ήταν και ένας κληρικός πού τους προσφώνησε: «Μεγάλη μου τιμή πού βρίσκομαι μαζί σας κ.λπ.», έλεγε-έλεγε ένα σωρό εγκώμια. Όποτε τον διέκοψε ό άνδρας της αρχόντισσας και τού είπε: «Μη πεποίθατε έπάρχοντας, επί νίούς ανθρώ­πων, οίς ουκ εστί σωτηρία!». Γιατί εκείνος πήγε να τους κολακεύσει. Άλλοτε πάλι είχε πει αυτή ή αρχόντισσα σε έναν καθηγητή Πανεπιστημίου τής Θεολογίας: «Μην κοιτάτε λεπτομέρειες και κόβετε στις εξετάσεις τους παπάδες. Κοι­τάξτε να τους περνάτε, γιατί οι επαρχίες δεν έχουν παπά!». Θέλω να πω ότι παλιά οι τοπικοί άρχοντες ενδιαφέρο­νταν για την Εκκλησία, ήταν παράδειγμα για τον λαό.
Αυτό πού θα βοηθήσει θετικά τους ανθρώπους σήμε­ρα είναι το παράδειγμα μας το χριστιανικό και ή ζωή μας ή χριστιανική. Τους Χριστιανούς πρέπει να τους διακρίνει ή πνευματική λεβεντιά και ή αρχοντιά, ή θυσία. Γι’ αυτό λέω στους λαϊκούς: «Να αγαπάτε τον Χριστό, να έχετε ταπείνωση, να κάνετε το καθήκον σας, και ό Χρι­στός θα προδώσει την αρετή σας στα μάτια των ανθρώ­πων». Ή αρετή έχει τυπικό να προδίδει τον άνθρωπο, οπού κι αν βρίσκεται αυτός. Ακόμη και να κρυφθεί, και να υποκριθεί με την διά Χριστόν σαλότητα, ή αρετή θα τον προδώσει, έστω και αργότερα, και ό αποθηκευμένος του θησαυρός, πού θα ανακαλυφθεί τότε μαζεμένος, θα βοηθήσει πάλι πολλές ψυχές· ίσως τότε περισσότερο.
(ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ – ΛΟΓΟΙ Β’ – ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ)

Γέροντας Παΐσιος: αυτός που έκρυβε επιμελώς τον εαυτό του by Χαράλαμπος Τσαβδαρίδης



Μητροπολίτου Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ.κ.Παντελεήμων
Ο Γέρων Παΐσιος
Είναι πολύ δύσκολο πράγμα να μιλήσει κανείς για έναν άνθρωπο, και ιδίως όταν αυτός ο άνθρωπος είναι ένας άνθρωπος του Θεού με όλη τη σημασία της λέξεως. Και τη δυ­σκολία αυτή επιτείνουν οι ίδιοι οι άνθρωποι αυτοί του Θεού, και ιδιαίτερα αυτός ο Γέροντας για τον οποίο μιλήσαμε απόψε, καθώς κρύβουν τον εαυτό τους από τα μάτια των ανθρώπων.
Ο Γέροντας Παΐσιος ήταν ένας άνθρωπος ο οποίος σε όλη του τη ζωή έκρυβε επιμελώς τον εαυτό του και τη ζωή του, σε σημείο να αισθάνεται πολύ δύσκολα και πολύ στενοχωρημένος με όσους προσπαθούσαν να μιλήσουν γι’ αυτόν.
Αν ζούσε ακόμη σ’ αυτόν τον κόσμο, οπωσδήποτε δεν θα τολμούσαμε, ούτε ο π. Μωυσής ούτε η ελαχιστότης μου να αναφερθούμε σ’ αυτόν ή να μιλήσουμε γι’ αυτόν, γιατί θα τον λυπούσαμε πολύ και, αν συνέβαινε αυτό, αν μιλούσαμε δηλαδή γι’ αυτόν δημόσια, τουλάχιστον με τον π. Μωυσή με τον οποίο ζούσαν κοντά, θα είχε διακόψει κάθε σχέση.
Δεν είναι όμως μόνο αυτή η δυσκολία· είναι και το ότι δεν είναι δυνατό να περιγραφεί η ζωή ενός Αγίου· είναι κάτι το αδύνατο, το ακατόρθωτο. Ό,τι και να πει κανείς είναι λίγο και είναι μονομερές, γιατί ασφαλώς πολλοί πλησιάζουν τους αγίους Πατέρες, ελάχιστοι όμως μπορούν να αποδώσουν ακριβώς το πνεύμα τους και τη ζωή τους.
Από την άλλη όμως πλευρά είναι απαραίτητο να μιλούμε για τους αγίους ανθρώπους και να μην κρύπτουμε τα θαυμάσια του Θεού. Οι Άγιοι δεν είναι όντα εξωπραγματικά, είναι άνθρωποι οι οποίοι πίστεψαν στον Χριστό με όλη τους τη δύναμη. Είναι άνθρωποι οι οποίοι για την αγάπη του Χριστού αφιέρωσαν τον εαυτό τους στην άσκηση και στον αγώνα τον πνευματικό και δεν προέκριναν τίποτε άλλο στη ζωή τους από τον ίδιο τον Χριστό. Είναι, άνθρωποι οι, οποίοι ταύτισαν την ύπαρξή τους με τον Χριστό, ώστε να μπορούν να επαναλαμβάνουν και αυτοί μαζί με τον Απόστολο Παύλο «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» (Γαλ. 2, 20). Και έχουν τόσο ταυτιστεί στη συνείδηση της Εκκλησίας με τον Χριστό, ώστε μιλώντας για τον Χριστό, ο νους μας στρέφεται σ’ αυτούς τους ανθρώπους, και μιλώντας πάλι για τους αγίους ανθρώπους είναι σαν να μιλούμε για τον Χριστό, διότι οι Άγιοι μάς οδηγούν στον Χριστό και ο Χριστός μάς δείχνει πως είναι πατέρας, είναι φίλος και είναι οικείος με τους Αγίους.
Είναι μεγάλη ευλογία να γνωρίζουμε τη ζωή των Αγίων και ακόμη μεγαλύτερη να γνωρίζουμε αγίους ανθρώπους και να μετέχουμε στη χάρη και στις ευχές των Αγίων. Και καθώς Άγιοι υπάρχουν σε κάθε εποχή, είναι εύκολο -και λόγω των μέσων που διαθέτουμε σήμερα- να γνωρίσουμε τη ζωή των αγίων ανθρώπων που ζουν σήμερα μεταξύ μας ή που έζησαν και κοιμήθηκαν πριν από λίγα χρόνια. Η Πρόνοια του Θεού επέτρεψε σε πολλούς από εμάς να γνωρίσουμε τέτοιους αγίους ανθρώπους, συγχρόνους Αγίους, για να στερεωθούμε περισ­σότερο στην πίστη και να προσπαθήσουμε και εμείς, ανάλογα με τις μικρές μας δυνάμεις, να αγωνισθούμε.
Ας μην αναζητούμε, λοιπόν, πρότυπα για τη ζωή και το έργο μας σε κοσμικούς ανθρώπους και άρχοντες, αλλά ας τα αναζητούμε στη ζωή των Αγίων της Εκκλησίας μας, στη ζωή των Μοναχών και των ασκητών που έζησαν στις ημέρες μας και βοήθησαν τόσες πολλές ψυχές να βρουν τον δρόμο προς τη σωτηρία και την αγιότητα, να βρουν τον τρόπο για να αντιμετωπίσουν τα καθημερινά τους προβλήματα, τις δυσκολίες και τους πειρασμούς.
Πολλές φορές αναζητούμε τα προσόντα ενός Κληρικού στη μόρφωση, στα πτυχία, στις γνώσεις ή τις ξένες γλώσσες και απορούμε όταν, ενώ κάποιοι τα διαθέτουν όλα αυτά, δεν συγκινούν τους ανθρώπους και δεν μπορούν να τους προσεγγίσουν. Αντίθετα πάλι βρίσκουμε ανθρώπους, κληρικούς και μοναχούς, που δεν διαθέτουν κανένα από αυτά τα χαρακτηριστικά που κατά τη γνώμη μας θα προσείλκυαν τους ανθρώπους και μάλι­στα τους νέους. Κι όμως βλέπουμε πολλούς, πάρα πολλούς αν­θρώπους να προσφεύγουν σ’ αυτούς, να τους αναζητούν όπου και αν βρίσκονται, και να αναπαύονται κοντά τους.
Τί έχουν αυτοί οι άνθρωποι και ελκύουν τις ψυχές; Είναι άνθρωποι της προσευχής και του αγώνα, είναι άνθρωποι του καθήκοντος και της αγάπης, είναι άνθρωποι της θυσίας και της προσφοράς προς τον συνάνθρωπο. Και ένας τέτοιος άνθρωπος, ένας τέτοιος σύγχρονος Άγιος ήταν και ο Γέροντας Παΐσιος.
Τί ήταν ο αείμνηστος Γέροντας Παΐσιος; Ένας απλός και ταπεινός Μοναχός ήταν και όμως προσέφερε τόσα πολλά στους ανθρώπους, που έτρεχαν να τον επισκεφθούν και να τον συμβουλευθούν. Ένας απλός Μοναχός ήταν, χωρίς ιδιαίτερη μόρ­φωση και εγκόσμια προσόντα, όμως έλαμψε και λάμπει στην Εκκλησία του Χριστού και σε ολόκληρη την Ορθοδοξία. Ένας πολύ απλός άνθρωπος ήταν, ταυτόχρονα όμως ήταν και ένας μάρτυρας της σαρκώσεως του θείου Λόγου. Γιατί γι’ αυτόν τον άνθρωπο, το ότι ο Χριστός έγινε άνθρωπος ήταν το κέντρο της ζωής του.
Και αυτό το ένιωθε κανείς όταν συναντούσε και συναναστρεφόταν τον Γέροντα. Ένιωθε δηλαδή, ότι όλα όσα είπε ο Χριστός στο Ευαγγέλιο και όλα όσα είπαν οι Άγιοι και όλα όσα διαβάζουμε στη ζωή των Αγίων είναι όλα αληθινά, γιατί η ζωή του ήταν εναρμονισμένη με τη ζωή του Χριστού, με το Ευαγγέλιο του Χριστού, με τη ζωή των Αγίων. Ήταν ένας άν­θρωπος που βίωσε ακριβώς το μυστήριο της σαρκώσεως του θείου Λόγου. Και η βίωση αυτή του μυστηρίου της σαρκώσεως του θείου Λόγου, τον έκανε να βιώσει και τη θυσία του. Έτσι η ζωή του ήταν αφοσιωμένη στη λατρεία του Θεού, στην προσ­ευχή και στη διακονία των ανθρώπων.
Είχα την ευλογία να συναντήσω τον π. Παΐσιο για πρώτη φορά όταν ήμουν πολύ νέος, γύρω στο 1965-66, όταν νοσηλευό­ταν στο Ασβεστοχώρι της Θεσσαλονίκης μετά από μία σοβαρή εγχείρηση.
Ο π. Παΐσιος ήταν κάτι το ξεχωριστό. Κάθε φορά -ομολο­γούν όσοι είχαν στενές σχέσεις μαζί του- η συνάντησή τους μαζί του ήταν ένα γεγονός.
Έλεγε ο Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ, ότι «η συνάντηση με ένα άνθρωπο του Θεού αποτελεί ένα προφητικό γεγονός». Και πράγματι αυτό επαληθευόταν στον Γέροντα Παΐσιο σε απόλυτο βαθμό. Η συνάντηση με αυτόν τον άνθρωπο ήταν ένα σημείο, ένα προφητικό γεγονός, το οποίο γινόταν από μόνο του, και ενώ μπροστά στα μάτια των άλλων γινόταν θαυμά­σια, εν τούτοις όλα καλυπτόταν μέσα στην απλότητα και την ταπείνωση.
Θα μου επιτρέψετε να αναφέρω ένα περιστατικό από τη ζωή του Γέροντα, το οποίο δείχνει ξεκάθαρα σε όλους μας ποιά θέση είχε στη ζωή του Γέροντα η προσευχή και η μέριμνα για τον άνθρωπο.
Την παραμονή των Χριστουγέννων, ο Γέροντας είχε πάρα πολύ κόσμο στο Κελλί του, την Παναγούδα, όλη την ημέρα και μέχρι την ώρα που χτυπούσαν οι καμπάνες για την αγρυπνία εκείνος έβλεπε κόσμο. Και όμως στη συνέχεια πήγε μέσα στη νύκτα στο Κουτλουμούσι για την αγρυπνία. Δέκα ολόκληρες ώρες διήρκεσε η αγρυπνία των Χριστουγέννων και σε όλη την αγρυπνία ο Γέροντας ήταν όρθιος, κρεμασμένος από το στασίδι του. Ήταν ηλικιωμένος και άρρωστος, με μισό πνεύμονα, με χίλια δυό προβλήματα υγείας, άγρυπνος σε όλη του τη ζωή, κουρασμένος, καθώς όλη την ημέρα, όπως είπαμε, έβλεπε κό­σμο· και όμως όλη τη νύκτα παρέμεινε άγρυπνος και ακολουθούσε την πορεία της αγρυπνίας.
Τελείωσε η αγρυπνία, πήγανε στην Τράπεζα, ο Γέροντας έκανε πως έφαγε, δεν έτρωγε, κάτι τσίμπησε και έφυγε για την καλύβη του. Πίσω του ακολουθούσε κόσμος, όπως συνέβαινε συνήθως. Ο Γέροντας όμως δεν υπολόγισε την κούραση, δεν αναζήτησε την ανάπαυση. Έφθασε το απόγευμα και εκείνος έβλεπε ακόμη κόσμο. Όταν τον ρώτησαν εάν ξεκουράστηκε καθόλου απάντησε αρνητικά και μάλιστα πρόσθεσε πως ίσως είχε να κοιμηθεί από προχθές ή αντιπροχθές. Είχε ξεχάσει από πότε είχε να κοιμηθεί, και μάλιστα αστειευόμενος, ρωτούσε αν είναι ημέρα ή νύκτα.
Θα μπορούσε να σκεφθεί κανείς αν ήταν δυνατό με τόσο κόσμο που έβλεπε ο Γέροντας, να μπορούσε να διατηρεί μέσα του το πνεύμα της προσευχής ή, αν για να προσεύχεται κανείς αδιαλείπτως, θα πρέπει να είναι σε απόλυτη ησυχία και απομονωμένος. Ο Γέροντας είχε όλη την ημέρα κόσμο, πάρα πολλούς ανθρώπους, άραγε προσευχόταν, άραγε έλεγε την ευχή, είχε μέσα του την αδιάλειπτη προσευχή;
Την απάντηση σε όλα αυτά την έδωσε ο Γέροντας, χωρίς κανείς να τον ρωτήσει, σε κάποιο συνομιλητή του που είχε όλα αυτά τα ερωτηματικά μέσα του. Καθισμένος σε ένα κορμό δέν­δρου του λέει· «Ξέρεις, πριν από οκτώ χρόνια καιγόταν η καρ­διά μου από αγάπη για τον Χριστό τόσο πολύ, ώστε έλιωναν τα κόκαλά μου σαν λαμπάδες, σαν να ήμουν, δηλαδή, ολόκληρος μια πυρκαγιά. Και καιγόμουν ολόκληρος για την αγάπη του Θεού. Αφού μια φορά πήγαινα στις Καρυές και από το πλήθος αυτής της αγάπης του Χριστού διαλύθηκα και δεν μπορούσα να περπατήσω και έπεσα μπρούμυτα σε μια γωνιά εκεί στο δάσος και προσευχόμουν και έκλαιγα και παρακαλούσα τον Θεό να πάρει λίγο από επάνω μου αυτό το κύμα της χάριτος για να μπορέσω να πάω στη δουλειά μου. Δεν μπορούσα να κάνω ούτε ένα βήμα, γιατί καιγόμουν ολόκληρος από την αγάπη του Χριστού. Εδώ όμως και οκτώ χρόνια περίπου αυτό που αισθανόμουν για τον Θεό το αισθάνομαι για τον κόσμο και έχω μέσα στην καρδιά μου μεγάλο πόνο για τον κόσμο και δεν μπορώ, λιώνω, δεν μπορώ να διώξω κανένα άνθρωπο και μιλώντας με τους ανθρώπους και ωφελώντας τους ανθρώπους παίρνω πίσω αυτό το οποίο τους δίνω και μεταβάλλεται μέσα μου σε προσευχή, όπως ακριβώς τότε που ήμουν τελείως μόνος μου».
Έτσι έδωσε ο Γέροντας λύση σε όλες τις απορίες και απάντηση σε όλα τα ερωτήματα που γεννιούνται μερικές φορές μέσα μας ή και διατυπώνονται και σε συζητήσεις. Πολλοί λένε συνήθως· ποιά είναι η προσφορά των Μοναχών; Απομακρύνον­ται από τον κόσμο και προσεύχονται. Δεν θα ήταν καλύτερα να μένουν στον κόσμο και να ασκούν ένα κοινωνικό έργο σαν αυτό που άσκησαν οι μεγάλοι Πατέρες σαν τον Μέγα Βασίλειο;
Όμως οι Μοναχοί, οι ασκητές και οι Άγιοι δεν προσεύχονται μόνο για τον εαυτό τους. Προσεύχονται για όλο τον κόσμο, τον οποίο δεν αρνούνται, αλλά υπεραγαπούν, όπως ακούσα­με να λέει ο Γέρων Παΐσιος. Αγαπούν τους ανθρώπους και προσεύχονται γι’ αυτούς. Αγαπούν τους ανθρώπους και τους δέχονται για να ακούσουν τα προβλήματά τους και να τους συμβουλεύσουν, επιτελώντας έτσι ένα τεράστιο, αν και αφανές, κοινωνικό έργο.
Αυτός ο άνθρωπος, ο Γέρων Παΐσιος, δεν λογάριασε ποτέ τον εαυτό του. Ολόκληρη η ζωή του ήταν μία ανελέητη άσκη­ση. Φοβερός άνθρωπος. Πολλοί άνθρωποι που τον έζησαν από κοντά και μάλιστα για πολλά χρόνια, εντυπωσιαζόταν κάθε φορά που τον έβλεπαν, σαν να τον έβλεπαν για πρώτη φορά. Η αίσθηση που έδινε σε όποιον τον έβλεπε ήταν αυτή του αυστηρού ανθρώπου, του ανελέητου ανθρώπου για τον εαυτό του και του ανθρώπου με πολλή μεγάλη αγάπη για τον άλλο άνθρωπο. Διότι όσο πιο αυστηρός είναι ο Μοναχός ή ο Κλη­ρικός με τον εαυτό του τόσο καλύτερα μπορεί να κατανοήσει τις δυσκολίες και τον κόπο του πνευματικού αγώνα, μπορεί να κατανοήσει πόσο δύσκολο είναι για ένα άνθρωπο, για ένα νέο που ζει στη σύγχρονη κοινωνία, που ζει στον κόσμο μέσα σε τόσους πειρασμούς και τόσες αμαρτωλές επιδράσεις και επιρροές να ζήσει την εν Χριστώ ζωή. Γι’ αυτό αντιμετωπίζει και τον ίδιο και τα σφάλματα και τα λάθη και τις πτώσεις του με αγάπη, με συμπάθεια, με κατανόηση. Προσπαθεί όχι να τον απογοητεύσει και να τον συντρίψει, αλλά να τον στηρίξει και να τον βοηθήσει. Και αυτό έκανε σε όλη του τη ζωή ο Γέρων Παΐσιος, όπως και όλοι οι Άγιοι.
Και αποτελεί μεγάλη ευλογία για εμάς που είμαστε Ορ­θόδοξοι χριστιανοί να ξέρουμε ότι μέσα στην Εκκλησία μας έχουμε σήμερα Αγίους, τους οποίους ζήσαμε και είδαμε τις ενέργειες του Θεού μπροστά μας. Είναι μεγάλος πλούτος και μεγάλη παρηγορία και μεγάλη δύναμη για εμάς η παρουσία των Αγίων στη ζωή μας. Αυτό το γεγονός δεν παρατηρείται πουθενά αλλού, παρά μόνο στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Γι’ αυτό και πρέπει να είμαστε πολύ ευγνώμονες προς τον Θεό, γιατί είμαστε Ορθόδοξοι χριστιανοί, γιατί έχουμε ζώσα Εκκλησία και τη ζώσα σχέση με τον ζώντα Θεό.
Και να γνωρίζουμε ότι αυτός ο δρόμος των Αγίων είναι ο δρόμος τον οποίο παρέδωσε ο Θεός στον κόσμο, είναι ο δρόμος τον οποίο βάδισαν οι Άγιοι, οι Προφήτες, οι Απόστολοι. Την ίδια εμπειρία είχαν όλοι οι Άγιοι από τον πρώτο μέχρι σήμερα. Είναι η ίδια ακριβώς εμπειρία, η ίδια πνευματική κατάσταση, το ίδιο άγιο Πνεύμα το οποίο ενεργεί.
Αυτή είναι, νομίζω, η μεγάλη σπουδαιότητα της παρουσιάσεως και του αγίου Γέροντος Παϊσίου, όπως και των άλλων συγχρόνων αγίων, μέσα από αυτές τις εσπερίδες που καθιε­ρώσαμε στο πλαίσιο των «Παυλείων» υπό τον τίτλο «Σύγχρο­νες μορφές της Εκκλησίας», γιατί οι Άγιοι επαληθεύουν όλα όσα μας δίδαξε ο Χριστός. Όλα αυτά τα έζησαν οι Άγιοι και βλέπουμε να τα ζουν και σήμερα μπροστά μας. Αυτό είναι για μας η πολύτιμη κληρονομιά και βέβαια εναπόκειται σε μας να αγωνισθούμε, ο καθένας ανάλογα με τις δυνατότητές του.
Θα τελειώσω με αυτό που έλεγε ο Γέροντας για τους αν­θρώπους που είναι στον κόσμο. Όταν επέστρεψε από την Αυστραλία, έλεγε ότι στην Αυστραλία υπάρχει πολλή χάρις του Θεού. Και έλεγε ότι οι άνθρωποι αγιάζουν εκεί κάνοντας υπομονή στον πολύ πόνο που έχουν. Και εκτιμούσε πάρα πολύ τους ανθρώπους που είναι στον κόσμο, για την υπομονή που κάνουν. Έλεγε πολλές φορές εκτιμώντας την υπομονή που κά­νει μια γυναίκα με ένα παράξενο άνδρα· «ξέρετε τί πνευματικά μέτρα είναι αυτά που επιτυγχάνει;». Ή για ένα άνθρωπο που όλη μέρα δουλεύει και μετά έρχεται στο σπίτι και αγωνίζεται να προσευχηθεί, έστω για λίγο, μετά από τόσο κόπο. «Αυτό έχει πολύ μεγάλη αξία ενώπιον του Θεού, διότι», έλεγε, «εμείς δεν έχουμε τίποτε άλλο, αυτό είναι το έργο μας».
Αυτό, λοιπόν, εύχομαι να μας δώσει ο Θεός σε όλους μας, και οι ευχές του Γέροντα να μας σκεπάζουν όλους και να μας αξιώσουν να έχουμε και εμείς τη χάρη του Θεού.
Πηγή: Σύγχρονες Οσιακές Μορφές, Έκδοσις Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας 2017, σ. 43 – 50.
 
πηγή:ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ

Το κείμενο του Αγίου Παϊσίου που συγκλονίζει: "Θα έρθουν δύσκολα χρόνια, μη φοβάστε..."




Ο Αγιορείτης μοναχός είχε προβλέψει τα δεινά που ήρθαν στον ελληνικό λαό...
Με τις διδαχές του όμως φρόντιζε πάντα να καθησυχάζει τους πιστούς.

Διαβάστε το παρακάτω κείμενο και θα αντιληφθείτε:

Το σημαντικότερο κείμενο – παρακαταθήκη του Αγίου Παϊσίου «Υπέρ του γένους και της Πατρίδος»


Αποτέλεσμα εικόνας για αγιος παισιος ελλαδα
“Ο Γέροντας, ξεριζωμένος από την βρεφική του ηλικία, και έχοντας ζήσει τη φρίκη του πολέμου και της Κατοχής, γνώριζε από την πείρα του ότι το να «διάγωμεν ήρεμον και ησύχιον βίον» είναι μεγάλη ευλογία.
Αγαπούσε τη Πατρίδα και έλεγε: «Και η Πατρίδα είναι μία μεγάλη οικογένεια». Δεν επεδίωκε το εθνικό μεγαλείο, τη δόξα και την ισχύ με την κοσμική έννοια, αλλά την ειρήνη, τη πνευματική άνοδο και την ηθική ζωή των πολιτών, για να μας βοηθά και ο Θεός. Ούτε επιζητούσε την ασφάλεια για ν’ απολαμβάνουν οι άνθρωποι τις ανέσεις τους.
Σε κάποιο Έλληνα θερμό πατριώτη που ζούσε στην Αμερική και προσπαθούσε να προβάλλει την Ελλάδα, συνέστησε ν’ αγωνιστεί για ν’ αγιάσει και ύστερα να προβάλλει σωστά και πνευματικά και την Ελλάδα.
Όπως οι Προφήτες του Ισραήλ συμμετείχαν στη ζωή του έθνους ενεργά με τον τρόπο τους, προσεύχονταν, θρηνούσαν, έλεγχαν βασιλείς, κήρυτταν μετάνοια και προφήτευαν για τα επερχόμενα δεινά, το ίδιο και ο Γέροντας δεν ήταν αδιάφορος και απαθής στα θέματα της Πατρίδας. Ο προφήτης δεν ήταν εθνικιστής που έλεγε: «Δια Σιών ου σιωπήσομαι». Το ίδιο και η στάση του Γέροντα ήταν καθαρά πνευματική.
Ενώ ζούσε έκτος κόσμου, αγωνίσθηκε όσο λίγοι για το καλό της Πατρίδας. Αξιοθαύμαστη ήταν η δραστηριότητα και η προσφορά του στα εξωτερικά εθνικά θέματα μας. Μιλούσε εναντίον των ανθελληνικών ρευμάτων, των πλαστογράφων της ιστορικής αληθείας, και κυρίως εναντίον των αδίκων εδαφικών διεκδικήσεων σε βάρος της Ελλάδας, των Σκοπιανών «πανσλαυϊστών», Αλβανών, Τούρ­κων κ.ά. Έλεγε: «Ο ένας θέλει τη Θεσσαλονίκη, ο άλλος θέλει να φθάσει μέχρι τη Λάρισα, ο άλλος θέλει το Αιγαίο. Μα τέλος πάντων δεν υπήρχε ποτέ Ελλάδα;».
Επεσήμανε τους εθνικούς κινδύνους, πριν ακόμη φανούν. Βοήθησε πολλούς να δουν ξεκάθαρα τις ξένες προπαγάνδες σε βάρος της Πατρίδας, και όσοι είχαν θέσεις και ευαισθησία έλαβαν τα ανάλογα μέτρα.
Σχετικά με το Μακεδονικό, αναφέρει ανώτατος αξιωματικός: «Εγώ ήμουν μέσα στα πράγματα και δεν είχα πάρει είδηση. Ο Γέροντας μου άνοιξε τα μάτια. Στην αρχή παραξενευόμουν και έλεγα: Τί είναι αυτά που λέει ο Γέροντας και από πού τα ξέρει; Έπειτα κατάλαβα». Ο Γέροντας ήδη από το 1977, όταν πήγε στην Αυστραλία, ανέφερε το Μακεδονικό θέμα. Αυτά κάποιοι «ειδικοί» τα θεώρησαν «ανεύθυνες φανατικές κινδυνολογίες».
Υπερασπιζόμενος την ελληνικότητα της Μακεδονίας, ανήρτησε στο αρχονταρίκι του το κείμενο του προφήτη Δανιήλ, που αναφέρεται στο βασιλέα των Ελλήνων Αλέξανδρο, και δίπλα του μία μεγάλη χάρτινη εικόνα ενός Αγγέλου από Σερβικό Μοναστήρι, να δείχνει το κείμενο.
Παρομοίαζε το κράτος των Σκοπίων με οικοδόμημα που είναι κτισμένο με τούβλα και με φαρσαλινούς χαλβάδες, που είναι κομμένοι σε σχήμα τούβλων, και που φυσικό είναι κάποτε να κατάρρευση.
Το βιβλίο του πρώην υπουργού Βορείου Ελλάδος κ. Νικολάου Μάρτη «Η πλαστογράφηση της Μακεδονίας», όταν το διάβασε, τον ενθουσίασε. «Δόξα τω Θεώ», είπε, «υπάρχουν και πατριώτες». Πήρε πολλά βιβλία και τα μοίραζε ευλογία. Έγραψε και ένα επαινετικό ποιηματάκι, το οποίο ο κ. Μάρτης συμπεριέλαβε σε νέα έκδοση του βιβλίου του.
Για την Τουρκία διεκήρυσσε με βεβαιότητα: «θα διαλυθεί,οι Κούρδοι θα κάνουν κράτος και οι μεγάλες δυνάμεις θα μας δώσουν την Πόλη. Όχι επειδή μας αγαπούν αλλά γιατί θα οικονομήσει ο Θεός τα πράγματα έτσι, ώστε το συμφέρον τους θα είναι να την έχουμε εμείς. Θα λειτουργήσουν οι πνευματικοί νόμοι. Οι Τούρκοι έχουν να πληρώσουν πολλά, απ’ αυτά που έχουν κάνει. Αυτό το Έθνος θα καταστραφεί, διότι δεν προήλθε με την ευλογία του Θεού. Τα κόλλυβα τους τα’ χουν στο ζωνάρι τους (δηλαδή πλησίασε το τέλος τους).
Ο άγιος Αρσένιος έλεγε πριν από την Ανταλλαγή: «Την Πατρίδα μας θα την χάσουμε, αλλά πάλι θα την βρούμε».
Ρωτήθηκε ο Γέροντας, πότε θα ελευθερωθεί η Κύπρος, και απάντησε: «Η Κύπρος θα ελευθερωθεί, όταν μετανοήσουν οι Κύπριοι. Να κάνετε πνευματικές βάσεις για να διώξουν τις βάσεις των Τούρκων, των Άγγλων και των Αμερικανών». Έβλεπε δηλαδή το Κυπριακό ως πνευματικό θέμα, όχι ως εθνικό ή πολιτικό, και ότι η λύση του θα προέλθει από την μετάνοια του λαού και την προσευχή.
Βλέποντας τον από Ανατολάς κίνδυνο για την Θράκη, μετέβη στην Κομοτηνή για να στηρίξη εκχριστιανισθέντες Μουσουλμάνους. Ήθελε να παραμείνη μαζί τους για ένα διάστημα για να βοηθήση.
Στα θέματα της Πατρίδος δεν ήθελε οι Χριστιανοί να είναι αδιάφοροι. Πολύ λυπόταν που έβλεπε πνευματικούς ανθρώπους να επιζητούν να βολευθούν οι ίδιοι και να μην ενδιαφέρωνται για την Πατρίδα. Ο καημός του και η απορία του ήταν πως οι υπεύθυνοι δεν αντιλαμβάνονται πού οδηγούμαστε. Ο ίδιος από παλαιά διέβλεπε την σημερινή κατάσταση και ανησυχούσε, αλλά δεν διέσπειρε τις ανησυχίες του στον κόσμο.
Έλεγε: «Από το κακό που επικρατεί σήμερα θα βγει μεγάλο καλό. Βλέπω μια ελιά. Το ένα της κλωνάρι έχει ξεραθεί, το άλλο το τρώγει η κάμπια και θα ξεραθή και αυτό. Αλλά πετιέται ένα άλλο βλαστάρι από κάτω που έχει πολύ θυμό (δύναμη) και αναπτύσσεται γρήγορα».
Λυπόταν για την πνευματική κατάπτωση των πολιτών. Μιλούσε αυστηρά γι’ αυτούς που ψήφιζαν αντιχριστιανικούς νόμους. Λυπήθηκε για την αλλαγή της γλώσσας και είπε: «Η επόμενη γενεά θα φέρει Γερμανούς να μας μάθουν την γλώσσα μας, και τα παιδιά μας θα μας φτύνουν». Έγραφε σε επιστολή του: «Αυτοί που κατάργησαν τα Αρχαία πάλι θα τα ξαναφέρουν».
Δημοσίευσε ένα σύντομο κείμενο υποστηρίζοντας τον αγνότατο πατριώτη και ευλαβέστατο ήρωα Μακρυγιάννη από τις εναντίον του άδικες και ψευδείς κατηγορίες. Πέρα από την αποκατάσταση της αληθείας, υπήρχε τότε, όπως και σήμερα, επιτακτική ανάγκη προβολής ενός ιδανικού προτύπου προς μίμηση για τους πολιτικούς ηγέτες, αλλά και για υποβοήθηση του λαού να αποκτήση ορθά πολιτικά κριτήρια στην επιλογή των κυβερνητών του Έθνους μας.
Κάποιος Πρωθυπουργός, του οποίου κατέκρινε δημοσίως ενέργειες επιζήμιες για το Έθνος και την Εκκλησία, ζήτησε να τον συναντήση στην Σουρωτή. Ο Γέροντας απάντησε: «Ας έρθη, θα του τα ψάλω και μπροστά του». Είχε το ψυχικό σθένος αυτός ο πτωχός καλυβίτης να υψώνη την φωνή του άφοβα μπροστά στους ισχυρούς της ημέρας.
Όταν κάποιος πρόεδρος της Δημοκρατίας επισκέφθηκε το Άγιον Όρος, ο Γέροντας συνέστησε στα μοναστήρια να μην τον δεχθούν, γιατί είχε υπογράψει τον νόμο περί των αμβλώσεων.
Από Υπουργό που θέλησε να βοηθήση γνωστό του Μοναστήρι δεν δέχθηκε τίποτε, γιατί ανήκε σε κόμμα που είχε υπογράψει αντιχριστιανικούς νόμους.
Ο Γέροντας ήταν άνθρωπος της ειρήνης και της ενότητος. Δεν ανήκε σε κανένα κόμμα. Ήταν υπεράνω κομμάτων. Απέρριπτε άθεα πολιτικά κόμματα και πολιτικούς που είχαν σχέση με την Μασωνία, για την αθεΐα τους και την πολεμική τους προς την Εκκλησία. Έλεγε: «Τι να το κάνω το δεξί ή το αριστερό χέρι, αν δεν κάνη σταυρό;», απορρίπτοντας έτσι τούς άθεους πολιτικούς ανεξάρτητα από την πολιτική τους τοποθέτηση. Κάποια κόμματα; γνωρίζοντας την επιρροή του στον λαό, ζήτησαν να τον προσεταιρισθούν χάριν ψηφοθηρίας, αλλά ματαίως.
Τον επισκέπτονταν πολιτικά πρόσωπα, βουλευτές, υπουργοί, γερουσιαστές από τις Η.Π.Α. και ο βασιλιάς Κωνσταντίνος του έστελνε κάρτες. Από κανέναν όμως δεν ζήτησε τίποτε για τον εαυτό του ή για γνωστά του μοναστήρια. Μόνο ζητούσε να ενεργούν για το καλό της Πατρίδος και της Εκκλησίας.
Ακόμη βοήθησε πολλούς κρατικούς υπαλλήλους με τις συμβουλές του να είναι τίμιοι και ευσυνείδητοι στην εργασία τους. Εκτιμούσε τους καλούς παιδαγωγούς για το ουσιαστικό έργο που προσφέρουν, και τους ευλαβείς στρατιωτικούς, που έχουν ιδανικά.
Πολλούς νέους αναρχικούς τους έπεισε να υπηρετήσουν στρατιώτες.
Γενικώς συμβούλευε όλους να έχουν σεβασμό και αγάπη προς την Πατρίδα, να ενεργούν για το κοινό καλό ευσυνείδητα και να μην παρασύρωνται από το γενικό πνεύμα της αδιαφορίας, της ισοπεδώσεως των πάντων, του βολέματος και της καταχρήσεως.
Κυρίως όμως ο Γέροντας βοήθησε την Πατρίδα αφανώς με την προσευχή του. Αυτό φαίνεται από το τυπικό που αναφέρθηκε, αλλά και από το ποίημα που έστειλε στην μητέρα του. Στο τέλος γράφει ότι γίνεται καλόγηρος για να προσεύχεται «και για όλη την Πολιτεία». Έδινε πρώτος το παράδειγμα και παρακινούσε, λέγοντας: «Να κάνουμε προσευχή ο Θεός να φωτίζη τους υπευθύνους που έχουν θέσεις μεγάλες στην Πολιτεία, γιατί αυτοί μπορούν να κάνουν μεγάλο καλό».
Όταν υπήρχε ένταση στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις, έλεγε: «Πολλά σύννεφα μαζεύτηκαν. Αν μπορέσουμε να τα διώξουμε» (με την προσευχή).
Σε παρόμοια περίπτωση έκανε θεία Λειτουργία στο Καλύβι του. Στους Μακαρισμούς δεν έψαλλε ό,τι προέβλεπε το τυπικό, αλλά από τον κανόνα του οσίου Νικολάου του Κατασκεπηνού, γιατί ήταν κατάλληλο για την περίπτωση αυτή: «Αθέων Αγαρηνών τα βέλη σύντριψον Δέσποινα, και πάσαν επιβουλήν δαιμόνων ματαίωσον, λαόν χριστεπώνυμον σκέπων και φυλάττων, ίνα πόθω σε δοξάζωμεν».
Όταν η Πατρίδα περνούσε περίοδο πολιτικής αστάθειας, λόγω αδυναμίας σχηματισμού κυβερνήσεως, ο Γέροντας πονούσε και ευχόταν πολύ. Την τρίτη φορά που θα γίνονταν εκλογές σε μικρό χρονικό διάστημα συνέβη το εξής, όπως διηγήθηκε: «Ήταν παραμονή εκλογών. Καθόμουν στο ξυλοκρέββατο στο Αρχονταρίκι και έλεγα την ευχή. Ξαφνικά παρουσιάστηκε ο διάβολος με την μορφή του… (ανωτάτου πολιτικού προσώπου της εποχής εκείνης του οποίου κατέκρινε ενέργειες καταστρεπτικές) και με απειλούσε. Αλλά δεν μπορούσε να πλησίαση. Ήταν σαν δεμένος, κάτι τον κρατούσε και σφιγγόταν».
Το ίδιο βράδυ ο Γέροντας παρουσιάσθηκε σ’ έναν έγγαμο ιερέα στον ύπνο του. Του είπε αυστηρά:
«Παπα-… τι κοιμάσαι; Σήκω να κάνης προσευχή, γιατί η Πατρίδα κινδυνεύει».
Την σωτηρία του Έθνους την περίμενε από τον Θεό. Έλεγε: «Αν ο Θεός άφηνε την τύχη του Έθνους στους πολιτικούς θα καταστρεφόμασταν. Αλλά αφήνει λίγο τα πράγματα, για να φανούν οι διαθέσεις του καθενός».
Για τούς πολιτικούς που έκαναν κακό στο Έθνος έλεγε: «Με αναπαυμένη συνείδηση παρακαλώ τον Θεό να τους δίνη μετάνοια και να τους παίρνη, για μην κάνουν μεγαλύτερο κακό, και να αναστήση Μακκαβαίους».
Πίστευε ότι ένας μοναχός μπορεί να βοηθήση ολόκληρο το Έθνος. «Άλλον ο Θεός τον κάνει μοναχό για να βοηθήση μια οικογένεια και άλλον για να βοηθήση ολόκληρο Έθνος. Το Άγιον Όρος πολλά μπορεί να προσφέρη. Μπορεί να δημιουργήση πάλι το Βυζάντιο από το οποίο προήλθε».
από το βιβλίο: «Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου»- Ιερομονάχου ΙΣΑΑΚ

ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ ΔΙΔΑΧΕΣ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΠΕΡΙ ΛΟΓΙΣΜΩΝ






Διδαχές του Γέροντος Παΐσίου περί λογισμών



«Ένας αγνός, καλός, λογισμός έχει μεγαλύτερη δύναμη από κάθε άσκηση. Οι λογισμοί μας δείχνουν την πνευματική μας κατάσταση» .

***

«Ένας που κάνει δουλειά στον εαυτό του, δεν βλέπει σφάλματα στους άλλους. Ο πνευματικός άνθρωπος τα βλέπει όλα καθαρά, καλά. Στην αρχή αγωνίζεται κανείς να μην κατακρίνει. Στο δεύτερο στάδιο προσπαθεί να φέρει καλό λογισμό έναντι στον λογισμό της κατακρίσεως και στο τρίτο στάδιο τα ερμηνεύει όλα καλά. Μπαίνει η αγάπη και η ταπείνωση. Όταν η ψυχή εξαγνισθεί, τότε όχι μόνο δεν μπαίνει στον κόπο να κάνει δεξιούς λογισμούς αλλά ούτε καν της έρχονται αριστεροί, δηλαδή αυτά που φαίνονται κατακριτέα αυτή τα βλέπει καλά.»

***

«Οι πονηροί λογισμοί άλλοτε είναι του πειρασμού και άλλοτε ο ίδιος ο άνθρωπος σκέφτεται πονηρά».

***

«Από την ποιότητα των λογισμών ενός ανθρώπου φαίνεται η πνευματική του κατάσταση. Οι άνθρωποι κρίνουν τα πράγματα ανάλογα με το περιεχόμενο που έχουν μέσα τους. Αν δεν έχουν πνευματικό περιεχόμενο, βγάζουν λάθος συμπέρασμα, αδικούν τον άλλον».

***

«Η καλή αδιαφορία χρειάζεται σε έναν υπερευαίσθητο που τον ταλαιπωρεί το ταγκαλάκι με διάφορους λογισμούς. Τότε καλό είναι να γίνει λίγο αναίσθητος, με την καλή έννοια, και να μη λεπτολογει μερικά πράγματα. Ή, ακόμη, χρειάζεται για κάποιον που μπορεί σε πολλά να είναι αδιάφορος, αλλά σε κάτι του έχει δημιουργήσει ο πειρασμός μια υπερευαισθησία, για να τον αχρηστέψει. Τότε για ένα διάστημα θα τον βοηθήσει η καλή αδιαφορία. Θέλει όμως παρακολούθηση. Πρέπει να λέει τον λογισμό του και να παρακολουθείται από τον πνευματικό, αλλιώς μπορεί σιγά-σιγά να τα πάρει όλα σβάρνα και να φθάσει στην άλλη άκρη, να γίνει τελείως αδιάφορος».

***

«Με βλάσφημους λογισμούς βασανίζει ο διάβολος συνήθως τους πολύ ευλαβείς και πολύ ευαίσθητους. Μεγαλοποιεί την πτώση τους, για να τους θλίβει, και αν δεν κατορθώσει να τους φέρει σε απόγνωση, ώστε να αυτοκτονήσουν, προσπαθεί τουλάχιστον να τους τρελλάνει και να τους αχρηστέψει. Και εάν δεν μπορέσει να κάνει ούτε και αυτό, τον ευχαριστεί να τους φέρει έστω και μελαγχολία».

***

«Τους βλάσφημους λογισμούς πρέπει να τους περιφρονούμε».

***

«Το να εμπιστεύεται ένας πνευματικός άνθρωπος στον λογισμό του είναι αρχή πλάνης. Σκοτίζεται το μυαλό του από την υπερηφάνεια και μπορεί να πλανηθεί. Καλύτερα να τρελλαθεί, γιατί τότε θα έχει ελαφρυντικά».

***

-Γέροντα, όταν κάποιος έχει λογισμό ότι όλοι ασχολούνται μ’ αυτόν κ.λπ., πως θα τον διώξει;

- Αυτό είναι του πειρασμού που πάει να τον αρρωστήσει. Να αδιαφορήσει, να μην πιστεύει καθόλου σ’αυτόν τον λογισμό. Ένας λ.χ. που έχει καχυποψία, αν δει έναν γνωστό του να μιλάει σιγά σε έναν άλλον, σκέφτεται: «για μένα λέει. δεν το περίμενα απ’ αυτόν!», ενώ εκείνοι για άλλο θέμα συζητούν. Και αν δεν προσέξει, εξελίσσεται σιγά-σιγά και που φθάνει! Νομίζει ότι τον παρακολουθούν, ότι τον καταδιώκουν. Ακόμη και αν έχει συγκεκριμένα στοιχεία ότι άλλοι ασχολούνται μ’ αυτόν, να ξέρει ότι και αυτά ο ίδιος ο εχθρός (δηλ. ο διάβολος) τα έχει ταιριάξει έτσι, για να τον πείσει. Και πως τα συνδυάζει ο διάβολος!

***

-Γέροντα, ο ευαίσθητος είναι ψυχικά αδύνατος, είναι άρρωστος;

- Όχι, το φιλότιμο και η ευαισθησία είναι φυσικά χαρίσματα, αλλά κατορθώνει δυστυχώς ο διάβολος να τα εκμεταλλεύεται. Έναν ευαίσθητο άνθρωπο τον κάνει συχνά να μεγαλοποιεί τα πράγματα, για να μην μπορεί να σηκώσει κάποια δυσκολία ή να την σηκώνει λίγο και μετά να κάμπτεταί, να απογοητεύεται, να ταλαιπωρήται, και τελικά να σακατεύεται. Αν αξιοποιεί την κληρονομική ευαισθησία, θα γίνει ουράνια. Αν αφήσει να την εκμεταλλευθεί ο διάβολος, θα πάει χαμένη. Γιατί, αν δεν αξιοποιεί ο άνθρωπος τα χαρίσματά του, τα εκμεταλλεύεται ο διάβολος. έτσι πετάει τα δώρα του Θεού. Αντί να ευγνωμονεί τον Θεό, τα παίρνει όλα ανάποδα. Ο ευαίσθητος, όταν πιστεύει στον λογισμό του, μπορεί να καταλήξει ακόμη και στο ψυχιατρείο, ενώ ο αδιάφορος με το «δε βαριέσαι» δεν πάει βέβαια καλά, αλλά τουλάχιστον δεν καταλήγει στο ψυχιατρείο. Γι’ αυτό το ταγκαλάκι κυνηγάει τους ευαίσθητους ανθρώπους.

***

«Μεγαλύτερη αρρώστια είναι το να πιστέψει ο άνθρωπος στον λογισμό του ότι έχει κάποια αρρώστια (κατά φαντασίαν ασθενής). Ο λογισμός αυτός του δημιουργεί άγχος, τον κάνει να στενοχωριέται, να μην έχει όρεξη για φαγητο, να μην μπορεί να κοιμηθεί, να παίρνει φάρμακα, και τελικά να αρρωσταίνει, ενώ ήταν καλά. Να είναι άρρωστος κανείς και να κάνει θεραπεία, αυτό το καταλαβαίνω. αλλά να είναι υγιής και να νομίζει ότι είναι άρρωστος και να αρρωσταίνει στα καλά καθούμενα, αυτό είναι….»

***

«Μπορεί κάποιος να είναι έξυπνος, τετραπέρατος, αλλά, αν έχει θέλημα, αυτοπεποίθηση και φιλαυτία, βασανίζεται συνέχεια. Μπερδεύεται άσχημα και του δημιουργούνται προβλήματα. Για να βρει τον δρόμο του, πρέπει να ανοίξει την καρδιά του σε κάποιον πνευματικό και να ζητήσει ταπεινά την βοήθειά του».

***

«Όπως ο εχθρός, πριν κάνει επίθεση με το πυροβολικό, βομβαρδίζει με την αεροπορία τα οχυρά, για να τα σπάσει, έτσι και ο διάβολος πρώτα βομβαρδίζει με λογισμούς τον άνθρωπο και ύστερα του επιτίθεται. Αν δεν χαλάσει τον λογισμό του ανθρώπου, δεν επιτίθεται, γιατί ο άνθρωπος αμύνεται με τον καλό λογισμό».

***

-Γέροντα, πως θα βοηθηθώ στον αγώνα κατά των αριστερών λογισμών;

-Με την εγρήγορση και την αδιάλειπτη προσευχή. Αν βρίσκεσαι σε εγρήγορση, προσέχεις και φέρνεις καλούς λογισμούς.

***

«Η καλύτερη επιχείρηση είναι να φτιάξει ο άνθρωπος ένα εργοστάσιο καλών λογισμών».

***

Ο Γέροντας έλεγε ότι μετά από αγώνα δεν έχει ο άνθρωπος ούτε κακούς αλλά ούτε και καλούς λογισμούς: «Αυτή η φάση φέρνει και κάποια ανησυχία στην ψυχή και ο άνθρωπος αρχίζει να αναρωτιέται: “Τι συμβαίνει; Τι γίνεται τώρα; Είχα κακούς λογισμούς, έφυγαν. ήρθαν καλοί. Τώρα δεν έχω ούτε κακούς ούτε καλούς”. Μετά από αυτό το άδειασμα γεμίζει ο νους με τη θεία Χάρη και έρχεται ο θείος φωτισμός».

***

Για τους λογισμούς υπόνοιας, είπε ο Γέροντας:«Να βάζεις πάντα ένα ερωτηματικό σε κάθε λογισμό σου. Αν βάζεις δύο ερωτηματικά, είναι πιο καλά. Αν βάζεις τρία, είναι ακόμη καλύτερα. Έτσι και εσύ ειρηνεύεις και ωφελείσαι, αλλά και τον άλλον ωφελείς. Αλλιώς, με τον αριστερό λογισμό νευριάζεις, ταράζεσαι και στενοχωριέσαι, οπότε βλάπτεσαι πνευματικά».

***

«Βέβαια χρειάζεται να προσέχει κανείς να μη δίνει και ο ίδιος αφορμές, ώστε ο άλλος να βγάζει λανθασμένα συμπεράσματα. Για να βάλει λ.χ. κάποιος έναν αριστερό λογισμό για σένα, μπορεί ο ίδιος να έχει εμπάθεια, αλλά κι εσύ μπορεί να έδωσες αφορμή. Αν, παρόλο που εσύ πρόσεξες, ο άλλος σκεφθεί κάτι εις βάρος σου, τότε να δοξάζεις τον Θεό και να ευχηθείς για εκείνον».

***

-Γέροντα, πότε η προσβολή ενός αριστερού λογισμού είναι πτώση;

-Έρχεται ο λογισμός και τον διώχνεις αμέσως. Αυτό δεν είναι πτώση. Έρχεται και τον συζητάς. Αυτό είναι πτώση. Έρχεται, τον δέχεσαι λίγο και μετά τον διώχνεις. Αυτό είναι μισή πτώση, γιατί και τότε έχεις πάθει ζημά, επειδή μόλυνε ο διάβολος τον νου σου. Δηλαδή είναι σαν να ήρθε ο διάβολος και του είπες: «Καλημέρα,τι γίνεται; Καλά; Κάθησε να σε κεράσω. Α, ο διάβολος είσαι; Φύγε τώρα». Αφού είδες ότι είναι ο διάβολος, γιατί τον έβαλες μέσα; Τον κέρασες και θα ξανάρθει.

***

«Για να εξαγνισθούν ο νους και η καρδιά, δεν πρέπει ο άνθρωπος να δέχεται τους πονηρούς λογισμούς που του φέρνει το ταγκαλάκι, ούτε ο ίδιος να σκέφτεται πονηρά».

***

«Σε προσβολές λογισμών,η καλύτερη αντιμετώπιση είναι η περιφρόνηση. να μην του δώσει κανείς σημασία. Η συζήτηση με τον λογισμό είναι επικίνδυνη, γιατί και εκατό δικηγόροι να μαζευτούν δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα με ένα μικρό ταγκαλάκι (έτσι αποκολούσε τα δαιμόνια και τον διάβιολο ο Γέροντας)».

ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ- ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ



  
ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ

Μην ξεχνάτε ότι παίρνουμε δύσκολους καιρούς και χρειάζεται πολλή προσευχή. Να θυμάστε την μεγάλη ανάγκη που έχει ο κόσμος σήμερα και την μεγάλη απαίτηση που έχει ο Θεός από μας για προσευχή. Να εύχεστε για την γενική εξωφρενική κατάσταση όλου του κόσμου, να λυπηθεί ο Χριστός τα πλάσματά Του, γιατί βαδίζουν στην καταστροφή. Να επέμβει θεϊκά στην εξωφρενική εποχή που ζούμε, γιατί ο κόσμος οδηγείται στην σύγχυση, στην τρελά και στο αδιέξοδο.

 
Μας κάλεσε ο Θεός να κάνουμε προσευχή για τον κόσμο, που έχει τόσα προβλήματα! Οι καημένοι δεν προλαβαίνουν έναν σταυρό να κάνουν. Εάν εμείς οι μονάχοι δεν κάνουμε προσευχή, ποίοι θα κάνουν; Ό στρατιώτης σε καιρό πολέμου είναι σε κατάσταση συναγερμού, έτοιμος με τα παπούτσια. Στην ίδια κατάσταση πρέπει να είναι και ο μοναχός. Αχ, Μακκαβαίος θα έβγαινα! Στα βουνά θα έφευγα, για να προσεύχομαι συνέχεια για τον κόσμο.

 
Πρέπει να βοηθήσουμε με την προσευχή τον κόσμο, όλο, να μην κάνη ο διάβολος ό,τι θέλει. Έχει αποκτήσει δικαιώματα ο διάβολος. Όχι ότι τον αφήνει ο Θεός, αλλά δεν θέλει να παραβιάσει το αυτεξούσιο. Γι' αυτό εμείς να βοηθήσουμε με την προσευχή. Όταν πονάει κανείς για την σημερινή κατάσταση που επικρατεί στον κόσμο και προσεύχεται, τότε βοηθιούνται οι άνθρωποι, χωρίς να παραβιάζεται το αυτεξούσιο. Αν προχωρήσετε με τηv Χάρη του Θεού ακόμη λίγο, θα αρχίσουμε να κάνουμε μια προσπάθεια στο θέμα της προσευχής, να μπει μια σειρά, να γίνετε ραντάρ, γιατί και τα πράγματα ζορίζουν. Θα διοργανώσουμε ένα συνεργείο προσευχής. Να κάνετε πόλεμο με το κομποσχοίνι. Με πόνο να γίνεται η προσευχή. Ξέρετε τι δύναμη έχει τότε η προσευχή;

 
Πολύ πληγώνομαι, όταν βλέπω μονάχους να ενεργούν ανθρωπίνως και όχι με τηv προσευχή δια μέσου του Θεού στα δυσκολοκατόρθωτα ανθρωπίνως. Ο Θεός μπορεί όλα να τα τακτοποίηση. Όταν κανείς κάνει σωστή πνευματική εργασία, τότε μπορεί μόνο με τηv προσευχή να χτίση μοναστήρια και να τα εφοδιάσει με όλα τα απαραίτητα και να βοηθήσει το σύμπαν. Δεν χρειάζεται ούτε να δουλεύει- αρκεί μόνο να προσεύχεται.

 
Ο μοναχός πρέπει να προσπαθήσει να μην πονοκεφαλάει για τηv άλφα ή βήτα δυσκολία, είτε είναι ατομική είτε ενός συνανθρώπου του είτε αφορά στην γενική κατάσταση, αλλά να καταφεύγει στην προσευχή και να στέλνει δια του Θεού πολλές θείες δυνάμεις. Άλλωστε και το έργο του μονάχου αυτό είναι, και εάν αυτό δεν το έχει καταλάβει ο μοναχός, η ζωή του δεν έχει κανένα νόημα. Γι' αυτό, να ξέρει ότι η κάθε αγωνία του που τον ωθεί να αναζητά ανθρώπινες λύσεις στα διάφορα προβλήματα, με ένα βασάνισμα και πονοκέφαλο, είναι του πειρασμού.

 
Όταν βλέπετε ότι σας απασχολούν πράγματα για τα οποία ανθρωπίνως δεν υπάρχει λύση και δεν τα εμπιστεύεστε στον Θεό, να ξέρετε ότι αυτό είναι τέχνασμα του πειρασμού, για να αφήσετε την προσευχή, με την οποία μπορεί ο Θεός να στείλει όχι απλώς θεία δύναμη αλλά θείες δυνάμεις, και η βοήθεια τότε δεν θα είναι απλώς θεία βοήθεια αλλά θαύμα Θεού.

 
Από τη στιγμή που αρχίζουμε να αγωνιούμε, εμποδίζουμε τον Θεό να επέμβει. Βάζουμε τη λογική μπροστά και όχι τον Θεό, το θειο θέλημα, ώστε να δικαιούμαστε την θεία βοήθεια. Ο διάβολος προσπαθεί, κλέβοντας με τέχνη την αγάπη του μονάχου, να τον κρατάει σε μια κοσμική αγάπη, σε μια κοσμική αντιμετώπιση και κοσμική πρόσφορα στον συνάνθρωπό του, ενώ ως μοναχός έχει την δυνατότητα να κινείται στον δικό του χώρο, στην δική του ειδικότητα, του Ασυρματιστού, γιατί αυτό είναι και το διακόνημα που του έδωσε ο Θεός. Όλα τα άλλα, όσα κάνουμε με τις ανθρώπινες προσπάθειες, είναι σε κατώτερη μοίρα.

 
Επίσης καλύτερα είναι ο μοναχός να βοηθάει τους άλλους με την προσευχή του παρά με τα λόγια του. Αν δεν έχει την δύναμη να συγκρατήσει κάποιον που κάνει κακό, ας τον βοηθήσει από μακριά με την προσευχή, γιατί διαφορετικά μπορεί και να βλαφτεί. Μια ευχή καλή, καρδιακή, έχει περισσότερη δύναμη από χιλιάδες λόγια, όταν οι άλλοι δεν παίρνουν από λόγια. Παρόλο που λένε ότι βοηθώ τον κόσμο που έρχεται και με βρίσκει, ως θετική προσφορά μου στον κόσμο βλέπω την μιάμιση ώρα που διαβάζω το Ψαλτήρι. Το άλλο το θεωρώ ψυχαγωγία. Να πουν οι καημένοι τον πόνο τους, να τους δώσω καμία συμβουλή.

 
Γι' αυτό την βοήθεια δεν την θεωρώ προσφορά δική μου. Η προσευχή είναι που βοηθάει. Αν είχα όλο τον χρόνο μου για προσευχή, περισσότερο θα βοηθούσα τον κόσμο. Ας πούμε ότι θα δω την ημέρα διακόσιους πονεμένους, μόνο διακόσιοι πονεμένοι υπάρχουν στον κόσμο; Αν δεν δω κανέναν και προσευχηθώ για όλον τον κόσμο, τότε βλέπω όλον τον κόσμο. Γι' αυτό λέω στον κόσμο: «Εγώ θέλω να μιλώ για σας στον Θεό, και όχι σ' εσάς για τον Θεό. Αυτό είναι καλύτερο για σας, αλλά δεν με καταλαβαίνετε».

 
Να μην παραμελούμε το θέμα της προσευχής σ' αυτά τα δύσκολα χρόνια. Είναι ασφάλεια η προσευχή, είναι επικοινωνία με τον Θεό. Είδατε τι λέει ο Αββάς Ισαάκ; «Δεν θα μας ζητήσει λόγο ο Θεός, γιατί δεν κάναμε προσευχή, αλλά γιατί δεν είχαμε επαφή με τον Χριστό και μας ταλαιπώρησε ο διάβολος».


 
Κοίταξε, όταν προσεύχεσαι μπροστά σε μια εικόνα, η εικόνα βοηθάει, γιατί από την εικόνα περνάς στο εικονιζόμενο πρόσωπο. Όταν όμως προσεύχεσαι νοερώς και είσαι σκυμμένη (-ος) με κλειστά τα μάτια, δεν πρέπει να φέρνης στην φαντασία σου εικόνες, γιατί μπορεί να το εκμεταλλευθή το ταγκαλάκι και να σου τα παρουσιάση σαν οράματα, για να σε πλανήση και να σου κάνει κακό.
Ιδίως η ευχή καλά είναι να γίνεται με καθαρό νου, χωρίς λογισμούς ή παραστάσεις, έστω κι αν αυτές είναι εικόνες του Χριστού ή παραστάσεις από την Αγία Γραφή, γιατί αυτό είναι επικίνδυνο, ιδιαίτερα για όσους έχουν πολλή φαντασία και υπερηφάνεια. 
Μόνον όταν έρχωνται ρυπαροί ή βλάσφημοι λογισμοί, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε παραστάσεις από την Αγία Γραφή. Η καλύτερη όμως «παράσταση» είναι η συναίσθηση της αμαρτωλότητός μας και της αχαριστίας μας.

 

«NΑ ΜΙΛΑΣ ΝΟΕΡΩΣ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΔΙΑ ΤΗΣ ΝΟΕΡΑΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ»

- Γέροντα, πώς είναι καλύτερα να λέω την ευχή; Φωναχτά, ψιθυριστά ή με τον νου;
 
- Αν την λες φωναχτά, θα κουράζεσαι και γρήγορα θα αποκάμης. Γι’ αυτό να την λες πότε ψιθυριστά και πότε με τον νου. Η ευχή με τον νου είναι το καλύτερο∙ επειδή όμως δεν μπορούν όλοι οι άνθρωποι να την λένε συνέχεια με τον νου, βοηθάει να την λέη κανείς και ψιθυριστά, σαν μια προπαίδεια.
 
Μπορείς να αρχίζης να την λες ψιθυριστά, να συνεχίζης με τον νου, και ύστερα πάλι ψιθυριστά και πάλι με τον νου. Να κάνης αυτή την εναλλαγή, μέχρι να καταλήξη η ευχή να γίνεται μόνο με τον νου, να γίνη δηλαδή νοερά, όπως και λέγεται «νοερά προσευχή». Τότε προσεύχεται κανείς με τον νου του και η καρδιά του σκιρτά, αγάλλεται∙ φθάνει στον θείο έρωτα, ζη ουράνιες καταστάσεις.

Αγιος Γέροντας Παΐσιος: «Ανυπόμονοι…»





– Που οφείλεται, Γέροντα, η ανυπομονησία των ανθρώπων;
– Στην λίγη… εσωτερική τους ειρήνη! Ο Θεός την σωτηρία των ανθρώπων την κρέμασε στην υπομονή. «Ο υπομείνας εις τέλος, σωθήσεται», λέει το Ευαγγέλιο. Γι’ αυτό δίνει δυσκολίες, διάφορες δοκιμασίες, για να ασκηθούν στην υπομονή οι άνθρωποι.


Η υπομονή ξεκινά από την αγάπη. Για να υπομείνεις τον άλλον, πρέπει να τον πονέσεις. Και βλέπω πως με την υπομονή σώζεται η οικογένεια. Είδα θηρία να γίνονται αρνιά. Με την εμπιστοσύνη στον Θεό τα πράγματα εξελίσσονται ομαλά και πνευματικά.
————————————
– Γέροντα, πως μπορείς να αντιμετωπίσεις τον άλλον, όταν είναι νευριασμένος;
– Με την υπομονή!
– Και αν δεν έχεις;
– Να πας να αγοράσεις! Πουλάνε στα σούπερ-μάρκετ! Κοίταξε, όταν ο άλλος είναι μπουρινιασμένος, ό,τι και να του πεις, δεν γίνεται τίποτε. Καλύτερα εκείνη την στιγμή να σιωπήσεις και να λες την ευχή.
Με την ευχή θα καλμάρει ο άλλος, θα ηρεμήσει και θα μπορέσεις μετά να συνεννοηθείς μαζί του. Βλέπεις, και οι ψαράδες δεν πάνε να ψαρέψουν, αν δεν έχει μπουνάτσα· κάνουν υπομονή, ώσπου να καλωσυνέψει ο καιρός.
– Που οφείλεται, Γέροντα, η ανυπομονησία των ανθρώπων;
– Στην λίγη… εσωτερική τους ειρήνη! Ο Θεός την σωτηρία των ανθρώπων την κρέμασε στην υπομονή. «Ο υπομείνας εις τέλος, σωθήσεται», λέει το Ευαγγέλιο. Γι’ αυτό δίνει δυσκολίες, διάφορες δοκιμασίες, για να ασκηθούν στην υπομονή οι άνθρωποι.
Η υπομονή ξεκινά από την αγάπη. Για να υπομείνεις τον άλλον, πρέπει να τον πονέσεις. Και βλέπω πως με την υπομονή σώζεται η οικογένεια. Είδα θηρία να γίνονται αρνιά. Με την εμπιστοσύνη στον Θεό τα πράγματα εξελίσσονται ομαλά και πνευματικά.
Μια φορά, όταν ήμουν στην Μονή Στομίου, είχα δει στην Κόνιτσα μια γυναίκα που έλαμπε το πρόσωπό της. Ήταν μητέρα πέντε παιδιών. Μετά θυμήθηκα ποια ήταν. Ο άνδρας της ήταν μαραγκός και έπαιρνε πολλές φορές δουλειές μαζί με τον μάστορά μου.
Μια κουβέντα του έλεγαν οι νοικοκυραίοι, λ.χ. «μαστρο-Γιάννη, μήπως αυτό να το κάνουμε έτσι;», γινόταν θηρίο. «Εμένα θα μου κάνεις τον δάσκαλο;», τους έλεγε. Έσπαζε τα εργαλεία του, τα πετούσε και έφευγε. Αφού παρατούσε την δουλειά του και τα έσπαζε όλα σε ξένα σπίτια, καταλαβαίνεις στο σπίτι του τι έκανε!
Αυτή λοιπόν ήταν του μαστρο-Γιάννη γυναίκα. Με αυτόν τον άνθρωπο δεν μπορούσες μια μέρα να καθίσεις, και αυτή χρόνια ζούσε μαζί του. Κάθε μέρα περνούσε μαρτύριο, και όμως όλα τα αντιμετώπιζε με πολλή καλοσύνη και έκανε υπομονή.
Επειδή ήξερα την κατάσταση στο σπίτι, όταν την συναντούσα, την ρωτούσα: «Τι κάνει ο κυρ-Γιάννης; Δουλεύει;». «Ε, πότε δουλεύει, πότε κάθεται λιγάκι!». «Πως τα περνάτε;». «Πολύ καλά, Πάτερ!», μου έλεγε.
Και το έλεγε με την καρδιά της. Δεν υπολόγιζε που έσπαζε τα εργαλεία του -και αξίας εργαλεία- ούτε που αναγκαζόταν η καημένη να ξενοδουλεύει, για να τα βγάλουν πέρα. Βλέπετε με πόση υπομονή, με πόση καλοσύνη και με πόση αρχοντιά τα αντιμετώπιζε όλα! Ούτε τον κατηγορούσε καθόλου! Γι’ αυτό ο Θεός την χαρίτωσε και έλαμπε το πρόσωπό της.
Μεγάλωσε και τα πέντε παιδιά της και έγιναν πολύ καλά παιδιά. Μπόρεσε και κράτησε και τα παιδιά της.
Άγιος Παΐσιος Αγιορείτης
Αληθινές Μαρτυρίες

Αγιος Γέροντας Παΐσιος: «Πως θα αντισταθείτε στο κακό»




-Γέροντα, μερικές φορές οι πειρασμοί έρχονται ο ένας πάνω στον άλλον και δεν αντέχω.
-Να σου πω μια λύση, για να τους αποφύγεις; Θα την δεχθείς;


-Ναι
-Η μόνη λύση για να αποφύγεις τους πειρασμούς, είναι να … συμμαχήσεις με τον διάβολο! Τι γελάς; Δεν σου αρέσει αυτή η λύση; Κοίταξε να σου πω. Όσο κανείς αγωνίζεται, θα έχει πειρασμούς και δυσκολίες. Και όσο προσπαθεί να αποφύγει τον πειρασμό, τόσο κόντρα του πάει ο διάβολος. Αλλά με τους πειρασμούς – αν τους αξιοποιήσουμε σωστά -, δίνεται η ευκαιρία, επειδή μερικές φορές η ζωή μας είναι αντιευαγγελική, να γίνει «ευαγγελική».
-Γέροντα, σκαλώνω σε μερικά ασήμαντα πράγματα και δεν έχω διάθεση μετά να αγωνισθώ για κάτι ανώτερο.
– Αυτά είναι σαν τις νάρκες που βάζει ο εχθρός, για να αχρηστέψει τον στρατό. Το ταγκαλάκι (έτσι αποκαλούσε ο Γέροντας τον διάβολο και τα δαιμόνια) όταν δει ότι δεν μπορεί να κάνει άλλη ζημιά στον αγωνιστή , κοιτάει πώς να τον αχρηστέψει με ασήμαντα πράγματα. Ύστερα, να ξέρεις ότι υπάρχουν και μικρά ταγκαλάκια, που κάνουν όμως μεγάλη ζημιά. Μια φορά ρώτησαν ένα μικρό ταγκαλάκι: «Τάχα τι μπορείς να κάνεις εσύ;». «Εγώ τι μπορώ να κάνω; Πάω και μπερδεύω τις κλωστές στις μοδίστρες, στους τσαγκάρηδες, απάντησε, και τους κάνω να θυμώνουν». Τα μεγαλύτερα σκάνδαλα γίνονται από τιποτένια πράγματα, όχι μόνο σ’ εμάς, αλλά μερικές φορές και στα κράτη. Στους πνευματικούς ανθρώπους δεν υπάρχουν σοβαρές αφορμές για σκάνδαλα. Από το μικρά παίρνει ο διάβολος αφορμή. Τσακίζει τον άνθρωπο ψυχικά με κάτι χαζά, παιδικά πράγματα, οπότε κάνει την καρδιά του όπως εκείνος θέλει και μένει μετά κανείς ένα κούτσουρο.
-Γιατί, Γέροντα, ενώ βάζω ένα πρόγραμμα, μια σειρά στον αγώνα μου, και ξεκινώ με διάθεση να αγωνισθώ, σύντομα ξεχνιέμαι;
-Δεν ξέρεις; το ταγκαλάκι, όταν πάρει είδηση ότι κάνουμε δουλειά πνευματική, τότε γυρίζει το κουμπί αλλού. Ενώ βάζουμε ένα πρόγραμμα, μια άλφα σειρά, βρισκόμαστε σε άλλη και, αν δεν προσέξουμε, το αντιλαμβανόμαστε μετά από μέρες. Γι’ αυτό ο αγωνιστής πρέπει να πηγαίνει όλο κόντρα στον διάβολο- φυσικά με διάκριση- και να τον παρακολουθεί κάποιος έμπειρος Πνευματικός.
-Έναν άνθρωπο που δεν κάνει λεπτή εργασία στον εαυτό του, ο σατανάς τον πολεμάει;
-Ο σατανάς δεν πάει σε έναν άχρηστο άνθρωπο, αλλά πάει σε έναν αγωνιστή, για να τον πειράξει και να τον αχρηστέψει. Δεν χάνει τον καιρό του να κάνει λεπτή εργασία σε κάποιον που δεν έχει κάνει λεπτή εργασία. Στέλνει σ’ αυτόν που ράβει με σακοράφα, διάβολο με σακοράφα. Σ’ αυτόν που κάνει λεπτό εργόχειρο, στέλνει διάβολο που κάνει λεπτό εργόχειρο. Σ’ αυτόν που κάνει πολύ ψιλό κέντημα, στέλνει διάβολο για πολύ ψιλή εργασία. Σ’ αυτούς που κάνουν χονδρή δουλειά στον εαυτό τους, στέλνει χονδρό διάβολο.
Στους αρχάριους στέλνει αρχάριο διάβολο. Οι άνθρωποι που έχουν λεπτή ψυχή, πολύ φιλότιμο και είναι ευαίσθητοι, χρειάζεται να προσέξουν, γιατί βάζει και ο διάβολος την ουρά του και τους κάνει πιο ευαίσθητους, και μπορεί να φθάσουν στην μελαγχολία ή ακόμη-Θεός φυλάξοι- και στην αυτοκτονία. Ο διάβολος, ενώ εμάς τους ανθρώπους μας βάζει να πηγαίνουμε κόντρα στον πλησίον μας και να μαλώνουμε, ο ίδιος ποτέ δεν πάει κόντρα.
Τον αμελή τον κάνει πιο αμελή. τον αναπαύει με τον λογισμό: «το κεφάλι σου πονάει, είσαι αδιάθετος. δεν πειράζει και αν δεν σηκωθείς για προσευχή». Τον ευλαβή τον κάνει πιο ευλαβή, για να τον ρίξει στην υπερηφάνεια, ή τον σπρώχνει να αγωνισθεί περισσότερο από τις δυνάμεις του, ώστε να αποκάμει και να αφήσει μετά όλα τα πνευματικά του όπλα και να παραδοθεί ο πρώην πολύ αγωνιστής. Τον σκληρόκαρδο τον κάνει πιο σκληρόκαρδο, τον ευαίσθητο, υπερευαίσθητο.
Και βλέπεις πόσοι άνθρωποι, άλλοι έχουν κάποια ευαισθησία και άλλοι γιατί έχουν κλονισθεί τα νεύρα τους, ταλαιπωρούνται με αϋπνίες και παίρνουν χάπια ή βασανίζονται και χαραμίζονται στα νοσοκομεία. Σπάνια να δεις άνθρωπο ισορροπημένο. Έγιναν μπαταρίες οι άνθρωποι. Οι περισσότεροι σαν να έχουν ηλεκτρισμό. Όσοι μάλιστα δεν εξομολογούνται, δέχονται επιδράσεις δαιμονικές. έχουν έναν δαιμονικό μαγνητισμό, γιατί ο διάβολος έχει εξουσία επάνω τους. Λίγοι άνθρωποι, είτε αγόρια είτε κοπέλες είτε ηλικιωμένοι είναι, έχουν ένα βλέμμα γαλήνιο. Δαιμονισμός! Ξέρεις τι θα πει δαιμονισμός; Να μην μπορείς να συνεννοηθείς με τον κόσμο.
Είπα σε κάποιους γιατρούς που συζητούσαν για την αναισθησία που κάνουν στις εγχειρήσεις: «Του πειρασμού η αναισθησία έχει άσχημες επιπτώσεις στον άνθρωπο, ενώ αυτή που κάνετε εσείς βοηθάει». Η αναισθησία του διαβόλου είναι σαν το δηλητήριο που ρίχνει το φίδι στα πουλιά ή στα λαγουδάκια, για να παραλύσουν και να τα καταπιεί χωρίς να αντιδράσουν. Ο διάβολος, όταν θέλει να πολεμήσει έναν άνθρωπο, στέλνει πρώτα ένα διαβολάκι «αναισθησιολόγο», για να κάνει τον άνθρωπο πρώτα αναίσθητο, και μετά πηγαίνει ο ίδιος και τον πελεκάει, τον κάνει ό,τι θέλει …;
Αλλά προηγείται ο …; «αναισθησιολόγος». Μας βάζει ένεση αναισθησίας και ξεχνούμε. Να, βλέπεις, οι μοναχοί υποσχόμαστε «υβρισθήναι, χλευασθήναι κ.λπ.», και τελικά, ο πειρασμός μερικές φορές μας μπερδεύει και κάνουμε τα αντίθετα από αυτά που υποσχεθήκαμε. Αλλιώς ξεκινάμε κι αλλιώς καταλήγουμε. Για αλλού ξεκινήσαμε να πάμε και αλλού πηγαίνουμε. Δεν προσέχουμε. Δεν σας έχω πει παραδείγματα;
Παλαιότερα, στην Κόνιτσα δεν υπήρχε Τράπεζα. Αναγκάζονταν οι άνθρωποι να πάνε στα Γιάννενα, όταν ήθελαν να πάρουν κανένα δάνειο. Ξεκινούσαν λοιπόν μερικοί από τα γύρω χωριά και πήγαιναν εβδομήντα δύο χιλιόμετρα με τα πόδια, να πάρουν δάνειο, για να αγοράσουν λ.χ. ένα άλογο. Τότε, αν κανείς είχε ένα άλογο, μπορούσε να συντηρήσει την οικογένειά του. Έκανε ζευγάρι με το άλογο κάποιου άλλου και όργωνε. Μια φορά ξεκίνησε ένας να πάει στα Γιάννενα, να πάρει δάνειο, για να αγοράσει ένα άλογο, να οργώνει τα χωράφια του και να μην παιδεύεται να σκάβει με την τσάπα. Πήγε λοιπόν στην Τράπεζα, πήρε το δάνειο και μετά πέρασε και από τα εβραίικα μαγαζιά και χάζευε. Τον έβλεπε ο ένας Εβραίος, τον τραβούσε μέσα. «πέρνα μέσα, μπάρμπα, έχω καλό πράγμα!».
Έμπαινε εκείνος μέσα, άρχιζε ο Εβραίος να κατεβάζει τα τόπια από τα ράφια. Τα έπαιρνε, τα τίναζε. «Παρ’ το, του έλεγε, είναι καλό, και για τα παιδιά σου θα σου το δώσω φθηνό». Έφευγε από τον έναν, προχωρούσε παραπέρα, χάζευε σε άλλον. «Έλα, μπάρμπα, μέσα, του έλεγε ο Εβραίος, θα σου δώσω το πιο φθηνό». Κατέβαζε τα τόπια, τα άνοιγε, τα άπλωνε. Ζαλίστηκε στο τέλος ο καημένος. Είχε και λίγο φιλότιμο, σου λέει «τώρα τα κατέβασε τα τόπια, τα άπλωσε …;», και δήθεν «για τα παιδιά του πιο φθηνό», έδωσε τα χρήματα που είχε πάρει από την Τράπεζα και αγόρασε ένα τόπι πανί, αλλά και αυτό ήταν χωνεμένο! Μα και ένα τόπι πανί τι να το κάνει;
Και ένας πλούσιος δεν έπαιρνε ένα τόπι πανί. έπαιρνε όσο του χρειαζόταν. Τελικά γύρισε στο σπίτι με ένα τόπι σάπιο ύφασμα! «Που είναι το άλογο;», τον ρωτάν. «Έφερα ύφασμα για τα παιδιά!», λέει. Αλλά τι να το κάνουν τόσο ύφασμα; Χρεώθηκε εν τω μεταξύ στην Τράπεζα, και άλογο δεν πήρε παρά ένα τόπι πανί χωνεμένο. Άντε πάλι να πηγαίνει να σκάβει με την τσάπα στα χωράφια, να δυσκολεύεται, για να ξεχρεώσει το δάνειο!
Αν αγόραζε άλογο, θα επέστρεφε και καβάλα, θα ψώνιζε και λίγα πράγματα για το σπίτι του και δεν θα σκοτωνόταν να σκάβει με την τσάπα! Αλλά για να χαζεύει στα μαγαζιά τα εβραίικα, είδατε τι έπαθε; Έτσι κάνει και ο διάβολος. σαν τον πονηρό έμπορο σε τραβάει από ‘δω, σε τραβάει από ‘κει, σου βάζει τρικλοποδιές, και τελικά σε καταφέρνει να πας εκεί που θέλει εκείνος. Για αλλού ξεκινάς και αλλού καταλήγεις, αν δεν προσέξεις. Σε ξεγελάει και χάνεις τα καλύτερα χρόνια σου.
Ο διάβολος κάνει το παν για να μη βοηθηθεί ο άνθρωπος
Ο διάβολος είναι τεχνίτης. Αν φέρει λ.χ. την ώρα της Θείας Λειτουργίας σε έναν πνευματικό άνθρωπο έναν ελεεινό λογισμό, εκείνος θα τον καταλάβει, θα τιναχθεί και θα τον διώξει. Γι’ αυτό του φέρνει έναν πνευματικό λογισμό. «Το τάδε βιβλίο, του λέει, γράφει αυτό για την Θεία Λειτουργία». Μετά θα του τραβήξει την προσοχή λ.χ. στον πολυέλαιο. Θα αναρωτηθεί ποιος άραγε να τον έφτιαξε. Ή θα του θυμίσει έναν άρρωστο που πρέπει να πάει να τον δει. «Α! έμπνευση, λέει, την ώρα της Θείας Λειτουργίας», ενώ είναι ο διάβολος που μπαίνει ενδιάμεσος και πιάνει ο άνθρωπος την συζήτηση με τον λογισμό του. Οπότε ακούει τον ιερέα να λέει «Μετά φόβου …;» και τότε καταλαβαίνει ότι τελείωσε η Θεία Λειτουργία και εκείνος δεν συμμετείχε καθόλου.
Να, και εδώ στον Ναό. πηγαίνει η εκκλησάρισσα να ανάψει τα κεριά στον πολυέλαιο και έχω παρατηρήσει ότι και μεγάλους ακόμα τους αποσπά ο πειρασμός εκεί πέρα και χαζεύουν την αδελφή πως ανάβει τα κεριά. Αυτό είναι τελείως παιδικό. Μόνον τα μικρούτσικα παιδάκια χαίρονται με κάτι τέτοια και λένε: «Τα άναψε!». Δηλαδή, αυτό για τα μικρά παιδάκια είναι δικαιολογημένο, αλλά για τους μεγάλους; Ή, ενώ πρέπει να αποφεύγουμε τις κινήσεις την ώρα της Θείας Λειτουργίας, ο πειρασμός μπορεί να βάλει εκείνη την ιερή ώρα μια αδελφή να γυρίζει στο αναλόγιο τα φύλλα του βιβλίου, να κάνει θόρυβο και να αποσπά τους άλλους.
Ακούνε «κριτς-κριτς», «τι γίνεται;» λένε και φεύγει έτσι ο νους από τον Θεό και χαίρεται το ταγκαλάκι. Γι’ αυτό να προσέχουμε να μη γινόμαστε εμείς αιτία να αποσπάται η προσοχή των άλλων την ώρα της θείας λατρείας. Κάνουμε ζημιά στον κόσμο και δεν το καταλαβαίνουμε. Ή παρατηρήστε σε καμία ανάγνωση. Όταν φθάσει ο αναγνώστης στο πιο ιερό σημείο, από το οποίο θα βοηθηθούν οι άνθρωποι, τότε ή θα χτυπήσει δυνατά από το αέρα η πόρτα ή θα βήξει κάποιος και θα αποσπασθεί η προσοχή τους και δεν θα ωφεληθούν από αυτό το ιερό σημείο. Έτσι κάνει την δουλειά του το ταγκαλάκι.
Ω, αν βλέπατε τον διάβολο πως κινείται! Δεν τον έχετε δει, γι’ αυτό δεν καταλαβαίνετε μερικά πράγματα! Κάνει το παν, για να μη βοηθηθεί ο άνθρωπος. Το έχω παρατηρήσει στο Καλύβι, όταν συζητώ. Μόλις φθάσω ακριβώς στο σημείο που θέλω, στο πιο ευαίσθητο, για να βοηθήσω αυτούς που με ακούν, τότε ή κάποιος θόρυβος γίνεται ή έρχονται άλλοι και διακόπτω. Τους βάζει προηγουμένως ο διάβολος να χαζεύουν απέναντι την Σκήτη ή να βλέπουν κάτι, και κανονίζει να έρθουν στο πιο λεπτό σημείο της συζητήσεως για να αλλάξω θέμα και να μην ωφεληθούν. Γιατί, όταν αρχίσει η συζήτηση, ξέρει ο διάβολος που θα καταλήξει και, επειδή βλέπει ότι θα πάθει ζημιά, στέλνει κάποιον ακριβώς στο πιο ευαίσθητο σημείο, για να με διακόψει. «Ε, Πάτερ, από πού να μπούμε;», φωνάζει. «Πάρτε λουκούμια και νερό και ελάτε από ‘κει», τους λέω. Άλλοι μπαίνουν εκείνη την στιγμή μέσα, οπότε με διακόπτουν, γιατί πρέπει να σηκωθώ να χαιρετήσω.
Άλλοι έρχονται μετά από λίγο και πρέπει πάλι να σηκωθώ, αρχίζουν και την κουβέντα «από πού είσαι κ.λπ.» …; Οπότε είμαι αναγκασμένος να αρχίσω πάλι από την αρχή, να ξαναπώ φερ’ ειπείν το παράδειγμα που έλεγα. Μόλις προχωρώ, φωνάζει από κάτω άλλος: «Ε, Πάτερ Παϊσιε, που μένεις; Από ‘δω είναι η πόρτα;». Άντε ξανά να σηκωθείς …; Βρε τον πειρασμό! Έξι-επτά φορές μια μέρα μου έκανε το ίδιο, μέχρι που αναγκάσθηκα και έβαλα μερικούς …; φρουρούς! «Εσύ κάθισε εκεί και κοίταζε να μην έρθει κανένας από ‘κει. Εσύ κάθισε εδώ, μέχρι να τελειώσω την δουλειά μου». Έξι-επτά φορές να αρχίζεις ολόκληρη ιστορία, να τους φέρνεις στο σημείο που θα βοηθηθούν, και τα ταγκαλάκια να δημιουργούν σκηνές!
Βρε τον πειρασμό τι κάνει! Γυρίζει το κουμπί συνέχεια σε άλλη συχνότητα. Μόλις ο αγωνιζόμενος πάει να συγκινηθεί λίγο από κάτι, τακ, του γυρίζει το κουμπί αλλού και ξεχνιέται με εκείνο. Θυμάται πάλι κάτι πνευματικό; Τακ, του θυμίζει κάτι άλλο. Τον κάνει όλο τούμπες. Ο άνθρωπος, αν μάθει πως εργάζεται ο διάβολος, θα απαλλαγεί από πολλά πράγματα.
-Γέροντα, πως θα μάθει;
-Να παρακολουθεί. Άμα παρακολουθεί κανείς, μαθαίνει. Βλέπεις, οι τσοπαναραίοι είναι οι καλύτεροι μετεωρολόγοι, γιατί παρακολουθούν τα σύννεφα, τον αέρα.
Πηγή: ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Β’ «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ»

Αγιος Γέροντας Παΐσιος: «Λογική και πνευματική ζωή, δυο καταστάσεις εντελώς αντίθετες»





Όταν ένας αποφασίσει να κάνει πνευματική ζωή, το πρώτο που πρέπει να κάνει είναι να πάρει διαζύγιο από την λογική, εάν θέλει να προκόψει.


Λογική και πνευματική ζωή είναι δυο καταστάσεις εντελώς αντίθετες, που αντίκεινται η μία στην άλλη. Αυτός που ζει πνευματικά δεν χρησιμοποιεί την λογική του.
Από φυσικού τους οι γυναίκες χρησιμοποιούν πολύ την καρδιά τους και λίγο την λογική. Βλέπουμε, οι Απόστολοι μετά την σύλληψη του Χριστού κάθισαν και σκέφθηκαν με την λογική και φοβούμενοι δεν ακολούθησαν τον Χριστό στη Σταύρωση, ενώ οι γυναίκες με την αγάπη της καρδιάς τους ακολούθησαν τον Χριστό μέχρι το Σταυρό.
Κι όταν ο Κύριός μας κάλεσε τον Πέτρο να περπατήσει πάνω στην θάλασσα και να πάει κοντά Του, ο Πέτρος άρχισε να σκέπτεται με την λογική κι άρχισε να βουλιάζει.
Να ενδιαφέρεστε μόνο για τη Θεία δικαιοσύνη κι όχι για την ανθρώπινη. Εγώ, όταν πολεμούσα, δεν υπολόγιζα ούτε τα κρυοπαγήματα ούτε τις ασθένειες ούτε το θάνατο. γι΄ αυτό και πήγαινα πάντα μπροστά στη πρώτη γραμμή. Οι άλλοι κρυβόντουσαν και με κορόϊδευαν, εγώ όμως ένιωθα μέσα μου την χαρά της θυσίας.
ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, ΣΚΕΥΟΣ ΕΚΛΟΓΗΣ, εκδ. ΙΕΡΟΥ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΥ «ΠΑΝΑΓΙΑ, Η ΦΟΒΕΡΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ», 1996, σ. 245.

Αγιος Γέροντας Παΐσιος: Η δύναμη του κομποσχοινιού, λέγοντας την Ευχή





Κάποτε, ένας Αγιοπαυλίτης Μοναχός είχε πάει στον Άγιο Γεράσιμο στην Κεφαλληνία.
Την ώρα της Θείας Λειτουργίας έμεινε μέσα στο Ιερό και έκανε κομποσκοίνι – έλεγε νοερώς την ευχή Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον ημάς – ενώ έξω έψαλλαν.


Είχαν φέρει δε στην Εκκλησία και έναν δαιμονισμένο, για να θεραπευθεί από τον Άγιο Γεράσιμο. Ενώ λοιπόν έλεγε την ευχή ο Μοναχός μέσα από το Ιερό, το δαιμόνιο έξω καιγόταν και φώναζε:
– Μη τραβάς αυτό το σχοινί, ρε καλόγηρε, γιατί με καίει.
Το άκουσα αυτό και ο Ιερεύς και λέει στον Μοναχό:
– Κάνε , αδελφέ μου, κομποσκοίνι, όσο μπορείς , για να ελευθερωθεί το πλάσμα του Θεού από τον δαίμονα.
Τότε ο δαίμονας οργισμένος φώναζε:
– Ρε παλιόπαπα, τι του λες να τραβάει το σχοινί; Με καίει!
Τότε ο Μοναχός με περισσότερο πόνο έκανε κομποσκοίνι, και ο βασανισμένος άνθρωπος απαλλάχθηκε από το δαιμόνιο.
Έλεγε ο Γερο- Ζαχαρίας ότι στην «Μεταμόρφωση» της Νέας Σκήτης έλεγαν οι πατέρες την ευχή εκφώνως.
Κάποτε, είχαν μαζευτεί οι δαίμονες οργισμένοι, και ένας από τους έξω απ’ εδώ φώναξε:
– Λένε εκφώνως την ευχή ∙ δεν έχει δύναμη η προσευχή!
Τότε ένας από τους μεγαλύτερους δαίμονες είπε:
– Είτε εκφώνως είτε νοερώς λένε την ευχή , έχει δύναμη, μια που δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα.
Η ευχή με κόπο
Έλεγε ο Γερο- Αρσένιος , ο Σπηλαιώτης.
– Όταν κάνω κομποσχοίνι όρθιος, αισθάνομαι έντονη ευωδία θεϊκή. Ενώ, όταν λέω την ευχή καθιστός , ελάχιστη ευωδία αισθάνομαι.
Παρόλο που ήταν τότε ενενήντα πέντε χρονών ο Γέροντας, αγωνιζόταν συνέχεια φιλότιμα και συνέχεια πλουτιζόταν πνευματικά, κι ας είχε πολλά αποταμιευμένα πνευματικά κεφάλαια!
Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ Αγιορείται Πατέρες και αγιορείτικα» ΕΚΔΟΣΗ ΙΕΡΟΥ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Αγιος Γέροντας Παΐσιος: «Ποια είναι η γνήσια Αγάπη;»





Αγάπη προς τον Θεό!
Κατ’ εμέ η αγάπη είναι τριών ειδών: η σαρκική αγάπη, η οποία είναι γεμάτη πνευματικά μικρόβια, η κοσμική αγάπη, η οποία είναι φαινομενική, τυπική, υποκριτική, δίχως βάθος, και η πνευματική αγάπη, η οποία είναι αληθινή, η αγνή, η ακριβή αγάπη. Αυτή η αγάπη είναι αθάνατη!


Να έχετε το νου σας συνέχεια στο Θεό. Να λέτε την ευχή, να μιλάτε με το Θεό. Όταν ο άνθρωπος κάνει αυτήν την εργασία, κατ’ αρχάς νιώθει λίγο την αγάπη του Θεού και αργότερα, όσο προχωράει, την νιώθει όλο και πιο πολύ. Ο νους του βρίσκεται μόνιμα πλέον στον Θεό, και δεν τον συγκινεί τίποτα πλέον το γήινο και το μάταιο. Στην καρδιά του φουντώνει η αγάπη προς το Θεό, γεμίζει και δε θέλει πια να σκέφτεται τίποτα άλλο εκτός από τον Θεό. Αδιαφορεί για όλα τα του κόσμου και σκέφτεται συνέχεια τον Ουράνιο Πατέρα. Βλέπεις, όσοι ασχολούνται με εφευρέσεις, απορροφούνται από την επιστήμη. Πού είναι όμως η δική μας απορρόφηση από τον Χριστό;
Όταν ανάψει η πνευματική αγάπη, φλογίζεται όλο το στήθος. Όλο το στήθος γίνεται μια φλόγα. Καίγεται ο άνθρωπος από τη μεγάλη γλυκιά φλόγα της αγάπης του Θεού, πετάει, αγαπάει με αγάπη πραγματική, μητρική. Αυτή η εσωτερική φλόγα, την οποία ανάβει ο ίδιος ο Χριστός με την αγάπη Του, θερμαίνει το σώμα πολύ περισσότερο από την αισθητή φωτιά και έχει τη δύναμη να καίει κάθε σκουπίδι, κάθε κακό λογισμό καθώς και κάθε κακή επιθυμία και άσχημη εικόνα. Τότε η ψυχή αισθάνεται και τις θείες ηδονές που δεν συγκρίνονται με καμιά άλλη ηδονή!
Τι μεγάλο κακό κάνουμε οι περισσότεροι άνθρωποι να μη θέλουμε να δώσουμε την αγάπη μας στον Χριστό, αλλά να την χαραμίζουμε σε γήινα, φθηνά και μάταια πράγματα! Μια ζωή ακόμη και χιλίων ετών, και χιλιάδες καρδιές να έχει κανείς, δεν φθάνουν για να τις δώσει στον Χριστό για την μεγάλη αγάπη που μας έδειξε και που μας δείχνει συνέχεια: μας συγχωρεί, μας ανέχεται και καθαρίζει τις βρώμικες ψυχές μας με το θεϊκό του αίμα.
Κανείς δεν μπορεί να συλλάβει πόσο αγαπάει ο Θεός τον άνθρωπο! Η αγάπη Του δεν συγκρίνεται με τίποτε! Δεν έχει όρια! Είναι τόσο μεγάλη που, κάτι ελάχιστο αν αισθανθεί ο άνθρωπος από την αγάπη αυτήν, η πήλινη καρδιά του δεν μπορεί να την αντέξει∙ διαλύεται, γιατί είναι πηλός.
Όταν δώσει κανείς την καδιά του στον Θεό, όλα τα αγαπάει∙ όχι μόνο όλους τους ανθρώπους. Αλλά και τα πουλιά και τα δένδρα, ακόμη και τα φίδια.
Αν μεθύσει ο άνθρωπος πνευματικά με το ουράνιο κρασί, η ζωή του εδώ στη γη γίνεται μαρτυρική, με την καλή όμως έννοια. Αχρηστεύεται για τον κόσμο, αδιαφορεί για καθετί γήινο και όλα τα θεωρεί «σκύβαλα». Η ουράνια μέθη είναι καλή, αλλά πρέπει να είναι κανείς συνέχεια εκεί, στο ατέλειωτο βαρέλι, το ουράνιο. Εύχομαι να βρείτε την παραδεισένια θεία κάνουλα και να πίνετε και να μεθάτε συνέχεια από το παραδεισένιο κρασί!
Αγάπη προς τον πλησίον!
«Μηδείς το εαυτού ζητείτω αλλά το του ετέρου έκαστος», λέει ο Απόστολος Παύλος. Όλη η βάση στην πνευματική ζωή εδώ είναι: να ξεχνάω τον εαυτό μου με την καλή έννοια και να σκέφτομαι τον άλλο, να συμμετέχω στον πόνο, στην δυσκολία του άλλου. Να μην κοιτάζω πώς να ξεφύγω την δυσκολία, αλλά πώς να βοηθήσω τον άλλο, πώς να τον αναπαύσω.
Όσοι έχουν κοσμική αγάπη μαλώνουν ποιος να αρπάξει περισσότερη αγάπη για τον εαυτό του. Όσοι όμως έχουν την πνευματική, την ακριβή αγάπη μαλώνουν ποιος να δώσει περισσότερη αγάπη στον άλλο. Αγαπούν χωρίς να σκέφτονται αν τους αγαπούν ή δεν τους αγαπούν οι άλλοι, ούτε ζητούν από τους άλλους να τους αγαπούν. Θέλουν όλο να δίνουν και δίνονται, χωρίς να θέλουν να τους δίνουν και να τους δίνονται. Αυτοί οι άνθρωποι αγαπιούνται απ’ όλους, αλλά πιο πολύ απ’ τον Θεό, με τον Οποίο και συγγενεύουν.
Μέσα στον πόνο κρύβεται περισσότερη αγάπη από την κανονική. Γιατί, όταν πονάς τον άλλο, τον αγαπάς λίγο παραπάνω. Αγάπη με πόνο είναι να σφίξεις στην αγκαλιά σου έναν αδελφό σου που έχει δαιμόνιο και το δαιμόνιο να φύγει. Γιατί η «σφιχτή» αγάπη, η πνευματική αγάπη με πόνο, δίνει παρηγοριά θεϊκή στα πλάσματα του Θεού, πνίγει δαίμονες, ελευθερώνει ψυχές και θεραπεύει τραύματα με το βάλσαμο της αγάπης του Χριστού που χύνει. Ο πνευματικός άνθρωπος είναι όλος ένας πόνος. Λειώνει από τον πόνο για τους άλλους, εύχεται, παρηγορεί. Και ενώ παίρνει τον πόνο των άλλων, είναι πάντα χαρούμενος, γιατί ο Χριστός του παίρνει τον πόνο και τον παρηγορεί πνευματικά.
Για να χαίρεται κανείς αληθινά, πνευματικά, πρέπει να αγαπάει, και για να αγαπάει, πρέπει να πιστεύει. Δεν πιστεύουν οι άνθρωποι και γι’ αυτό δεν αγαπούν, δεν θυσιάζονται και δεν χαίρονται. Αν πίστευαν θα αγαπούσαν, θα θυσιάζονταν και θα χαίρονταν. Από τη θυσία βγαίνει η μεγαλύτερη χαρά!
Όταν αγαπάς, χαίρεσαι. Και όταν αυξηθεί η αγάπη, τότε ο άνθρωπος δεν ζητάει την χαρά για τον εαυτό του, αλλά θέλει να χαίρονται οι άλλοι. Η θεϊκή χαρά έρχεται με το δόσιμο!
Κάποτε ένας απλός άνθρωπος παρακαλούσε τον Θεό να του δείξει πως είναι ο Παράδεισος και η κόλαση. Ένα βράδυ λοιπόν στον ύπνο του άκουσε μια φωνή να του λέει: «Έλα, να σου δείξω την κόλαση». Βρέθηκε τότε σ’ ένα δωμάτιο, όπου πολλοί άνθρωποι κάθονταν γύρω από ένα τραπέζι και στη μέση ήταν μια κατσαρόλα γεμάτη φαγητό. Όλοι όμως οι άνθρωποι ήταν πεινασμένοι, γιατί δεν μπορούσαν να φάνε. Στα χέρια τους κρατούσαν από μια πολύ μακριά κουτάλα∙ έπαιρναν από την κατσαρόλα το φαγητό, αλλά δεν μπορούσαν να φέρουν την κουτάλα στο στόμα τους. Γι’ αυτό άλλοι γκρίνιαζαν, άλλοι φώναζαν, άλλοι έκλαιγαν…
Μετά άκουσε την ίδια φωνή να του λέει: «Έλα τώρα να σου δείξω και τον Παράδεισο». Βρέθηκε τότε σ’ ένα άλλο δωμάτιο όπου πολλοί άνθρωποι κάθονταν γύρω από ένα τραπέζι όμοιο με το προηγούμενο και στη μέση ήταν πάλι μια κατσαρόλα με φαγητό και είχαν τις ίδιες μακριές κουτάλες. Όλοι όμως ήταν χορτάτοι και χαρούμενοι, γιατί ο καθένας έπαιρνε με την κουτάλα του φαγητό από την κατσαρόλα και τάιζε τον άλλο. Κατάλαβες τώρα κι εσύ πώς μπορείς να ζεις από αυτήν την ζωή τον Παράδεισο;
Αποσπάσματα από το βιβλίο «Πάθη και Αρετές», του γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου.