Σάββατο 19 Μαρτίου 2016

ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΚΛΗΡΟΣ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑ


ΚΛΗΡΟΣ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Ἡ ἱερωσύνη δὲν εἶναι μέσο γιὰ νὰ σωθῆ ὁ ἄνθρωπος. Ὅταν ἤμουν στὸ Κοινόβιο, μὲ ζόρισαν καὶ γιὰ τὴν ἱερωσύνη καὶ γιὰ τὸ Μεγάλο Σχῆμα. Ὁ σκοπός εἶναι νὰ γίνη κανεὶς ἀπὸ μέσα τοῦ καλόγερος. Ἐμένα αὐτὸ μὲ ἐνδιέφερε· δὲν μὲ ἀπασχολοῦσε τίποτε ἄλλο. Ἐπειδή καὶ ἀπὸ νέος, σάν λαϊκός, εἶχα ζήσει μερικά θεία γεγονότα, ὅταν πῆγα στὸ Μοναστήρι, ἔλεγα: «Ἀρκεῖ νὰ ζῶ καλογερικά». Τὴν βαρύτητα σ΄ αὐτὸ τὴν εἶχα ρίξει καὶ δὲν μὲ ἀπασχολοῦσε πότε θὰ γίνω μεγαλόσχημος ἤ ἄν θὰ γίνω ἱερεύς. Τελευταία ἦρθε κάποιος στὸ Κελλί τῆς Παναγούδας καὶ πάλι ἐπέμενε πολύ νὰ ἱερωθῶ. Πῆγε στὸ Πατριαρχεῖο Γι’ αὐτόν τὸν λόγο, μίλησε στὴν Ἐξαρχία, ὅταν ἦρθε στὸ Ἅγιον Ὅρος… Τοῦ εἶπαν ὅμως: «Πές τὸ καὶ στὸν ἴδιο, μήν τυχόν ἐμεῖς τὸ ἀποφασίσουμε καὶ αὐτός μας φύγη». Ἔτσι ἦρθε καὶ μοῦ τὸ εἶπε. Ὅταν τὸ ἄκουσα, ἔβαλα τὶς φωνές, ὅποτέ μου λέει: «Τουλάχιστον γίνε ἱερεύς, γιὰ νὰ διαβάζης τὴν συγχωρητική εὐχή στούς ἀνθρώπους, ἀφοῦ σου λένε ἐκτός ἀπὸ τὰ προβλήματά τους καὶ τὶς ἁμαρτίες τους. Ἐσύ δὲν μοῦ ἔλεγες πόσα μπερδέματα γίνονται, γιατί οἱ ἄνθρωποι ἄλλοτε τὰ λένε διαφορετικά καὶ ἄλλοτε λένε τὰ μισά ἀπὸ ὅσα τούς λές στούς Πνευματικούς ἤ στούς μητροπολίτες; Νὰ ἀκοῦς τὶς ἁμαρτίες τους, νὰ τούς διαβάζης τὴν συγχωρητική εὐχή, νὰ παίρνουν τὴν ἄφεση καὶ νὰ τακτοποιοῦνται». Ὁ καημένος μὲ καλό λογισμό τὸ ἔλεγε, ἀλλὰ δὲν ἦταν αὐτὸ γιὰ μένα.
Κανέναν δὲν μποροῦν νὰ τὸν ἐξαναγκάσουν οὔτε γιὰ τὴν ἱερωσύνη οὔτε γιὰ τὸ Μεγάλο Σχῆμα. Ἄν ὅμως τὸ δεχθῆ ἀπὸ ὑπακοή καὶ μὲ ταπείνωση καὶ βάλη λίγο φιλότιμο καὶ λίγη ἀγάπη, τότε ὅλα θὰ τὰ ἀναπληρώση ὁ Θεός. Ἐξάλλου ὁ κόσμος ἔχει ἀλάθητο κριτήριο καὶ διακρίνει ποιοί ἔγιναν ἱερεῖς ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, γιὰ νὰ διακονήσουν τὴν Ἐκκλησία Του. Εἶναι μερικοί ποὺ θέλουν νὰ γίνουν ἱερεῖς ἀπὸ ἐπιθυμία νὰ δοξασθοῦν. Αὐτοί θὰ ταλαιπωρηθοῦν, ὅταν βρεθοῦν σὲ δυσκολία, γιατί ὁ Χριστός δὲν θὰ τούς βοηθήση, ἐκτός ἄν ταπεινωθοῦν καὶ μετανοήσουν. Ἄν ὅμως κάποιος θέλη νὰ ἱερωθῆ, χωρίς νὰ ἔχη ἐπιδιώξεις κοσμικές, τότε, ἄν κινδυνεύση, ὁ Χριστός θὰ τὸν βοηθήση. Κανονικά πρέπει νὰ σὲ πιέζουν, νὰ θέλουν οἱ ἄλλοι, ἡ Ἐκκλησία, γιὰ νὰ γίνης ἱερεύς, ὥστε νὰ σὲ σκεπάζη ὁ Χριστός καὶ, ἄν βρεθῆς σὲ δύσκολη στιγμή, νὰ σὲ συμπαρασταθοῦν οἱ ἄλλοι καὶ νὰ βοηθήση καὶ ὁ Χριστός.
Βέβαια στὸν κλῆρο σπάνια καὶ πολύ λίγοι εἶναι αὐτοί ποὺ ξεκινοῦν μὲ προγράμματα δικά τους. Αὐτούς δὲν τούς βάζω στὸν λογαριασμό. Οἱ περισσότεροι ξεκινοῦν μὲ καλή διάθεση, ἀλλὰ μετά ἀρχίζει ὁ διάβολος τὴν δουλειά του, καὶ βλέπεις νὰ μπαίνη ἡ δόξα, νὰ μπαίνη ἡ μανία γιὰ ἀξιώματα καὶ νὰ τὰ ξεχνοῦν ὅλα. Μέχρι ποὺ φθάνουν σὲ σημεῖο νὰ βάζουν καὶ ἀνθρώπους νὰ μεσολαβήσουν γιὰ τὴν ἐκλογή τους σὲ προϊστὰμενο, σὲ μητροπολίτη κ.λπ. Ἐνῶ ξεκίνησαν γιὰ τὸν Χριστό, καταλήγουν στὸν χρυσό… Νὰ ἔχουν χρυσούς σταυρούς, χρυσές μίτρες, διαμάντια, ποικιλία καὶ ὄχι τὰ ἀπαραίτητα. Πῶς μᾶς ξεγελάει ὁ διάβολος, ἅμα δὲν προσέξουμε!
Παλιά οἱ ἱερεῖς ἔκαναν ἄσκηση, εἶχαν ἀρετή, ἦταν ἅγιοι, καὶ οἱ ἄνθρωποι τούς εὐλαβοῦνταν. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι θέλουν δύο πράγματα ἀπὸ τὸν ἱερέα· νὰ εἶναι ἀφιλοχρήματος καὶ νὰ ἔχη ἀγάπη. Ὅταν οἱ ἄνθρωποι βροῦν αὐτὰ  σὲ ἕναν ἱερέα, τὸν θεωροῦν ἅγιο καὶ τρέχουν στὴν Ἐκκλησία· καὶ ἀφοῦ τρέχουν στὴν Ἐκκλησία, σώζονται. Μετά συγκαταβαίνει ὁ Θεὸς καὶ σώζει καὶ τὸν ἱερέα. Ὁ ἱερεύς πάντως πρέπει νὰ ἔχη μεγάλη καθαρότητα.
Τὸν μοναχό ὁ διάβολος προσπαθεῖ νὰ τὸν ἀποδυναμώση μὲ τὶς κακομοιριές , ὥστε νὰ τὸν ἀχρηστέψη καὶ νὰ μήν ἔχη καμμιά δύναμη πνευματική ἡ προσευχή του. Ὁ μοναχός, γιὰ νὰ ἔχη τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πρέπει νὰ εἶναι σωστός μοναχός. Τότε μόνον ἔχει μία θεϊκή ἐξουσία καὶ βοηθάει πολύ θετικά μὲ τὴν προσευχή του. Ἐνῶ ἕνας ἱερεύς, καὶ νὰ μήν ἔχη πνευματική κατάσταση, πάλι βοηθάει μὲ τὴν ἐξουσία ποὺ τοῦ ἔχει δοθῆ μὲ τὴν ἱερωσύνη, ὅταν τελῆ τὰ Μυστήρια, διαβάζη τούς ἀνθρώπους κ.λπ. Ἀκόμη καὶ νὰ σκοτώση ἄνθρωπο, τὰ Μυστήρια ποὺ τελεῖ πάλι ἐνεργοῦν, μέχρι νὰ καθαιρεθῆ. Ἄν ὅμως ἔχη καὶ πνευματική κατάσταση, τότε εἶναι σωστός ἱερεύς καὶ βοηθάει περισσότερο.
Ὅταν μὲ ρωτοῦν ἱερεῖς πῶς θὰ βοηθήσουν τούς ἐνορίτες, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλους ποὺ ἔχουν μία ποιμαντική εὐθύνη, ἕνα πράγμα τονίζω· νὰ κοιτάξουν νὰ κάνουν δουλειά στὸν ἑαυτό τους, νὰ κάνουν τὰ ἀπαραίτητα πνευματικά τους καθήκοντα καὶ κάτι παραπάνω, γιὰ νὰ ἔχουν πάντοτε ἀπόθεμα πνευματικό. Ἡ πνευματική ἐργασία στὸν ἑαυτό μᾶς εἶναι ἀθόρυβη ἐργασία στὸν πλησίον, γιατί μιλάει τὸ παράδειγμα, καὶ τότε μιμοῦνται οἱ ἄνθρωποι τὸ καλό ποὺ βλέπουν καὶ διορθώνονται. Ἐὰν δὲν ἀποκτήσουμε ἐμεῖς πνευματικό πλοῦτο, γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ συντηρούμαστε ἀπὸ τούς πνευματικούς τόκους, ὅταν θὰ ἐργαζώμαστε δωρεάν γιὰ τούς ἄλλους, θὰ εἴμαστε οἱ πιὸ δυστυχισμένοι καὶ ἀξιολύπητοι. Γι’ αὐτὸ νὰ μήν τὸ θεωροῦμε σπατάλη χρόνου, ὅταν κάνουμε ἐργασία στὸν ἑαυτό μας, εἴτε γιὰ λίγο χρονικό διάστημα εἴτε γιὰ πολύ εἴτε γιὰ πάντα, σ΄ ὅλη τὴν ζωή μας, γιατί ἡ μυστική ἐργασία ἔχει τὴν ἰδιότητα νὰ κηρύττη μυστικά τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ μέσα στὶς ψυχές τῶν ἀνθρώπων. Ὁ χαριτωμένος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ μεταδίδει θεία Χάρη καὶ ἀλλοιώνει τούς σαρκικούς ἀνθρώπους. Τούς ἐλευθερώνει ἀπὸ τὴν σκλαβιά τῶν παθῶν καὶ τούς πλησιάζει μ΄ αὐτόν τὸν τρόπο στὸν Θεό καὶ σώζονται.
Ο ΙΕΡΕΥΣ ΕΧΕΙ ΜΕΓΑΛΗ ΕΥΘΥΝΗ
Ὁ ἱερεύς δὲν μπορεῖ ποτέ νὰ κλείση τὴν πόρτα του· ἔχει μεγάλη εὐθύνη. Ὁ ἕνας εἶναι ἀπελπισμένος, ὁ ἄλλος ἄρρωστος καὶ ἔχει ἀνάγκη, ὁ ἄλλος ψυχορραγεῖ· πρέπει ἄλλους νὰ τούς δεχθῆ, ἄλλους νὰ τούς ἐπισκεφθῆ. Δὲν μπορεῖ νὰ ἀρνηθῆ ὁ ἱερεύς. Κινδυνεύουν ψυχές· πρέπει νὰ τὶς βοηθήση. Ἄν δὲν τὶς βοηθήση καὶ τὶς πάρη ὁ Θεὸς ἀτακτοποίητες, ποιός θὰ ἔχη τὴν εὐθύνη; Δὲν θὰ τὴν ἔχη ὁ ἱερεύς; Ἐγώ σάν μοναχός μπορῶ νὰ κλείσω καὶ τὴν πόρτα μου, νὰ φύγω καὶ στὴν ἔρημο, νὰ ἐξαφανισθῶ, καὶ νὰ βοηθῶ μὲ τὴν προσευχή ἀθόρυβα. Γιατί ἡ δουλειά μου δὲν εἶναι νὰ λύνω τὰ προβλήματα τοῦ κόσμου, ἀλλὰ νὰ λέω καμμιά εὐχή γιὰ τὸν κόσμο. Γι’ αὐτὸ δὲν ἔγινα οὔτε παπάς οὔτε Πνευματικός, γιὰ νὰ βοηθάω μὲ ἄλλον τρόπο. Ἄν ἤμουν στὸν κόσμο ἱερεύς, δὲν θὰ μποροῦσα νὰ κλείσω ποτέ τὴν πόρτα μου. Θὰ ἔπρεπε νὰ ἀνταποκρίνωμαι πάντοτε, χωρίς διακρίσεις, σὲ ὅ,τι μου ζητοῦσαν ὅλοι. Πρῶτα θὰ φρόντιζα γιὰ ὅλους τους ἀνθρώπους τῆς ἐνορίας μου καὶ ἔπειτα, ὅ,τι περίσσευε, θὰ ἔδινα στούς ἄλλους ποὺ θὰ μοῦ ζητοῦσαν νὰ τούς βοηθήσω. Θὰ ἐνδιαφερόμουν ὄχι μόνο γιὰ τούς πιστούς, ἀλλὰ καὶ γιὰ τούς ἀπίστους καὶ γιὰ τούς ἀθέους καὶ γιὰ τούς ἐχθρούς της Ἐκκλησίας. Ή, ἄν ἤμουν Πνευματικός καὶ μοῦ ἔλεγε ἕνας κάτι γιὰ ἕναν ἄλλον, θὰ φώναζα καὶ ἐκεῖνον, γιὰ νὰ βγάλω ἄκρη. Θὰ ἔπαιρνα τηλέφωνο, γιὰ νὰ δῶ τί κάνει ὁ ἄλλος ποὺ εἶχε ἕναν πειρασμό, ποὺ ἀντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα κ.λπ. Πῶς θὰ μποροῦσα νὰ ἡσυχάσω;
Ὁ ἱερεύς πρέπει νὰ τραβάη μπροστὰ, γιὰ νὰ ἀκολουθοῦν οἱ πιστοί. Βλέπεις, στὸ κοπάδι πάει μπροστὰ τὸ γκισέμι καὶ τὰ ἄλλα πρόβατα ἀκολουθοῦν. Γυρίζει τὰ κέρατα πρὸς τὰ δεξιά, γυρίζει καὶ ὅλο τὸ κοπάδι δεξιά. Ὅλα τὰ πρόβατα ἀκολουθοῦν τὸ κριάρι, τὸν ἀρχηγό δηλαδή. Γι’ αὐτὸ δὲν ἀπομονώνονται τὰ πρόβατα· πᾶνε τὸ ἕνα πίσω ἀπὸ τὸ ἄλλο. Ἔχει τὸ κριάρι τὴν κατεύθυνση πρὸς τὰ ποῦ θὰ πάη καὶ τὰ πρόβατα ἀκολουθοῦν.
Εἶσαι λ.χ. βοσκός καὶ ἔχεις στὸ κοπάδι σου πολλά ἀρνιά. Ἄλλα χαρούμενα βόσκουν καὶ βαλάζουν καὶ ἄλλα εἶναι καχεκτικά ἤ μὲ καμμιά βδέλλα ἐπάνω τους καὶ ἀπομακρύνονται στὶς ἄκρες. Ποιά θὰ φροντίσης περισσότερο; Δὲν θὰ φροντίσης αὐτὰ  ποῦ εἶναι καχεκτικά; Ή, ἄν χυμήξη σὲ μερικά ἕνα τσακάλι καὶ βάλουν τὶς φωνές, ποῦ θὰ τρέξης; Σ΄ αὐτὰ  ποὺ βελάζουν «μπέ-μπέ»καὶ βόσκουν ἥσυχα ἤ σ΄ αὐτὰ  ποῦ φωνάζουν σπαρακτικά ἀπὸ τὸ τσακάλι; Ὁ τσομπάνος τὸ ἀρρωστιάρικο ἤ πληγωμένο ἀρνί τὸ πονάει περισσότερο καὶ τὸ περιποιεῖται ἰδιαίτερα, μέχρι νὰ πάρη ἐπάνω του καὶ αὐτό. Καὶ αὐτούς ποὺ κάνουν θαύματα καὶ αὐτούς ποὺ ἔχουν τραυματισθῆ ἀπὸ τὸν ἐχθρό διάβολο νὰ τούς ἔχουμε τοποθετημένους στὸν ἴδιο τόπο τῆς καρδιᾶς μας· νὰ μήν περιφρονοῦμε ἐσωτερικά τους δεύτερους. Περισσότερο ἔχω ἀγαπήσει, ἔχω πονέσει καὶ τούς ἔχω στὸν νοῦ μου συνέχεια αὐτούς ποὺ εἶχαν ἄσχημη ζωή καὶ ἀγωνίζονται νὰ κόψουν τὰ πάθη τους, παρά αὐτούς ποὺ δὲν βασανίζονται ἀπὸ πάθη. Ὅταν ὑπάρχη ἐσωτερική ἀγάπη, τότε πληροφορεῖται καὶ ὁ ἄλλος, γιατί αὐτή ἡ ἀγάπη γλυκαίνει καὶ ὅλον τὸν ἐξωτερικό ἄνθρωπο καὶ τὸν ὀμορφαίνει μὲ τὴν θεία Χάρη, ἡ ὁποία δὲν κρύβεται, γιατί ἀκτινοβολεῖ.
Οἱ ποιμένες, εἴτε ἱερεῖς εἶναι εἴτε ἀρχιερεῖς, καλά εἶναι νὰ θυμοῦνται καὶ τὸν Μωυσῆ, τί τράβηξε μὲ τὰ δυὸ ἑκατομμύρια γκρινιάρικο λαό. Πόση προσευχή μὲ ἀγάπη ἔκανε γιὰ τὸν λαό του καὶ πόσο ταλαιπωρήθηκε χρόνια ὁλόκληρα στὴν ἔρημο καὶ αὐτός, μέχρι νὰ τὸν ὁδηγήση στὴν Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας. Ἐὰν αὐτὰ  θὰ φέρνουν στὴν μνήμη τους, θὰ παίρνουν ἄφθονο κουράγιο καὶ δὲν θὰ γογγύσουν ποτέ γιὰ τὶς ἐλάχιστες ταλαιπωρίες τούς ἐν συγκρίσει μὲ τὶς ταλαιπωρίες ποὺ πέρασε ὁ Μωυσῆς.
 ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ ΤΟΥ ΚΛΗΡΟΥ
Αὐτή ἡ καλογερική σήμερα…, τί νὰ πῶ! Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος φοροῦσε ἕνα χονδρό ροῦχο καὶ ἕναν σταυρό πολύ βαρύ γιὰ ἄσκηση, καὶ σήμερα ποῦ φθάσαμε! Ἐκεῖ στὴν Αὐστραλία ποὺ εἶχα πάει, ἦταν μὲ σορτσάκι ἕνας νεωκόρος. «Γιὰ τὴν θάλασσα, τοῦ λέω, γιὰ ΄κεῖ εἶναι αὐτό». «Κινοῦμαι ἔτσι πιὸ ἄνετα», μοῦ λέει. Ἔτσι ξεκινοῦν σιγά-σιγὰ  καὶ μετά φθάνουν: «Νὰ πετάξουμε τὰ ράσα, γιὰ νὰ μή μᾶς καίη ὁ ἥλιος!».Ἐμποδίζει ὁ μανδύας; Πέταξε τὸν. Τὸ μανδήλι ἐμποδίζει, γιατί ἱδρώνεις; Πέταξε τὸ. Ἐκεῖ πᾶμε. Νὰ ρυθμίση καθένας τὸν ἑαυτό του, βρέ παιδάκι μου! Νὰ βάλη λιγώτερα ροῦχα ἀπὸ μέσα.
Καὶ οἱ ἱερεῖς νὰ βγάλουν τὸ ἀντερί καὶ νὰ εἶναι μὲ τὸ παντελόνι; Ἔμ, τί νὰ πῶ; Ὁ μανδύας εἶναι ἔνδυμα τοῦ μοναχοῦ. Δίνεται στὸν σταυροφόρο καὶ στὸν μεγαλόσχημο. Στὴν διάρκεια τῆς κουρᾶς τὸν φοράει ὁ ἀνάδοχος καὶ, ὅταν βάλη τὸ ράσο στὸν νεοκοῦρο, τὸν βγάζει καὶ τοῦ τὸν φοράει. Μοῦ ἔκανε ἐντύπωση στὴν Ἀλεξάνδρεια ποὺ ἔχει καὶ πολλή ζέστη πώς μερικές γυναῖκες φοροῦσαν ὅλο μαῦρα, ἐπειδή τὸ ἔχουν ἀπὸ τὴν παράδοσή τους. Καὶ ἐμεῖς δὲν ἀντέχουμε τὸ ράσο ποῦ τὸ ἔχουμε ἀπὸ τούς Πατέρες μας;
Ὅταν ἤμουν στὸ Καλύβι τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, μία φορά ξεφλούδισα τὸν κορμό τῆς ἐλιᾶς ποὺ ἦταν στὴν αὐλή καὶ ἔγραψα: «Τὰ Δὲνδρα πέταξαν τὴν στολή τους, θὰ δοῦμε τὴν προκοπή τους!...»καὶ δίπλα: «Παπάς ἀράσοτος, ἄρα ἄσωτος». Ἐκεῖνον τὸν καιρό συζητοῦσαν πολύ τὸ θέμα νὰ μή φοροῦν ράσα οἱ ἱερεῖς καὶ ἔρχονταν μερικοί ἐκεῖ, γιὰ νὰ πάρουν ἀπὸ μένα… εὐλογία!
Ἱερεύς νὰ ἔρθη μὲ παντελόνι σὲ ὀρθόδοξο γυναικεῖο Μοναστήρι; Δὲν ταιριάζει». Ὅταν δὲν ντρέπεται αὐτός ποῦ τὸν ἔφερε ἤ ὁ ἴδιος ποῦ ἦρθε χωρίς ράσο, θὰ ντραπῆς ἐσύ νὰ τοῦ δώσης ράσο; Κάποτε συνάντησα στὸ ἀεροδρόμιο ἕναν νέο ἀρχιμανδρίτη μὲ λαϊκά. Πήγαινε στὸ ἐξωτερικό καὶ μοῦ συστήθηκε: «Εἶμαι ὁ πατήρ τάδε». «Ποῦ εἶναι τὰ ράσα σου;», τοῦ εἶπα καὶ φυσικά δὲν τοῦ ἔβαλα μετάνοια.
Ὅταν εἶχε πάει ὁ Πατριάρχης Δημήτριος στὴν Ἀμερική στὴν Σχολή τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, πῆγαν μερικοί εὐλαβεῖς φοιτητές Ἀμερικάνοι καὶ τοῦ εἶπαν: «Παναγιώτατε, στὴν ἐποχή μᾶς πρέπει ὁ κλῆρος νὰ ἐκσυγχρονισθῆ». Καὶ ὁ Πατριάρχης ἀπάντησε: «Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς λέει: «ὅταν οἱ κληρικοί γίνουν λαϊκοί, οἱ λαϊκοί θὰ γίνουν δαίμονες!».«Καλά δὲν τούς εἶπε; Τοῦ ἑτοίμασαν γιὰ νὰ μείνη ἕνα πολυτελέστατο δωμάτιο μὲ κρεββάτι ἐπίσημο κ.λπ. Μόλις τὸ εἶδε, εἶπε: «Ποῦ θὰ μείνω; Σ΄ αὐτὸ τὸ δωμάτιο; Φέρτε μου καλύτερα ἕνα ράνζο. Ὁ κληρικός, ὅταν κοσμικοποιηθῆ, γίνεται ὑποψήφιος διάβολος».


ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου