Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2020

Πρέπει να προσπαθήσουμε να αποκτήσουμε φιλία με τους αγγέλους – Άγιος Παΐσιος

 

Πρέπει να προσπαθήσουμε να αποκτήσουμε φιλία με τους αγγέλους - Άγιος Παΐσιος
Οι άγγελοι δημιουργήθηκαν πριν από τον ορατό κόσμο και τον άνθρωπο. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο Θεός «έπλασε τούς αγγέλους πρίν από εμάς για χάρη μας για να αποστέλλονται ως διάκονοι, όπως λέγει ο Παύλος, στους μέλλοντας να κληρονομήσουν την σωτηρία» (Ε.Π.Ε., τόμ. 9ος, σελ. 80, 81)

Οι άγγελοι δημιουργήθηκαν πριν από τον ορατό κόσμο και τον άνθρωπο. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο Θεός «έπλασε τούς αγγέλους πρίν από εμάς για χάρη μας για να αποστέλλονται ως διάκονοι, όπως λέγει ο Παύλος, στους μέλλοντας να κληρονομήσουν την σωτηρία» (Ε.Π.Ε., τόμ. 9ος, σελ. 80, 81)

Σύμφωνα με την Ορθόδοξη θεολογία, όπως συνοψίζεται στην διδασκαλία του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, οι άγγελοι είναι υπάρξεις πνευματικές, αεικίνητες, ελεύθερες, ασώματες, που υπηρετούν τον Θεόν και είναι κατά χάριν αθάνατες.

Το σχήμα και την κατάσταση των υπάρξεων αυτών, μόνον ο Θεός τα γνωρίζει. Είναι όμως ασώματοι και αεικίνητοι οι άγγελοι σε σχέση με τούς ανθρώπους. Σέ σύγκριση με τον Θεό, τον μόνον ασώματο, είναι δυσκίνητοι και υλικοί. Είναι πλασμένοι από λεπτή ύλη.

Μόνον ο Θεός είναι αληθινά άϋλος και ασώματος. Δεν έχουν ανάγκη από γλώσσα και ακοή, αλλά πληροφορούνται μεταξύ τους τα προσωπικά διανοήματα και τις αποφάσεις τους, χωρίς τον προφορικό λόγο. Όταν επικοινωνούν με τούς ανθρώπους, τότε λαμβάνουν σχήμα και μορφή για να μπορούν οι άνθρωποι να τούς βλέπουν. Η θέα τους είναι φωτεινή και τα ρούχα τους είναι συνήθως λευκά, πράγμα που φανερώνει την καθαρότητά τους. Τροφή τους είναι η θέα του Θεού, τον Οποίο βλέπουν, κατά το μέτρο της δυνατότητός τους.

Οι άγγελοι και οι αρχάγγελοι, διαφυλάττουν τα μέρη της γής, είναι άρχοντες των λαών και των χωρών, όπως τούς όρισεν ο Δημιουργός, τακτοποιούν τα ανθρώπινα και προστατεύουν όσους τούς επικαλούνται, κυρίως από το μίσος και την μανία του διαβόλου.

«Όπου επισκιάσει η χάρις σου Αρχάγγελε, εκείθεν του διαβόλου διώκεται η δύναμις, ου φέρει γάρ τώ φωτί σου προσμένειν ο πεσών εωσφόρος…». (Δοξαστικό των αίνων, 8ης Νοεμβρίου).

Σέ κάθε θεία Λειτουργία, η οποία είναι Σύναξη ουρανού και γής, συλλειτουργούν με τον Αρχιερέα ή τον Ιερέα άγγελοι. Στήν μικρή είσοδο, ο Λειτουργός παρακαλεί τον Κύριο να στείλη αγγέλους, για να συλλειτουργήσουν μαζί του και θα συνδοξολογήσουν την αγαθότητα του Θεού. Ο Διάκονος, επίσης, δέεται: «άγγελον ειρήνης, πιστόν οδηγόν, φύλακα των ψυχών και των σωμάτων ημών παρά του Κυρίου αιτησώμεθα».

«Εννέα είναι τα ουράνια τάγματα και τρείς τάξεις ή τρία συστήματα, που το καθένα αποτελεί τριάδα».

Η πρώτη τριάς είναι αυτή που είναι πάντοτε γύρω από τον Θεό και είναι έτοιμη να ενωθή με αυτόν αμέσως, χωρίς την μεσολάβηση κανενός. Είναι η τάξη των εξαπτερύγων Σεραφίμ και των πολυομμάτων Χερουβίμ και των αγιοτάτων Θρόνων.

Δευτέρα τάξη είναι εκείνη των Κυριοτήτων, των Δυνάμεων και των Εξουσιών. Έργο της είναι οι διευθετήσεις των μεγάλων πραγμάτων, οι ενέργειες των θαυμάτων και ο Τρισάγιος ύμνος, το Άγιος, Άγιος, Άγιος.

Τρίτη και τελευταία είναι η τάξη των Αρχών, των Αρχαγγέλων και των Αγγέλων, το χαρακτηριστικό γνώρισμα της οποίας είναι το «λειτουργικόν εν διακονίαις και τέλος ο ιερός ύμνος του Αλληλούϊα»» (Φιλοκαλία, τόμ. 3ος, σελ. 354, 355).

Από την ώρα που βγήκαμε από την μήτρα της Εκκλησίας, την Κολυμβήθρα του βαπτίσματος, μάς παραστέκει ένας άγγελος, ο οποίος είναι φύλακας των ψυχών και των σωμάτων μας. Δέν φεύγει από κοντά εάν εμείς δεν τον διώξουμε με την αμαρτωλή ζωή μας. Εκείνο που τον ξαναφέρνει κοντά μας είναι η αληθινή μετάνοια. Οι άγγελοι χαίρονται και πανηγυρίζουν, όταν κάποιος μετανοή ειλικρινά.
Στό τέλος του «Μικρού Αποδείπνου», μιάς κατανυκτικής ακολουθίας που θα πρέπει να την διαβάζουμε όλοι μας κάθε βράδυ, υπάρχει μιά θαυμάσια προσευχή στον φύλακα άγγελό μας.

Ο άγιος Παΐσιος έλεγε ότι πρέπει να προσπαθήσουμε να αποκτήσουμε φιλία με τούς αγίους και τούς αγγέλους.

Ιδιαίτερα, με τον άγιο του οποίου φέρουμε το όνομα και με τον φύλακα άγγελό μας.

Καί αυτό μπορεί να γίνη με την οργανική ένταξή μας στην πνευματική ατμόσφαιρα της Εκκλησίας, με την αδιάλειπτη προσευχή, την μυστηριακή ζωή και την άσκηση, ήτοι την βίωση των εντολών του Χριστού.

Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2020

«Εντεύξεις, δεήσεις και προσευχάς»

 

«Εντεύξεις, δεήσεις και προσευχάς»

«Εντεύξεις, δεήσεις και προσευχάς»

Του Σεβ. Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ, Υπερτίμου και Εξάρχου Άνω Μακεδονίας

Εισήλθαμε, με τη βοήθεια του Θεού και τις πολλές πρεσβείες της Υπεραγίας Θεοτόκου, στον τελευταίο μήνα του εκκλησιαστικού μας έτους, αφού όλοι γνωρίζουμε ότι αυτό αρχίζει την 1η Σεπτεμβρίου. Θα πρέπει, ακόμη, να γνωρίζουμε από την εκκλησιαστική μας ιστορία, ότι οι δεκατέσσερις πρώτες ημέρες του μηνός Αυγούστου ήταν αφιερωμένες στην τιμή του Τιμίου Σταυρού. Γι’ αυτό, εξήρχετο λιτανευτικά από το ιερό Παλάτιο την 1η Αυγούστου και μεταφερόταν στις συνοικίες της Κωνσταντινουπόλεως προς ευλογία και αποτροπή από νόσους και επιδημίες. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, ψάλλουμε κατά τις ημέρες αυτές τις περίφημες καταβασίες: «Σταυρόν χαράξας Μωσής …» και μάλιστα, ακόμη και αυτή την ημέρα της ενδόξου Μεταμορφώσεως του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

Το Συναξάριον της Κωνσταντινουπόλεως (του 9ου αιώνος) αναγράφει: «Τη αυτή ημέρα βάπτισις των Τιμίων Ξύλων …», δηλαδή ετελείτο Αγιασμός μετά του Τιμίου Σταυρού, προκειμένου να αγιασθούν οι πιστοί, να πάρουν την χάρη και την ευλογία του Τιμίου Σταυρού και να απαλλαγούν από τις διάφορες ασθένειες (Τυπικόν Αγίου Σάββα, υπό Γέροντος Δοσιθέου). Από τότε, όμως, που ο Τίμιος Σταυρός εκλάπη από τους Σταυροφόρους, ο μήνας Αύγουστος αφιερώθηκε στο πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου.

Έχει διασωθεί μία περίφημη ομιλία του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, ο οποίος, στη συμβουλεύουσα, τη Θεσσαλονίκη, έκανε αυτήν τη λιτανεία του Τιμίου Σταυρού. Τελούσε την ακολουθία του Αγιασμού και προέτρεπε τους Χριστιανούς να ακολουθούν αυτήν την παράδοση. Ας απολαύσουμε ένα μέρος αυτής της ομιλίας, ας ακούσουμε τις πνευματικές συμβουλές του μεγάλου πατρός της Εκκλησίας μας, ιδιαίτερα κατά τις δύσκολες αυτές ώρες της πανδημίας που διέρχεται ο πλανήτης μας, αλλά και η πατρίδα μας:

«Η φιλανθρωπία λοιπόν των θεοφόρων πατέρων, επειδή από τις τέσσερις εποχές του έτους νοσηρή είναι η θερινή, και από αυτήν περισσότερο ο ίδιος ο Αύγουστος μήνας (γιατί η ύλη μέσα μας, υπερθερμαινομένη από την προηγηθείσα θέρμη και τα καύματα, οποιαδήποτε από τα μέσα μας στοιχεία τύχει να βρει, ένα ή δύο, τα αναχέει προς ολόκληρο το σώμα, και έτσι αχρηστεύοντας τα άλλα στοιχεία που είναι μέσα μας, προξενεί τις νόσους η φιλανθρωπία λοιπόν των ιερών πατέρων, όπως είπα, βλέποντας νοσηρό αυτόν τον καιρό, για να μας ανακουφίσει τις ασθένειες, διέταξε να τελούμε αυτό το αγιασμένο νερό του ραντισμού, ώστε αγιαζόμενοι με αυτό όσοι προσερχόμαστε με πίστη, να παραμένομε ανώτεροι από τα νοσήματα που μας προσβάλλουν και προσέρχονται από τα αμαρτήματα, και συγχρόνως μας διδάσκουν, αν συμβεί σε κάποιον νόσος, να μη τρέχει προς τους μάγους και γητευτές, αλλά προς τον Θεό, προς την πρεσβεία των αγίων, προς τις για χάρη μας ικεσίες και δεήσεις και προσευχές των αφιερωμένων και αφοσιωμένων σε όλη τη ζωή τους σ΄ αυτόν΄ γιατί αυτοί που καταφεύγουν σε μαγείες και γητεύματα αθετούν την ύπαρξη του Θεού, συντάσσονται με τους δαίμονες, θανατώνουν τις ψυχές τους, και πολλές φορές τρυγούν από αυτά και αθεράπευτες ασθένειες και θάνατο. Πράγματι όταν κάποτε ο Οχοζίας, υιός του Αχαάβ, περιέπεσε σε ασθένεια, έστειλε, σύμφωνα με τη Γραφή, προς τον θεό της Ακκαρών, της οποίας οι κάτοικοι ήταν ειδωλολάτρες και γίνονταν με μαγείες και μαντείες΄ έστειλε λοιπόν ο υιός του βασιλιά Αχαάβ προς τους ειδωλολάτρες αυτούς ανθρώπους του για να μάθει τα σχετικά με την ασθένεια του. Όταν όμως συνάντησε τους απεσταλμένους ο προφήτης Ηλιού τους είπε΄ «επειδή τάχα δεν υπάρχει Θεός στον Ισραήλ, πηγαίνετε σεις να ζητήσετε θεό στον Βάαλ της Ακκαρών; Αυτά λέγει ο Κύριος η κλίνη στην οποία ανέβηκες δεν πρόκειται να κατεβείς, αλλά θα πεθάνεις οπωσδήποτε» (Γρηγορίου του Παλαμά, Ομιλία ΛΑ΄ στη λιτανεία της πρώτης Αυγούστου, Ε.Π.Ε. 10,16).

Άγιος Παΐσιος: Η αληθινή αγάπη πληροφορεί τον άλλον…

 

Άγιος Παΐσιος: Η αληθινή αγάπη πληροφορεί τον άλλον...

Άγιος Παΐσιος: Η αληθινή αγάπη πληροφορεί τον άλλον…

– Γέροντα, πώς θα δείξω αγάπη;


– Να δείξω αγάπη; Δεν το καταλαβαίνω. Αυτό είναι κάτι ψεύτικο, υποκριτικό. Να υπάρχει η αγάπη μέσα μας και να μας προδώσει, ναι. Η αληθινή αγάπη πληροφορεί τον άλλον χωρίς εξωτερικές εκδηλώσεις. Αγάπη είναι να ακούσεις με πόνο την στενοχώρια του άλλου.

Αγάπη είναι κι ένα βλέμμα πονεμένο κι ένας λόγος που θα πεις με πόνο στον άλλον, όταν αντιμετωπίζει κάποια δυσκολία. Αγάπη είναι να συμμερισθής την λύπη του, να τον αναπαύσεις στην δυσκολία του.

Αγάπη είναι να σηκώσεις έναν βαρύ λόγο που θα σου πει. Όλα αυτά βοηθούν περισσότερο από τα πολλά λόγια και τις εξωτερικές εκδηλώσεις.

Όταν πονάς εσωτερικά για τον άλλον, ο Θεός τον πληροφορεί για την αγάπη σου και την καταλαβαίνει χωρίς εξωτερικές εκδηλώσεις.

Όπως και όταν δεν εκδηλώνεται η κακία μας, αλλά είναι εσωτερική, πάλι ο άλλος την καταλαβαίνει. Βλέπεις, και ο διάβολος, όταν παρουσιάζεται ως «άγγελος φωτός», φέρνει ταραχή, ενώ ο Άγγελος ο πραγματικός φέρνει μια απαλή ανέκφραστη αγαλλίαση.

– Τι είναι αυτό, Γέροντα, που με εμποδίζει να πληροφορούμαι την αγάπη των άλλων;

– Μήπως δεν έχεις καλλιεργήσει την αγάπη; Όποιος αγαπάει, πληροφορείται για την αγάπη του άλλου, αλλά και πληροφορεί τον άλλον για την αγάπη του.

Καταλαβαίνει ο άλλος αν υποκρίνεσαι ή αν τον αγαπάς πραγματικά, γιατί πάει σαν τηλεγράφημα η αγάπη. Αν κάνουμε λ.χ. μια επίσκεψη σ’ ένα ορφανοτροφείο , τα παιδιά αμέσως θα καταλάβουν με τι διάθεση πήγαμε.

Είχαν έρθει μια φορά στο Καλύβι να ζητήσουν τη γνώμη μου κάποιοι που ήθελαν να κάνουν ένα ίδρυμα για εγκαταλελειμμένα παιδιά. «Το κυριώτερο από όλα, τους είπα, είναι να πονέσετε τα παιδιά αυτά σαν παιδιά σας και ακόμη περισσότερο.

Αυτό είναι που θα πληροφορήσει τα παιδιά για την αγάπη σας. Αν δεν τα πονάτε, μην ξεκινάτε να κάνετε τίποτε».

Τότε ένας γιατρός , πολύ ευλαβής, είπε: «Έχεις δίκαιο, Πάτερ. Κάποτε μια συντροφιά είχαμε επισκεφθεί για πρώτη φορά ένα ορφανοτροφείο και τα παιδιά κατάλαβαν την διάθεση του καθενός. «Ο κύριος τάδε, είπαν, είναι περαστικός ο κύριος τάδε ήρθε να περάσει την ώρα του μαζί μας ο κύριος τάδε μας αγαπάει πραγματικά»». Βλέπετε πώς πληροφορεί η αγάπη.

Χαίροις πάτερ Παΐσιε

Άγιος Παΐσιος: Τι σημαίνει «Δόξα σοι ο Θεός»

 


Άγιος Παΐσιος: Τι σημαίνει «Δόξα σοι ο Θεός»

Άγιος Παΐσιος: Τι σημαίνει «Δόξα σοι ο Θεός»

– Γέροντα, τι σημαίνει το «Δόξα σοι ο Θεός»;
– «Δόξα σοι ο Θεός» θα πη «να γίνη γνωστός ο Θεός στους ανθρώπους». Βλέπεις και εκείνο που είπε ο Χριστός: «Εγώ σε εδόξασα επί της γης …και νυν δόξασόν με σύ, Πάτερ», μερικοί το παρεξηγούν και λένε: «Εγώ Πατέρα, Σε έκανα γνωστό επί της γης, κάνε με γνωστό κι Εσύ, για να πιστέψουν οι άνθρωποι».


– Γέροντα, αισθάνομαι την ανάγκη να λέω περισσότερο το «δόξα σοι ο Θεός» παρά το «Κύριε ελέησον». Μήπως δεν είναι σωστό;
– Καλό είναι αυτό, ευλογημένη. Εγώ μπορεί να περάσω ολόκληρη μέρα κάνοντας εργόχειρο και λέγοντας «Δόξα σοι ο Θεός. Δόξα σοι ο Θεός, γιατί ζω. Δόξα σοι ο Θεός, γιατί θα πεθάνω και θα πάω κοντά στον Θεό. Δόξα σοι Θεός, ακόμη και αν με βάλη στην κόλαση και πάρη έναν κολασμένο στον Παράδεισο. Και εάν θέλη να μη με θυμάται στην κόλαση και λυπάται, ας πάρη πολλούς κολασμένους στον Παράδεισο, ώστε η χαρά Του γι’ αυτούς να είναι περισσότερη και να λιγοστέψη η στενοχώρια Του για μένα».

Το «δόξα σοι ο Θεός» να μη λείπη ποτέ από τα χείλη σας. Εγώ, όταν πονάω, το «δόξα σοι ο Θεός» έχω για χάπι του πόνου∙ τίποτε άλλο δεν με πιάνει. Το «δόξα σοι ο Θεός» είναι ανώτερο και από το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Έλεγε ο Παπα- Τύχων: «Το “ Κύριε ελέησον” έχει εκατό δραχμές, το “δόξα σοι ο Θεός” έχει χίλιες δραχμές∙ είναι δηλαδή πολύ πιο ακριβό».

Ήθελε να πη ότι ο άνθρωπος ζητάει το έλεος του Θεού από ανάγκη, ενώ δοξολογεί τον Θεό από φιλότιμο, και αυτό έχει μεγαλύτερη αξία. Συνιστούσε μάλιστα να λέμε το «δόξα σοι ο Θεός», όχι μόνον όταν είμαστε καλά, αλλά και όταν περνάμε δοκιμασίες, γιατί και τις δοκιμασίες τις επιτρέπει ο Θεός για φάρμακα της ψυχής.

– Γέροντα, μερικές φορές όταν λέω «δόξα τω Θεώ», νιώθω μέσα μου ένα φτερούγισμα. Τι είναι αυτό;
– Αγαλλίαση πνευματική είναι. Τώρα, επειδή μου έδωσες χαρά που λες «δόξα τω Θεώ», από την χαρά μου θα αρχίσω να γράφω «δόξα τω Θεώ, δόξα τω Θεώ», και θα γεμίσω μία κόλλα χαρτί με το «δόξα τω Θεώ». Ο Θεός να σε αξιώση στην άλλη ζωή να είσαι μαζί με τους Αγγέλους που δοξολογούν συνέχεια τον Θεό. Αμήν.

Περί προσευχής
Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου Λόγοι Ζ´
Ιερόν Ησυχαστήριον Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος
Σουρωτή Θεσσαλονίκης

Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2020

Άγιος Παΐσιος: Βλέπω τι μας περιμένει, γι᾿ αυτό πονάω…

 

Άγιος Παΐσιος: Βλέπω τι μας περιμένει, γι᾿ αυτό πονάω...

Άγιος Παΐσιος: Βλέπω τι μας περιμένει, γι᾿ αυτό πονάω…

Βλέπω τι μας περιμένει, γι᾿ αυτό πονάω. Μην αφήνετε τον εαυτό σας χαλαρό. Ξέρετε τι τραβάνε αλλού οι Χριστιανοί;


Στην Ρωσία μέσα στα κάτεργα. Τι δυσκολίες! Που πνευματικά βιβλία! Αφήστε την Αλβανία. Δυστυχία! Δεν έχουν να φάνε. Ούτε Εκκλησίες άφησαν ούτε μοναστήρια. Τα ονόματά τους τα άλλαξαν και αυτά, γιατί δεν ήθελαν να ακούγωνται χριστιανικά ονόματα.

Και στην Αμερική ακόμη, οι Ορθόδοξοι είναι λίγοι, σκορπισμένοι σε διάφορα μέρη, και ξέρετε τι τραβάνε; Να μην υπάρχει ορθόδοξη κοινότητα, να πηγαίνουν με το τραίνο ώρες μακριά, για να εκκλησιασθούν, να έρχωνται στο Άγιον Όρος να συμβουλευθούν για ένα θέμα! Είναι μεγάλη αχαριστία αυτό το χαλαρό πνεύμα που υπάρχει στην Ελλάδα.

Χαίροις πάτερ Παΐσιε

Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2020

Πως περνούσε την ημέρα του ο Άγιος Παΐσιος στο μικρό Καλυβάκι του Τιμίου Σταυρού

 

Άγιος Παΐσιος: Θα ʹρθει η οργή του Θεού. Θα δώσουμε εξετάσεις
ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ | Πως περνούσε την ημέρα του ο Άγιος Παΐσιος στο μικρό Καλυβάκι του Τιμίου Σταυροy

Στην διαδρομή από Σταυρονικήτα προς Καρυές, λίγο μετά το προσκυνητάρι από τα αριστερά του δρόμου, ξεκινά ένα μονοπάτι. Διασχίζει χαμηλό δάσος από κουμαριές, άρια και ρείκια, ανεβοκατεβαίνει σε ανώμαλο έδαφος και καταλήγει σε ένα Καλύβι περιφραγμένο με συρματόπλεγμα.

Δίπλα στην πόρτα υπήρχε ένα κουτί με σχισμή, σαν γραμματοκιβώτιο, και ένα σημείωμα που έγραφε περίπου τα εξής: «Σημειώστε στο χαρτί τι θέλετε να συζητήσουμε και βάλτε το μέσα στο κουτί. Περισσότερο θα ωφεληθήτε από την προσευχή παρά από την συζήτηση».

Ένα σύρμα δεμένο πάνω στην περίφραξη χρησίμευε για να χτυπά το καμπανάκι και να ειδοποιήται ο Γέροντας. Την ευρύχωρη αυλή κάλυπταν ελαιόδενδρα και λίγα κλήματα. Επάνω στο μονοπάτι δέσποζε ένας σωρός ξύλα. Τα είχε τοποθετήσει εκεί, για να μη φαίνεται όταν κυκλοφορούσε από το κελλί στο εργαστήριο. Κατηφορίζοντας προς το Κελλί δεξιά, κάτω από μια ελιά, ήταν ένα τραπεζάκι και δυο-τρία πρόχειρα καθίσματα, το θερινό Αρχονταρίκι του. Αριστερά ήταν ο τάφος του παπα-Τύχωνα, όπου ο Γέροντας είχε φυτεύσει δενδρολίβανα για να μην πατιέται.

Τρία-τέσσερα σκαλοπάτια ωδηγούσαν σ’ ένα διάδρομο, που υπήρχε πριν από την είσοδο, ανάμεσα στο σπίτι και σ’ ένα πεζούλι. Οι άκρες του διαδρόμου ήταν κλειστές με πόρτες, για να κόβεται το ρεύμα του αέρος. Αριστερά ήταν ένα πρωτόγονο μαγειρείο· μια θέση στο πεζούλι, όσο να χωρά η κατσαρόλα, και από κάτω ένας χώρος για ν’ ανάβη φωτιά. Υπήρχε μικρό υπόστεγο πριν από την είσοδο της Καλύβης και ο προσκυνητής, περνώντας την θύρα της εισόδου, βρισκόταν σε έναν προθάλαμο με ένα βήμα πλάτος και τρία μήκος, που φωτιζόταν από ένα παραθυράκι. Κατ’ ευθείαν εμπρός ήταν το κελλί του Γέροντα και αριστερά το Εκκλησάκι του Τιμίου Σταυρού με τρεις-τέσσερις εικόνες στο τέμπλο, ένα στασίδι, ένα αναλόγιο και τίποτε άλλο. Εντυπωσιακή απλότητα.

Λίγα μέτρα δυτικώτερα από την είσοδο άλλη εξωτερική πόρτα ωδηγούσε στο εργαστήριό του και στο Αρχονταρίκι· ένα μικρό, φτωχό κελλάκι με χαμηλό ταβάνι από καλάμια και χώμα, και με δυο πολύ στενά κρεββάτια, που μεταξύ τους απείχαν ελάχιστα, μόλις χωρούσε να σταθή ένας άνθρωπος.

Το μικρό Καλυβάκι του Τιμίου Σταυρού δεν είχε πολλές δυνατότητες φιλοξενίας και ο Γέροντας με το ησυχαστικό του τυπικό φιλοξενούσε με διάκριση, όταν έκρινε ότι υπήρχε ανάγκη. Γράφει σε επιστολή του (21-12-71): «…Έχω όλη την αγαθήν προαίρεσιν να σας φιλοξενώ με όλην την γύφτικήν μου φιλοξενία στην Καλύβη μου και να είμαι δικός σας όχι ο μισός Παΐσιος αλλά ολόκληρος. Όποτε θέλετε να μη διστάζετε, (διότι όταν θα καταλάβω ότι διστάζετε, θα στενοχωρηθώ). Μόνον τώρα τον χειμώνα, ένα μόνον δέχεται η Καλύβη. Δυστυχώς η Καλύβη μου δεν συμφωνεί με την καρδιά μου».

Ανατολικά του Κελλιού υπήρχε στέρνα με βρόχινο νερό που συγκεντρωνόταν από την σκεπή με λούκια. Από αυτό έπινε και προσέφερε και στους επισκέπτες. Πιο πέρα υπήρχε άλλη ανοιχτή μεγαλύτερη στέρνα για άρδευση, που ποτέ δεν χρησιμοποίησε, γιατί δεν καλλιεργούσε κήπο.

Εξωτερικά η ζωή του Γέροντα στο Καλύβι του Τιμίου Σταυρού ήταν περίπου η εξής: Αποβραδίς κοιμόταν δυο-τρεις ώρες και ξυπνούσε κοντά στα μεσάνυχτα. Έκανε αγρυπνία και ξεκουραζόταν λίγο το πρωί, πριν από το φώτισμα. Την ημέρα, αν δεν είχε επισκέπτες, έκανε εργόχειρο: Σταμπωτά εικονάκια και Σταυρούς στην πρέσσα. Τις υπόλοιπες ώρες μελετούσε, προσευχόταν και απαντούσε στα πολλά γράμματα που ελάμβανε από πλήθος ανθρώπων και που παρακαλούσαν για προσευχή ή ζητούσαν απάντηση σε σοβαρά προβλήματα. Έγραφε επί ώρες την ημέρα και όταν σκοτείνιαζε συνέχιζε με το κερί. Με την πάροδο των ετών οι επισκέπτες αυξήθηκαν κατά πολύ. Πολλές ώρες τον απασχολούσαν με τα προβλήματά τους. Έγραφε: «Ήμουν κρυωμένος με πυρετό. Οι επισκέπτες από το ένα μέρος μού ανεβάζανε τον πυρετό, αλλά από το άλλο δεν μ’ αφήνανε να πεθάνω, γιατί δεν ευκαιρούσα».

Βρέθηκε σε δίλημμα: Να παραμείνη ή να πάη πάλι στο Σινά ή κάπου αλλού για ησυχία; Δεν βιάστηκε· έκανε προσευχή για να μην κάνη «του κεφαλιού του», και είδε ότι το θέλημα του Θεού ήταν να παραμείνη.

Τα γράμματα όμως όλο και πλήθαιναν. Γι’ αυτό κατά το έτος 1977 αποφάσισε να μην απαντά, εκτός από επείγουσες και σοβαρές περιπτώσεις. Το ανακοίνωσε σε μερικούς και το έμαθαν και άλλοι. Εξηγούσε σχετικά: «Εγώ, ας υποθέσουμε, ξεκίνησα για καλόγηρος. Βλέπω ότι αυτό με βγάζει από τον σκοπό μου». Δεν σταμάτησε όμως να προσεύχεται για όσους έστελναν επιστολές. Αντιθέτως περιώρισε την αλληλογραφία για να του μένη περισσότερος χρόνος για προσευχή, την οποία και θεωρούσε ως την κυριώτερη προσφορά τού μοναχού προς τον κόσμο.

Εξ άλλου η σε αφάνταστο βαθμό απλοποιημένη ζωή του του έδινε την δυνατότητα να αφιερώνη σχεδόν όλον τον χρόνο στα πνευματικά και σε όσους είχαν πνευματική ανάγκη.

Για ένα διάστημα, δύο ημέρες την εβδομάδα (Τετάρτη και Παρασκευή), παρέμενε έγκλειστος. Δεν άνοιγε σε κανένα. Νήστευε, προσευχόταν και έκανε λεπτή πνευματική εργασία στον εαυτό του. Είχε και ένα πολύ μικρό Καλυβάκι στο δάσος, προς το ρέμα, πρόχειρα φτιαγμένο, σκεπασμένο με λαμαρίνα, κοντά σε μια πηγούλα, και μερικές φορές αποσυρόταν σε αυτό για περισσότερη ησυχία. Μετά τον εγκλεισμό ή την απουσία του έπαιρνε τα σημειώματα των επισκεπτών και έκανε γι’ αυτούς προσευχή καρδιακή.

Συνήθως ελειτουργείτο και κοινωνούσε στο Μοναστήρι. Έκανε όμως κατά διαστήματα και στο Εκκλησάκι του θεία Λειτουργία ή πήγαινε κάπου-κάπου και σε γνωστά του Κελλιά να λειτουργηθή.

Μάζευε ελιές και κάποιες φορές με ένα πρωτόγονο και πρωτότυπο ελαιοτριβείο δικής του επινοήσεως και κατασκευής, έβγαζε λίγο λάδι για τα καντήλια της Εκκλησίας. Έδινε ελιές σε πτωχούς ασκητές και γεροντάκια της Καψάλας. Τους επισκεπτόταν για να ωφελήται και να τους βοηθά σε ό,τι μπορούσε.

Με μαγειρεύματα δεν καταπιανόταν, εκτός αν, πολύ σπάνια, φιλοξενούσε κάποιον. Κάποτε φιλοξένησε γνωστό του νέο. Έβαλε να μαγειρέψη. Στούμπισε λίγες φακές, έβαλε και λίγο ρύζι στην κατσαρόλα, το ανάλογο νερό και άναψε την φωτιά με ένα δεματάκι φρύγανα από ρείκια και σουσούρια, που αφθονούν στην περιοχή. Κάθησαν πιο πέρα και συνωμιλούσαν. Ο νέος νόμισε ότι ο Γέροντας απορροφήθηκε από την συζήτηση και λησμόνησε το μαγείρευμα. Σε λίγο όμως το φαγητό ήταν έτοιμο. Δεν χρειάσθηκε ούτε ανακάτεμα. Τοσο απλή ήταν η μαγειρική του.

Έκαναν τον Εσπερινό με κομποσχοίνι. Ο νέος στο Εκκλησάκι και ο Γέροντας στο κελλί του, όπου διάβασε και το Θεοτοκάριο. Ύστερα παρέθεσε τράπεζα και δεν έπαυε με αγάπη πατρική να συμβουλεύη και να νουθετή τον νέο. Το φαγητό ανέλαιο, αλλά πολύ γευστικό. Εντύπωση προξένησε η ήρεμη συντριβή του, όταν είπε την προσευχή της τραπέζης. Συγκεντρώθηκε στον εαυτό του σαν να αποσπάσθηκε από τα γήινα και σαν να μεταφέρθηκε μπροστά στον Χριστό. Μετά το δείπνο βγήκε να ταΐση τα άγρια ζώα τα οποία καλούσε καθένα με το όνομά του.

Κατά το ηλιοβασίλεμα έκαναν μια ώρα κομποσχοίνι στην αυλή χωριστά και ύστερα ο Γέροντας, αφού τακτοποίησε τον επισκέπτη στο Αρχονταρίκι, αποσύρθηκε στο κελλί του.

Σε αυτό το φτωχικό Καψαλιώτικο Καλυβάκι ασκείτο ο Γέροντας. «Εν λάκκω κατωτάτω», αλλά με πολιτεία υψηλή, με προσευχή αδιάλειπτη, μόνος με μόνο τον Θεό και τρεφόμενος με την χάρι Του. Πάμπτωχος από υλικά και ανέσεις, αλλά πλούσιος από αρετές και θεία χάρι. Έλειωνε τον εαυτό του στην άσκηση και ανέπαυε πνευματικά κάθε άνθρωπο. Αλγούσε ο ίδιος για τον πόνο και τις αμαρτίες των ανθρώπων και ταυτοχρόνως τους μετάγγιζε χαρά και παρηγοριά. Πάλευε με δαίμονες, συνωμιλούσε με Αγίους, συναναστρεφόταν με άγρια ζώα και βοηθούσε πνευματικά τους ανθρώπους.

Από το βιβλίο: Ιερομονάχου Ισαάκ, ΒΙΟΣ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Στ’ έκδοσις, Άγιον Όρος 2008

Σάββατο 18 Ιουλίου 2020

Θα κάνουμε πνευματικό συνεργείο προσευχής. Αν θα γίνεται προσευχή με πόνο, ξέρετε τί δύναμη θα έχη; Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης


Παναγία Πλατυτερα_Panagia Platytera_ Богоматерь ЗнамениеvOG_R6MpIlUΟ Άγιος Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος εμφανίστηκε στον π.Ιωάσαφ γέροντα των Ιωσαφαίων, στο Άγιον Όρος και του είπε:«Εάν θέλεις την σωτηρία της ψυχής σου, μην αφήνεις ποτέ την ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλό». Έτσι θα αποκτήσεις καθαρό νου και καρδιά και θα δείς μυστήρια Θεού. .…λέγε αδιάκοπα την ευχή, χωρίς να σκέπτεσαι τίποτε άλλο.Αδελφέ, Ιωάσαφ λίγοι εκλεκτοί άνθρωποι ευρίσκονται σήμερα στον κόσμο, με την διαφορά ότι, όποιος κοπιάσει για λίγη αρετή, υπομείνει τον αδελφό του και δεν τον κατακρίνει, αυτός θα ευχαριστήσει τον Θεό και θα κληθεί «μέγας εν τη βασιλεία των ουρανών».Γεώργιος Κεφαλοφόρος ΟΡΑΣ ΤΙ ΠΕΠΡΑΧΑΣΙ ΟΙ ΑΝΟΜΟΙ ΛΟΓΕ_Saint George the Trophy-bearer_ Святой Георгий Победоносец_წმინდა გიორგი გმირავს_233
Καρδιακή Προσευχή με πόνο
Να κάνης δικό σου τον πόνο των άλλων
Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου
Θα κάνουμε πνευματικό συνεργείο προσευχής. Αν θα γίνεται προσευχή με πόνο, ξέρετε τί δύναμη θα έχη; Θα προσεύχεσθε για τα προβλήματα του κόσμου και όσοι άνθρωποι ζητούν εκείνη την ώρα βοήθεια από τον Θεό και βρίσκονται στην ίδια συχνότητα, θα δέχωνται την βοήθειά Του. Εγώ αισθάνομαι τις ψυχές που προσεύχονται· σαν κύματα-κύματα δυνάμεως νιώθω την προσευχή τους. Πολλές φορές καταλαβαίνω και ποιά ώρα έκανε προσευχή ένας άρρωστος και βοηθήθηκε… Όταν γίνεται προσευχή με πόνο, ακόμη και άγνωστοι άνθρωποι το πληροφορούνται. 
– Γέροντα, πότε η προσευχή μας για τους άλλους είναι περισσότερο ευπρόσδεκτη στον Θεό;
– Όταν την αισθανώμαστε. Και την αισθανόμαστε, αν βάζουμε τον εαυτό μας στην θέση των άλλων. Αν μπούμε δηλαδή στην θέση των αρρώστων ή των κεκοιμημένων, αυτό θα μας βοηθήση να προσευχηθούμε με πόνο· ο πόνος κατεβαίνει στην καρδιά και η προσευχή μας γίνεται καρδιακή.
Ξέρεις πόσες οικογένειες είναι διαλυμένες, πόσα κακόμοιρα παιδάκια είναι εγκαταλελειμμένα στους δρόμους ή σε ιδρύματα δίχως στοργή; Πόσοι αυτήν την στιγμή φωνάζουν: «βοήθεια, βοήθεια!», και δεν υπάρχει κανείς κοντά τους να τους βοηθήση; Πόσοι βουλιάζουν στο πέλαγος, πόσοι αυτοκτονούν, πόσοι υποφέρουν; Τόσοι άνθρωποι έχουν ανάγκη από τις προσευχές των μοναχών, κι εμείς να χάνουμε τον πολύτιμο χρόνο μας με μπανταλούς λογισμούς ή παιδικά παράπονα και να μην κάνουμε ούτε τα πνευματικά μας καθήκοντα όπως πρέπει; Κοίταξε να βγής από τον εαυτό σου και να κάνης δικό σου τον πόνο των άλλων. Έτσι και ειρήνη θα βρής, και μισθό θα έχης από τον Θεό, και βοήθεια θα προσφέρης στους άλλους.
Εγώ, όσο πιο πολύ πονώ τον κόσμο, τόσο πιο πολύ προσεύχομαι και χαίρομαι πνευματικά, γιατί τα λέω όλα στο Χριστό και εκείνος τα τακτοποιεί.
Και εσύ να προσεύχεσαι και να χαίρεσαι, γιατί ο Χριστός θα τα οικονομήσει όλα.
Στην πνευματική αντιμετώπιση δεν υπάρχει θλίψη. Με τον κόσμο τώρα πόσο πόνο πέρασα! Δεν τα περνούσα έτσι τα θέματά τους. Πονούσα, αναστέναζα, αλλά σε κάθε αναστεναγμό άφηνα το θέμα στο Θεό, και στον πόνο που ένιωθα για τον άλλον έδινε ο Θεός παρηγοριά. Δηλαδή με την πνευματική αντιμετώπιση ερχόταν θεία παρηγοριά, γιατί ο πόνος που έχει μέσα την ελπίδα στο Θεό έχει θεία παρηγοριά. Αλλιώς πως θα αντέξει κανείς! Πώς θα μπορούσα διαφορετικά να τα βγάλω πέρα με τόσα που ακούω;
Πονάω, αλλά σκέφτομαι και την θεία ανταμοιβή στους πονεμένους. Είμαστε στα χέρια του Θεού. Αφού υπάρχει θεία δικαιοσύνη, θεία ανταπόδοση, τίποτε δεν πάει χαμένο. Όσο βασανίζεται κανείς, άλλο τόσο θα ανταμειφθεί. Ο Θεός, ενώ βλέπει τόσον πόνο πάνω στη γη, ακόμη και πράγματα που εμείς δεν μπορούμε να τα συλλάβουμε, δεν τα χάνει.
«Περισσότερο υποφέρεις, λέει, περισσότερο θα σε οικονομήσω στην άλλη ζωή», και γι’ αυτό χαίρεται.
***
Παΐσιος ο Αγιορείτης _ св. Паисий Святогорец_ St.Paisios of the Holy Mountain_άγιος Παίσιος Παναγία…Να λες στον Θεό με πολλή ταπείνωση: «Θεέ μου, τέτοια που είμαι, δεν πρέπει να με ακούσεις. Αλλά δεν είναι αδικία να υποφέρουν οι άλλοι εξ αιτίας μου; Γιατί, εάν είχα πνευματική κατάσταση, παρρησία, θα με άκουγες και θα τους βοηθούσες. Φταίω και εγώ, που ο άλλος υποφέρει. Τώρα όμως τι φταίει να υποφέρει εξ αιτίας μου; Σε παρακαλώ, βοήθησέ τον».
Εξαρτάται δηλαδή πως τοποθετείσαι για τους άλλους. Νιώθεις ότι δεν είσαι άξια, αλλά τυχαίνει, βλέπεις έναν πονεμένο, στενοχωριέσαι, πονάς, προσεύχεσαι. Όταν λ.χ. βλέπω έναν τυφλό, αισθάνομαι τον εαυτό μου ένοχο, γιατί, αν είχα πνευματική κατάστασή, θα μπορούσα να τον θεραπεύσω.
Ο Θεός μας έδωσε την δυνατότητα να γίνουμε άγιοι, να κάνουμε θαύματα, όπως έκανε και Εκείνος. Αναγνωρίζουμε την μεγάλη ή μικρή μας πνευματική αρρώστια και ταπεινά ζητούμε την σωματική υγειά για τον συνάνθρωπό μας, ως ένοχοι για την αρρώστια του. Γιατί, εάν είχαμε πνευματική υγειά, θα είχε θεραπευθεί προ καιρού και δεν θα παιδευόταν. ‘Όταν τοποθετούμαστε σωστά, ότι είμαστε ένοχοι για όλη την κατάσταση του κόσμου, και λέμε «Κύριε, Ιησού Χριστέ, ελέησον ημάς», βοηθιέται και ο κόσμος όλος. Και για τα χάλια του πρέπει να πονέσει κανείς και να ζητήσει το έλεος του Θεού. Φυσικά, αν φθάσει σε μια πνευματική κατάσταση, τότε για τον εαυτό του δεν ζητάει τίποτε.
Η ευχή ενός ταπεινού ανθρώπου, που πιστεύει ότι είναι χειρότερος από όλους, έχει περισσότερη αξία από την αγρυπνία που κάνει ένας άλλος με υπερήφανο λογισμό. Όταν προσευχόμαστε με υπερηφάνεια, κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας.
Ο μοναχός πρέπει να προσπαθήσει να μην πονοκεφαλάει για τηv άλφα ή βήτα δυσκολία, είτε είναι ατομική είτε ενός συνανθρώπου του είτε αφορά στην γενική κατάσταση, αλλά να καταφεύγει στην προσευχή και να στέλνει δια του Θεού πολλές θείες δυνάμεις. ‘Άλλωστε και το έργο του μονάχου αυτό είναι, και εάν αυτό δεν το έχει καταλάβει ο μοναχός, η ζωή του δεν έχει κανένα νόημα.
Όταν βλέπετε ότι σας απασχολούν πράγματα για τα οποία ανθρωπίνως δεν υπάρχει λύση και δεν τα εμπιστεύεστε στον Θεό, να ξέρετε ότι αυτό είναι τέχνασμα του πειρασμού, για να αφήσετε τηv προσευχή, με τηv οποία μπορεί ο Θεός να στείλει όχι απλώς θεία δύναμη αλλά θείες δυνάμεις, και η βοήθεια τότε δεν θα είναι απλώς θεία βοήθεια αλλά θαύμα Θεού.
Επίσης καλύτερα είναι ο μοναχός να βοηθάει τους άλλους με την προσευχή του παρά με τα λόγια του. Αν δεν έχει την δύναμη να συγκρατήσει κάποιον που κάνει κακό, ας τον βοηθήσει από μακριά με την προσευχή, γιατί διαφορετικά μπορεί και να βλαφτεί. Μια ευχή καλή, καρδιακή, έχει περισσότερη δύναμη από χιλιάδες λόγια, όταν οι άλλοι δεν παίρνουν από λόγια. Παρόλο που λένε ότι βοηθώ τον κόσμο που έρχεται και με βρίσκει, ως θετική προσφορά μου στον κόσμο βλέπω την μιάμιση ώρα που διαβάζω το Ψαλτήρι. Το άλλο το θεωρώ ψυχαγωγία, να πουν οι καημένοι τον πόνο τους, να τους δώσω καμία συμβουλή.
Γι’ αυτό την βοήθεια δεν την θεωρώ προσφορά δική μου. Η προσευχή είναι που βοηθάει. Αν είχα όλο τον χρόνο μου για προσευχή, περισσότερο θα βοηθούσα τον κόσμο. Ας πούμε ότι θα δω την ημέρα διακόσιους πονεμένους, μόνο διακόσιοι πονεμένοι υπάρχουν στον κόσμο; Αν δεν δω κανέναν και προσευχηθώ για όλον τον κόσμο, τότε βλέπω όλον τον κόσμο. Γι’ αυτό λέω στον κόσμο: «Εγώ θέλω να μιλώ για σας στον Θεό, και όχι σ’ εσάς για τον Θεό. Αυτό είναι καλύτερο για σας, αλλά δεν με καταλαβαίνετε» .
Να μην παραμελούμε το θέμα τnς προσευχής σ’ αυτά τα δύσκολα χρόνια. Είναι ασφάλεια η προσευχή, είναι επικοινωνία με τον Θεό.
Η αγωνία για τον εαυτό μας είναι ολιγοπιστία· η αγωνία για τον άλλον είναι πόνος. Το σωστό λειώσιμο για τον πόνο των άλλων συνοδεύεται με προσευχή και ακολουθεί μετά η θεία παρηγοριά. Γι’ αυτό, να εύχεσαι όσο μπορείς και μετά να τα αφήνης όλα στα χέρια του Θεού και να ειρηνεύης.
Ο Θεός σε όποιον πονάει πνευματικά και υποφέρει για τους άλλους δίνει πολλή παρηγοριά, γιατί αλλιώς δεν θα μπορούσε να αντέξη. Ξέρετε πώς πικραίνομαι με τόσα γράμματα που παίρνω από ανθρώπους με ένα σωρό προβλήματα; Πίκρα, φαρμάκι είναι το στόμα μου, και μετά δεν θέλω να φάω τίποτε. Από αυτόν όμως τον πόνο βγαίνει η πραγματική χαρά. Ανταμείβει ο Θεός με παρηγοριά ανάλογη με τον πόνο· παρηγορεί με τέτοια παρηγοριά, που δεν μπορείς να την αντέξης. Και ενώ προηγουμένως πονούσες για τον άλλον και έκλαιγες, μετά νιώθεις μια αγαλλίαση. Σαν να σού λέη ο Καλός Θεός: «Μη στενοχωριέσαι, παιδί μου, άκουσα το αίτημά σου».
Ο Θεός ξέρει το συμφέρον του παιδιού Του και σαν στοργικός Πατέρας θα ενεργήση ανάλογα.
Προσευχή_PRAYER- Моление-christians-praying-iconΠολλές φορές όταν προσεύχομαι, λέω: «Θεέ μου, εσύ ξέρεις τις ανάγκες κάθε ανθρώπου. Φρόντισε τον καθένα σαν καλός Πατέρας». Και εκείνη την ώρα μεταφέρομαι σε τόπους που δεν γνωρίζω· σε νοσοκομείο, σε οικογένειες που έχουν ανάγκη, σε ανθρώπους που είναι έτοιμοι να κάνουν κακό στον εαυτό τους. Τους βλέπω μπροστά μου ή αισθάνομαι ότι είμαι εκεί παρών. Έτσι βρέθηκα κοντά σ’ αυτό το παιδί που πήγαινε να καταστραφή».
– Γέροντα, τί να ζητάμε στην προσευχή μας για όλον τον κόσμο;
Να ευχώμαστε για όλους «καλόν Παράδεισο». Ο Χριστός θυσιάστηκε, για να σωθούν όλοι οι άνθρωποι, και αυτοί που είναι κοντά Του και αυτοί που είναι μακριά Του. Να παρακαλούμε λοιπόν να γνωρίσουν όλοι τον Θεό, για να Τον αγαπήσουν, να Τον ευαρεστήσουν και να σωθούν· να πάνε στον Παράδεισο. Κάποιος[1] έλεγε: «Θεέ μου, εγώ έζησα τον Παράδεισο από ‘δώ από την γη. Πήγαινέ με εμένα στην κόλαση και τον αδελφό μου βάλ’ τον στον Παράδεισο». Αλλά και στην κόλαση αν πάη ένας τέτοιος άνθρωπος, από την μεγάλη του αγά­πη, η οποία θα μεταφερθή και στην κόλαση, νομίζω ότι εκείνο το μικρό κομματάκι της κολάσεως θα μεταβληθή σε Παράδεισο, διότι, όπου υπάρχει αγάπη, εκεί είναι ο Χριστός, και όπου είναι ο Χριστός, εκεί Παράδεισος.
[1] Πρόκειται για τον ίδιο τον Γέροντα Παΐσιο.
Από το βιβλίο Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου – «Πνευματική αφύπνιση», Λόγοι Β’, Ι. Ησυχαστήριον ” Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος” Σουρωτή Θεσσαλονίκης
Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου Λόγοι, τόµος 6ος, Περί Προσευχής, έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου “Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος”, Σουρωτή.
***
Κατάσταση συναγερμού
Μην ξεχνάτε ότι περνούμε δύσκολους καιρούς και χρειάζεται πολλή προσευχή. Να θυμάστε την μεγάλη ανάγκη που έχει ο κόσμος σήμερα και την μεγάλη απαίτηση που έχει ο Θεός από μας για προσευχή. Να εύχεσθε για την γενική εξωφρενική κατάσταση όλου του κόσμου, να λυπηθή ο Χριστός τα πλάσματά Του, γιατί βαδίζουν στην καταστροφή. Να επέμβη θεϊκά στην εξωφρενική εποχή που ζούμε, γιατί ο κόσμος οδηγείται στην σύγχυση, στην τρέλλα και στο αδιέξοδο.
Εάν εμείς οι μοναχοί δεν κάνουμε προσευχή, ποιοί θα κάνουν; Ο στρατιώτης σε καιρό πολέμου είναι σε κατάσταση συναγερμού, έτοιμος με τα παπούτσια. Στην ίδια κατάσταση πρέπει να είναι και ο μοναχός. Άχ, Μακκαβαίος θα έβγαινα! Στα βουνά θα έφευγα, για να προσεύχωμαι συνέχεια για τον κόσμο. Πρέπει να βοηθήσουμε με την προσευχή τον κόσμο όλο, να μην κάνη ο διάβολος ό,τι θέλει… να γίνετε ραντάρ, γιατί και τα πράγματα ζορίζουν. Θα διοργανώσουμε ένα συνεργείο προσευχής. Να κάνετε πόλεμο με το κομποσχοίνι. Με πόνο να γίνεται η προσευχή. Ξέρετε τί δύναμη έχει τότε η προσευχή; 
Πολύ πληγώνομαι, όταν βλέπω μοναχούς να ενεργούν ανθρωπίνως και όχι με την προσευχή δια μέσου του Θεού στα δυσκολοκατόρθωτα ανθρωπίνως. Ο Θεός μπορεί όλα να τα τακτοποιήση… Ο μοναχός πρέπει να προσπαθήση να μην πονοκεφαλάη για την άλφα ή βήτα δυσκολία, είτε είναι ατομική είτε ενός συνανθρώπου του είτε αφορά στην γενική κατάσταση, αλλά να καταφεύγη στην προσευχή και να στέλνη δια του Θεού πολλές θείες δυνάμεις. Άλλωστε και το έργο του μοναχού αυτό είναι, και εάν αυτό δεν το έχη καταλάβει ο μοναχός, η ζωή του δεν έχει κανένα νόημα. Προσευχή-αγια-ΝΙΝΑ_PRAYER- Моление-8456ce96d63bc489b24e155e84b2dc5b (1)Ο Γέροντας, ξεριζωμένος από την βρεφική του ηλικία, και έχοντας ζήσει την φρίκη του πολέμου και της Κατοχής, γνώριζε από την πείρα του ότι το να «διάγωμεν ήρεμον και ησύχιον βίον» είναι μεγάλη ευλογία.
Αγαπούσε την Πατρίδα και έλεγε: «Και η Πατρίδα είναι μια μεγάλη οικογένεια».
Ενώ ζούσε εκτός κόσμου, αγωνίσθηκε όσο λίγοι για το καλό της Πατρίδος. Αξιοθαύμαστη ήταν η δραστηριότητα και η προσφορά του στα εξωτερικά εθνικά θέματα μας. Μιλούσε εναντίον των ανθελληνικών ρευμάτων, των πλαστογράφων της ιστορικής αληθείας, και κυρίως εναντίον των αδίκων εδαφικών διεκδικήσεων σε βάρος της Ελλάδος, των Σκοπιανών, «Πανσλαυϊστών», Αλβανών, Τούρκων κ.ά. Έλεγε: «Ο ένας θέλει την Θεσσαλονίκη, ο άλλος θέλει να φθάση μέχρι την Λάρισα, ο άλλος θέλει το Αιγαίο. Μα τέλος πάντων δεν υπήρχε ποτέ Ελλάδα;».
Επεσήμαινε τούς εθνικούς κινδύνους, πριν ακόμη φανούν. Βοήθησε πολλούς να δουν ξεκάθαρα τις ξένες προπαγάνδες σε βάρος της Πατρίδος, και όσοι είχαν θέσεις και ευαισθησία έλαβαν τα ανάλογα μέτρα.
Γενικώς συμβούλευε όλους να έχουν σεβασμό και αγάπη προς την Πατρίδα, να ενεργούν για το κοινό καλό ευσυνείδητα και να μην παρασύρωνται από το γενικό πνεύμα της αδιαφορίας, της ισοπεδώσεως των πάντων, του βολέματος και της καταχρήσεως.
Κυρίως όμως ο Γέροντας βοήθησε την Πατρίδα αφανώς με την προσευχή του.
Όταν υπήρχε ένταση στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις, έλεγε: «Πολλά σύννεφα μαζεύτηκαν. Αν μπορέσουμε να τα διώξουμε» (με την προσευχή).
Σε παρόμοια περίπτωση έκανε θεία Λειτουργία στο Καλύβι του. Στους Μακαρισμούς δεν έψαλλε ό,τι προέβλεπε το τυπικό, αλλά από τον κανόνα του οσίου Νικολάου του Κατασκεπηνού, γιατί ήταν κατάλληλο για την περίπτωση αυτή: «Αθέων Αγαρηνών τα βέλη σύντριψον Δέσποινα, και πάσαν επιβουλήν δαιμόνων ματαίωσον, λαόν χριστεπώνυμον σκέπων και φυλάττων, ίνα πόθω σε δοξάζωμεν» .
Την σωτηρία του Έθνους την περίμενε από τον Θεό. Έλεγε: «Αν ο Θεός άφηνε την τύχη του Έθνους στους πολιτικούς θα καταστρεφόμασταν. Αλλά αφήνει λίγο τα πράγματα, για να φανούν οι διαθέσεις του καθενός».
Για τούς πολιτικούς που έκαναν κακό στο Έθνος έλεγε: «Με αναπαυμένη συνείδηση παρακαλώ τον Θεό να τους δίνη μετάνοια και να τους παίρνη, για μην κάνουν μεγαλύτερο κακό, και να αναστήση Μακκαβαίους».
Πίστευε ότι ένας μοναχός μπορεί να βοηθήση ολόκληρο το Έθνος. «Άλλον ο Θεός τον κάνει μοναχό για να βοηθήση μια οικογένεια και άλλον για να βοηθήση ολόκληρο Έθνος».
Κάθισμα αγίου Παϊσίου. Ήχος πλ. δ΄. Την Σοφίαν και Λόγον.
Γλυκυτάτω τω βέλει της θεϊκής, αγαπήσεως Πάτερ εκκεντηθείς, τον κόσμον κατέλιπες και μητρός σχέσιν έρριψας, και εν ερήμω εκτήσω την θείαν προς άπαντας, γενικήν αγάπην ης βέλος σε ένυττεν, Όσιε απαύστως προς ανάπαυσιν πάντων· διό εκ του αίματος σης καρδίας ηλέησας, ασθενείς κινδυνεύοντας, πενθούντας πλανωμένους πτωχούς, έτι δε τεθνεώσιν έδωκας, αναψυχήν ταις ευχαίς σου προς Κύριον.
Ωδή η΄. Τον Βασιλέα.
Υπέρ του έθνους, προς τον Σωτήρα ως πρέσβυς, στήθι Όσιε Παΐσιε πρεσβεύων, εξ εχθρών παντοίων λυτρούσθαι εις αιώνας.
Πίστιν γνησίαν, Ορθοδοξίας φυλάττειν, γενναιότατα ως άλλοι Μακκαβαίοι, στήριξον τους νέους ταις προς Θεόν ευχαίς σου.
Η ελπίς μου ο Πατήρ, καταφυγή μου ο Υιός, σκέπη μου το Πνεύμα το Άγιον, Τριάς Αγία, δόξα Σοι.
Την πάσαν ελπίδα μου εις Σε ανατίθημι, Μήτηρ του Θεού, φύλαξον ημάς υπό την σκέπην Σου.

Πέμπτη 16 Ιουλίου 2020

Άγιος Παΐσιος για Πόλη: Θα αναγκαστούν να μας τη δώσουν










Οι Τούρκοι θα φθάσουν στα Εξαμίλια;
Ένα μεσημέρι έφθασε στό κελί τού Γέροντα μιά παρέα προσκυνητών. Αφού πήραν τήν ευχή του, κάθισαν στό υπαίθριο αρχονταρίκι. Μέ πολύ καλοσύνη τούς…
πρόσφερε δροσερό νερό, λουκούμι, καί φρέσκα κορόμηλα. Σέ λίγο ή συζήτηση άρχισε…
— Πώς πάει ό κόσμος έξω; ρώτησε ό Γέροντας.
— Γενικώς πάτερ μου, τά μέσα ενημερώσεως προβάλλουν τό κακό. Φθάσαμε στό σημείο νά αισχρολογούν ακόμη καί τά μικρά παιδιά…Πώς πρέπει άραγε νά φερόμαστε μέσα στήν κακία αυτού τού κόσμου;

Οδοιπορικό στα ασκητήρια του γέροντα Ιωσήφ του ησυχαστή

Το κοινό Πνεύμα στις διαθήκες των αγίων Παϊσίου και Πορφυρίου!... Του Ανδρέα Χριστοφόρου


 
Εικ. & φωτο από εδώ

Στις δύο Διαθήκες που ακολουθούν φαίνεται η ομόνοια του Αγίου Πνεύματος που είναι η συνέχεια της Πεντηκοστής στους Αγίους Αποστόλους, φαίνεται το θεμέλιο της Εκκλησιαστικής Συνείδησης των Αγίων μας από τους Αγίους Αποστόλους μέχρι σήμερα.
Οι δύο αυτές Διαθήκες φανερώνουν πιό πρέπει να είναι το ήθος κάθε Ορθόδοξου Χριστιανού αλλά και κάθε ανθρώπου αφού ο Χριστός είναι παρών στον Κόσμο μετά την Ανάληψη Του.
Εξετάζουν τον εαυτό τους οι Άγιοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας από την Πεντηκοστή που το Άγιο Πνεύμα κατακλύζει τον Κόσμο και φωτίζει τις συνειδήσεις εάν παραβαίνουν τις Εντολές του Χριστού απο την παιδική ηλικία τους μέχρι τον θάνατό τους.
Η απάντηση τους είναι ότι παραβαίνουν τις Εντολές όχι μόνο σαν πράξη αλλά και σαν λογισμό, επιθυμία αλλά και σαν ροπή προς την αμαρτία.
Έχουν διαρκή συναίσθηση αμαρτωλότητας, συνεχή Μετάνοια, εξομολογούνται και κοινωνούν τον Χριστό στη Λειτουργία.
Αυτή η διαρκής Μετάνοια και η ακολουθούσα Άφεση Αμαρτιών ελκύει βαθμιαία το Άγιο Πνεύμα που τους καθαρίζει, τους φωτίζει και τους ενώνει με τον Χριστό και την Εκκλησία Του, δηλαδή τους θεώνει κατά Χάριν.
Δεν όμως εφησυχάζουν ουτε στιγμή και στο τέλος της Ζωής τους δεν αρκούνται στην Εξομολόγηση στον Χριστό και στον Ιερέα, αλλά εξομολογούνται με τις δύο Διαθήκες ενώπιον της Εκκλησίας και όλου του Κόσμου!
Όπως ακριβώς θα γίνει στη Μέλλουσα Κρίση!
Έτσι μας αποκαλύπτουν ότι το Μυστικό του αγιασμού είναι η συνεχής επιμελημένη Μετάνοια!
Διότι η Εξομολόγηση και η Θεία Κοινωνία γίνονται τακτικά, η Μετάνοια όμως ως μυστική καρδιακή εξομολόγηση στον Χριστό που είναι παρών στις συνειδήσεις μας είναι επιμελημένη, δηλαδή γίνεται όχι αυθόρμητα αλλά με προσοχή και φροντίδα και είναι συνεχής.
Αυτή η Ζωή της Τήρησης των Εντολών δηλαδή της φύλαξης τους στην καρδιά μας, ως θησαυρού και της Μετανοίας που ακολουθεί, είναι ακριβώς η Ζωή της Ημέρας της Πεντηκοστής στην Ορθόδοξη Εκκλησία που συνεχίζεται αδιάλειπτα απο τους Αγίους Αποστόλους μέχρι σήμερα.
Ακολουθούν οι δύο Διαθήκες:
Η Διαθήκη του Οσίου Παΐσιου του Αγιορείτη
«Του λόγου μου ο Μοναχός Παΐσιος, όπως εξέτασα τον εαυτόν μου, ίδα ότι όλες της εντολές του Κυρίου της παρέβην, όλες της αμαρτίες της έχω κάνη. Δεν έχει σημασία εάν, ορισμένες έχουν γίνη σε μικρότερο βαθμό, διότι δεν έχω καθόλου ελαφριντικά, επειδή με έχει εβεργετίση πολύ ο Κύριος.
Εύχεσθε να με ελεήση ο Χριστός. Συνχωρέστε με, και συνχωρημένοι να είναι όσοι νομίζουν ότι με λύπησαν.
Ευχαριστώ πολύ, και πάλη εύχεσθε.
Μοναχός Παΐσιος».
Αυτό το ιδιόγραφο κείμενο του Γέροντα βρέθηκε αυτοτελές στο κελλί του «Παναγούδα», μετά την κοίμησή του. Δημοσιεύεται στο βιβλίο του μακαριστού ιερομονάχου Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, Άγιον Όρος 2004, σ. 716-717.
ΔΙΑΘΗΚΗ ΑΓΙΟΥ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ
«Ἀγαπητὰ πνευματικά μου παιδιά,
Τώρα ποὺ ἀκόμη ἔχω τὰ φρένας μου σώας θέλω νὰ σᾶς πῶ μερικὲς συμβουλές. Ἀπὸ μικρὸ παιδὶ ὅλο στὶς ἁμαρτίες ἤμουνα. Καὶ ὅταν μὲ ἔστελνε ἡ μητέρα μου νὰ φυλάω τὰ ζῶα στὸ βουνό, γιατί ὁ πατέρας μου, ἐπειδὴ ἤμασταν πτωχοὶ εἶχε πάει στὴν Ἀμερική, γιὰ νὰ ἐργαστεῖ στὴ διώρυγα τοῦ Παναμᾶ γιὰ ἐμᾶς τὰ παιδιά του, ἐκεῖ ποὺ ἔβοσκα τὰ ζῶα, συλλαβιστὰ διάβαζα τὸ βίο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Καλυβίτου καὶ πάρα πολὺ ἀγάπησα τὸν Ἅγιο Ἰωάννη καὶ ἔκανα πάρα πολλὲς προσευχὲς σὰν μικρὸ παιδὶ ποὺ ἤμουν 12 – 15 χρονῶν, δὲν θυμᾶμαι ἀκριβῶς καλά, καὶ θέλοντας νὰ τὸν μιμηθῶ μὲ πολὺ ἀγώνα ἔφυγα ἀπὸ τοὺς γονεῖς μου κρυφὰ καὶ ἦλθα στὰ Καυσοκαλύβια τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ ὑποτάχτηκα σὲ δύο γέροντες αὐταδέλφους, Παντελεήμονα καὶ Ἰωαννίκιο. Μοῦ ἔτυχε νὰ εἶναι πολὺ εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετοι καὶ τοὺς ἀγάπησα πάρα πολὺ καὶ γι’ αὐτό, μὲ τὴν εὐχή τους, τοὺς ἔκανα ἄκρα ὑπακοή.
Αὐτὸ μὲ βοήθησε πάρα πολύ, αἰσθάνθηκα καὶ μεγάλη ἀγάπη καὶ πρὸς τὸν Θεό, καὶ πέρασα πάρα πολὺ καλά. Ἀλλά, κατὰ παραχώρηση Θεοῦ, γιὰ τὶς ἁμαρτίες μου, ἀρρώστησα πολὺ καὶ οἱ Γέροντές μου μοῦ εἶπαν νὰ πάω στοὺς γονεῖς μου στὸ χωριό μου εἰς τὸν ἅγιο Ἰωάννη Εὐβοίας.
Καὶ ἐνῶ ἀπὸ μικρὸ παιδὶ εἶχα κάνει πολλὲς ἁμαρτίες, ὅταν ξαναπῆγα στὸν κόσμο, συνέχισα τὶς ἁμαρτίες, οἱ ὁποῖες μέχρι σήμερα ἔγιναν πάρα πολλές.
Ὁ κόσμος ὅμως μὲ πῆρε ἀπὸ καλὸ καὶ ὅλοι φωνάζουνε ὅτι εἶμαι ἅγιος. Ἐγὼ ὅμως αἰσθάνομαι ὅτι εἶμαι ὁ πιὸ ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος τοῦ κόσμου.
Ὅσα ἐνθυμόμουνα βεβαίως τὰ ἐξομολογήθηκα, ἀλλὰ γνωρίζω ὅτι γιὰ αὐτὰ ποὺ ἐξομολογήθηκα μὲ συγχώρησε ὁ Θεός, ἀλλὰ ὅμως τώρα ἔχω ἕνα συναίσθημα ὅτι καὶ τὰ πνευματικά μου ἁμαρτήματα εἶναι πάρα πολλὰ καὶ παρακαλῶ ὅσοι μὲ ἔχετε γνωρίσει νὰ κάνετε προσευχὴ γιὰ μένα, διότι καὶ ἐγώ, ὅταν ζοῦσα, πολὺ ταπεινὰ ἔκανα προσευχὴ γιὰ σᾶς, ἀλλὰ ὅμως τώρα ποὺ θὰ πάω γιὰ τὸν οὐρανὸ ἔχω τὸ συναίσθημα ὅτι ὁ Θεὸς θὰ μοῦ πεῖ: Τί θέλεις ἐσὺ ἐδῶ; Ἐγὼ ἕνα ἔχω νὰ τοῦ πῶ.
Δὲν εἶμαι ἄξιος, Κύριε, γιὰ ἐδῶ, ἀλλὰ ὅτι θέλει ἡ ἀγάπη σου ἂς κάμει γιὰ μένα. Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα δὲν ξέρω τί θὰ γίνει.
Ἐπιθυμῶ ὅμως νὰ ἐνεργήσει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Καὶ πάντα εὔχομαι τὰ πνευματικά μου παιδιὰ νὰ ἀγαπήσουν τὸν Θεό, ποὺ εἶναι τὸ πᾶν, γιὰ νὰ μᾶς ἀξιώσει νὰ μποῦμε στὴν ἐπίγειο ἄκτιστο ἐκκλησία Του. Γιατὶ ἀπὸ ἐδῶ πρέπει νὰ ἀρχίσουμε.
Ἐγὼ πάντα εἶχα τὴν προσπάθεια νὰ προσεύχομαι καὶ νὰ διαβάζω τοὺς Ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας, τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τοὺς βίους τῶν Ἁγίων μας καὶ εὔχομαι καὶ ἐσεῖς νὰ κάνετε τὸ ἴδιο. Ἐγὼ προσπάθησα μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ τὸν πλησιάσω τὸ Θεὸ καὶ εὔχομαι καὶ σεῖς νὰ κάνετε τὸ ἴδιο.
Παρακαλῶ ὅλους σας νὰ μὲ συγχωρέσετε γιὰ ὅ,τι σᾶς στεναχώρησα.
Ἱερομόναχος Πορφύριος
Ἐν Καυσοκαλυβίοις τῇ 4/7 Ἰουνίου 1991».
——————————————
Οι Άγιοι έχουν την ίδια συνείδηση, διότι με την διαρκή Μετάνοια έχουν Μυστικο Ιατρό και Διδάσκαλο το Ίδιο το Άγιο Πνεύμα!

Μιλώντας για τον Άγιο Παΐσιο, με τον δικό του τρόπο!



Ανθολόγηση-Επιμέλεια: Αναστάσιος Ομ. Πολυχρονιάδης
Δρ. Θεολογίας ΑΠΘ

Τι & πώς
 
Ο λογοτέχνης Αλέξανδρος Κοσματόπουλος στο βιβλίο του «Λόγος εις Νίκον Γαβριήλ Πεντζίκη» εξομολογείται:
«Η γνωριμία μου με τον Νίκο Πεντζίκη ξεκινά τον Δεκέμβριο του 1973, όταν Αγιορείτης πνευματικός πατέρας, που συνάντησα περιπλανώμενος στο Άγιον Όρος, μου συνέστησε να τον επισκεφτώ και να τον γνωρίσω. Μ’ αυτές τις συστάσεις του τηλεφώνησα κι εκείνος απάντησε: Εφόσον έρχεσαι εκ μέρους του πατρός Παϊσίου είσαι φίλος».
Σε κάποιο άλλο σημείο του ίδιου βιβλίου γράφει ο Κοσματόπουλος: «Τον πλησίασα κατόπιν προτροπής του Αγιορείτου Γέροντος Παϊσίου, γυρεύοντας ένα δρόμο πνευματικό μέσα στο χάος όπου παράδερνε η ψυχή μου».
Από το έργο, λοιπόν, του θεσσαλονικιού δημιουργού εντοπίζουμε και μεταφέρουμε, εν συνεχεία, τα αναφερόμενα στο πρόσωπο του αγίου Παϊσίου, τα οποία ο Κοσματόπουλος «εντοιχίζει» ευλαβικά στα δικά του έργα.
Κατόπιν προτροπής του αγίου Παϊσίου στο βιβλίο «Ο πιο σύντομος δρόμος» σημειώνει ο Θεσσαλονικιός λογοτέχνης:



 

«Στην οδό Βασιλίσσης Όλγας 197 έμενε ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης.
Τον Πεντζίκη τον επισκέφτηκες στο σπίτι του τον Δεκέμβριο του 1973 μετά από προτροπή του αγιορείτου Γέροντος Παϊσίου. Διάβαζες από χρόνια πριν τα βιβλία του, που σε έθελγαν και σε εισήγαγαν σε ένα κόσμο που τον ζητούσες, αλλά ελάχιστα γνώριζες την ύπαρξή του […]
Τον Γέροντα Παΐσιο τον γνώρισες το 1971 όταν σε είχαν στείλει να τον ρωτήσεις για μια γυναίκα που έβλεπε οράματα και ήταν περιστοιχισμένη από μια αδελφότητα λαϊκών ανθρώπων δοσμένων στην προσευχή. Δεν είχες ξανακούσει το όνομά του και ήταν ο πρώτος καλόγερος που γνώρισες. Έμενε στο κελί του Τιμίου Σταυρού, πάνω απ’ την Καλλιάγρα, κοντά στη Σταυρονικήτα. Βαδίζοντας στο στενό μονοπάτι προς το κελί του, προς στιγμήν χάθηκες. Φτάνοντας στο ξέφωτο με τις ελιές είδες το μικρό καλύβι. Τις λαμαρίνες της στέγης, για να μην τις παίρνει ο αέρας, τις συγκρατούσαν μεγάλες πέτρες. Λίγο πιο πέρα από την στενή είσοδο υπήρχαν τρεις-τέσσερις χοντρές φέτες από κορμούς δέντρων για να κάθονται οι επισκέπτες.

Παρέκει ο τάφος του παπα-Τύχωνα, ο οποίος ασκήτευε εκεί πριν από τον π. Παΐσιο, και είχε ζητήσει να μην τον ξεθάψουν μέχρι να έρθει η Δευτέρα Παρουσία. Ένας σταυρός χωρίς όνομα και λίγες μισοχωμένες στο έδαφος πέτρες όριζαν τον τάφο ανάμεσα στα δενδρολίβανα. Ο παπα-Τύχων, που ήταν Ρώσος, είχε χρόνια να βγει από το Άγιον Όρος, αλλά κάποτε που είχε πιάσει φωτιά στην Καψάλα, τον ανάγκασαν να πάει μαζί με άλλους ως μάρτυρας στη Θεσσαλονίκη. Όταν γύρισε, τον ρώτησαν οι πατέρες πως είδε την πόλη και τον κόσμο μετά από τόσα χρόνια. Εγώ δεν είδα πολιτεία με ανθρώπους απάντησε εκείνος, αλλά δάσος με καστανιές. 
Κάθε Χριστούγεννα οικονομούσε μια ρέγγα, για να περάσει το Δωδεκαήμερο. Τη ραχοκοκαλιά της ρέγγας δεν την πετούσε. Την κρεμούσε με μια κλωστή και, όποτε ήταν Δεσποτική ή Θεομητορική εορτή και είχαν κατάλυση ιχθύος, έβραζε νερό σε ένα κονσερβοκούτι, βουτούσε την ραχοκοκαλιά δυο-τρεις φορές στο νερό για να πάρει μυρωδιά, και έριχνε μετά λίγο ρύζι. Τη ραχοκοκαλιά την κρεμούσε πάλι στο καρφί και για άλλη φορά, μέχρι που άσπριζε.
Ο Γέρων Παΐσιος στο βιβλίο του «Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα», αναφέρει πως ο παπαΤύχων φανερώθηκε μετά το θάνατό του. Κάποιος μοναχός είχε έρθει στο κελί να τον επισκεφτεί και κάθισε να περιμένει κάτω από μιαν ελιά. Είδε τότε τον παπα-Τύχωνα να ξεπροβάλει από τα δενδρολίβανα λέγοντας: Ποιόν περιμένεις; Τον Πατέρα Παΐσιο. Εδώ είναι, του αποκρίθηκε, και έδειξε με το δάχτυλο προς το κελί.
Όταν συνάντησες τον π. Παΐσιο, του μίλησες για τα οράματα που έβλεπε η γυναίκα. Εσείς μπορείτε να μου πείτε, τον ρώτησες, από πού προέρχονται αυτά τα οράματα κι αν είναι αληθινά; Υπάρχουν εκεί πολλές ψυχές που αγωνιούν. Μπορώ, απάντησε. Ανήκεις κι εσύ σ’ αυτή την ομάδα; Όχι, εγώ δεν ανήκω πουθενά. Όλα είναι εικόνες χωρίς αντίκρισμα, είπε. Και άρχισε να σου μιλά για τους δαίμονες και τις ενέργειές τους, πως εμφανίζονται και πως ενεργούν παραπλανώντας τον άνθρωπο.
Με τον π. Παΐσιο μιλούσατε ώρες στο κελί του, στον Τίμιο Σταυρό, πριν μετοικίσει στο κελί Παναγούδα έξω απ’ τις Καρυές, οπόταν άρχισε να τον επισκέπτεται πολύς κόσμος. Πρώτη φορά άκουγες για την νοερά προσευχή και για τους Πατέρες της Εκκλησίας. Το καλό, σου είπε μια μέρα, θέλει θυσίες. Η προσευχή τότε μόνο ξεπερνά τον εαυτό σου αν βάλεις στην καρδιά σου τον πόνο του άλλου. Η νοερά προσευχή είναι θείος έρωτας. Πιέζοντας τον εαυτό μας να μάθει την ευχή μπορεί να οδηγηθούμε σε πλάνη, βάζοντας ένα φράγμα ανάμεσα σε μας και στον Θεό.
Τον π. Παΐσιο τον συνάντησες για δεύτερη φορά τον Οκτώβριο του 1973. Όμως τότε πήγες για τον εαυτό σου. Σε μια απ’ τις συζητήσεις σας έγινε λόγος για τον Πεντζίκη. Γιατί δεν πας να τον γνωρίσεις; σου είπε. Η γυναίκα του, η κυρία Νίκη, είναι πολύ καλή. Ένα μήνα μετά την επιστροφή σου του τηλεφώνησες. Σας τηλεφωνώ εκ μέρους του π. Παϊσίου, είπες. Εφ’ όσον έρχεσαι εκ μέρους του Πατρός Παϊσίου είσαι ευπρόσδεκτος, απάντησε. Βέβαια γνώριζε το οικογενειακό σου όνομα και τον πατέρα σου, όμως εσένα ούτε είχε περάσει απ’ το μυαλό σου κάτι τέτοιο. Πήγες στο σπίτι του και άρχισε να σου μιλάει για διάφορα πράγματα, αλλά εσύ δεν ανταποκρινόσουν. Ήταν όλα καταβαραθρωμένα μέσα σου.
Μια μέρα έτυχε να συντύχετε στο σπίτι του με τον τότε ηγούμενο της Μονής Σταυρονικήτα και νυν της Μονής Ιβήρων (τώρα προηγούμενο της Μονής Ιβήρων) Βασίλειο. Μου τον έστειλε ο πατήρ Παΐσιος, του είπε ο Πεντζίκης, αλλά δεν μιλάει [...]

Ο λόγος του (ενν. του Πεντζίκη) είχε χαρακτήρα αποκαλυπτικό γύρω από πνευματικά ζητήματα και θέματα της ψυχής. Εκστόμιζε ξαφνικά κάτι, και το πράγμα φανερωνόταν και φωτιζόταν σ’ όλο το βάθος του. Λάβαινε μια μεταμόρφωση, αποκαλύπτονταν η πραγματική του υπόσταση, η οποία προηγουμένως παρέμενε κρυμμένη. Ο πατήρ Παΐσιος είχε πει γι’ αυτόν, ίσως επειδή ο Πεντζίκης μιλούσε μερικές φορές χωρίς να λογαριάζει, πως πετά στεφάνια στολισμένα με διαμάντια και σπάζουν τα ευαίσθητα κεφάλια.
Σε μια επίσκεψή σας στη Μονή Σταυρονικήτα είχες μπει στο οστεοφυλάκιο, στο κοιμητήριο της Μονής, κι εκείνος χάριν παιδιάς, έκλεισε την πόρτα την ξύλινη του οστεοφυλακίου και έβαλε από πίσω το μπαστούνι του (σημ. δική μας: δώρο του π. Παϊσίου) για να μην μπορείς να βγεις. Έμεινες κάμποσες στιγμές στο σκοτάδι, στα κατακλείδια της γης, περιτριγυρισμένος από τα λείψανα των αποδημησάντων πατέρων της Μονής, και θυμήθηκες το περιστατικό που του είχε διηγηθεί ο Στρατής Δούκας, και σου το είχε πει, για τον ερωτισμό που τον είχε κατακλύσει σε ένα από τα οστεοφυλάκια που υπάρχουν σε αρκετούς ναούς της Καστοριάς, μετά την κάθοδό του από τις περιπλανήσεις του στις ράχες του Βοΐου. Το μεγαλύτερο δίδαγμά του (ενν. του Πεντζίκη) για σένα ήταν η εκμηδένιση του κοινωνικού του προσώπου».
 

Η αγία Ευφημία στο κελί του αγίου Παϊσίου  
«Ας μην μας εκπλήσσει το ερώτημα που απευθύνει ο Γέρων Παΐσιος στην αγία Ευφημία, όταν εκείνη παρουσιάστηκε σωματικώς στο κελί του μετά από αίτημα του Γέροντα για κάποιο ζήτημα δογματικό. Την ερώτησε πως αντιμετώπισε το μαρτύριο, διότι και εκείνου η ύπαρξη φλεγόταν κι ο νους του ήταν στραμμένος προς τα επέκεινα [...] η αγία απάντησε πως αν γνώριζε ποιο μπορούσε να είναι το ουράνιο κάλλος, θα παρακαλούσε εκείνο το μαρτύριο να μην τελείωνε, γιατί μπροστά σ’ αυτά που της χαρίστηκαν το μαρτύριο δεν το λογάριαζε για τίποτα».
 


Θεία τρέλα και υπέρβαση του θανάτου  
«Με τον πόλεμο των λογισμών οι ασκηταί της ερήμου αποκτούν τη διάκριση, το μεγάλο δώρο του Θεού. Δεν μπορεί κανείς να μη θαυμάσει τη Θεία τρέλα που τους συνέπαιρνε, προσδίδοντας στη ζωή και στο θάνατο ένα νόημα τελείως διαφορετικό, καθώς δεν διαχώριζαν τη ζωή απ’ το θάνατο, ζώντας τον καθημερινά ως απτό γεγονός. Κατά την ώρα του θανάτου ο αναχωρητής μπορεί να γνωρίσει και τον ίδιο του τον εαυτό, όπως ο Γέροντας του παπα-Μεθόδιου. Ενώ είχε ξεψυχήσει, επανήλθε στη ζωή και διηγήθηκε πως ένας άγγελος του είπε να επιστρέψει για να αποχαιρετήσει τον αδελφό του. Δεν έχω αδελφό, ούτε στη ζωή, ούτε στην καλογερική, του απάντησε ο γέρων. Και ο άγγελος αποκρίθηκε: Εννοώ το σώμα σου, αδελφό της ψυχής σου. Να το αποχαιρετήσεις γιατί μ’ αυτό εκακοπάθησες. Και επιστρέφοντας στο σώμα του γνώρισε τον εαυτό του, και σε λίγο έφυγε πάλι στον ουρανό.
Το πρόσωπο του αββά Σισώη έλαμψε σαν τον ήλιο πριν την τελευτή του και εφοβήθησαν πάντες. Μόλις δε παρέδωσε το πνεύμα έγινε σαν αστραπή, και το κελί γέμισε από ευωδία». 


Η γλυκύτητα του κελιού  

«Στον Θεόδωρο της Φέρμης διαβάζουμε: Άνθρωπος μαθών την γλυκύτητα του κελλίου, ουχ ως ατιμάζων τον πλησίον του φεύγει. Δεκαπέντε αιώνες αργότερα θα ακουστεί η ίδια λαλιά από το στόμα αγιορείτη ασκητού (σημ. δική μας: ενν. του αγίου Παϊσίου): Το κελλί μου δεν το αλλάζω με όλα τα παλάτια του κόσμου, το γλυκό Κατούνι μου! Και ο αββάς Μωϋσής […] Ύπαγε κάθισον εις το κελλίον σου και το κελλίον σου διδάσκει τα πάντα». 

Το ευλογημένο ψέμα  

«Το αυτεξούσιον του ανθρώπου, το να διαθέτει κανείς τον εαυτό του όπως αυτός θέλει, είναι η παράδοξη όσο και οδυνηρή ελευθερία που μπορεί να ξεπερνά κάθε ηθικό κώδικα. Είναι χαρακτηριστικός ο λόγος του αββά Αλωνίου, όταν ρωτήθηκε απ’ τον αββά Αγάθωνα πώς να κρατάει τη γλώσσα του ώστε να μην ψεύδεται. Η απάντηση ήταν πως αν δεν ψεύδεται θα κάνει πολλές αμαρτίες. Και ανέφερε το φονιά που καλύτερα θα ήταν να αφεθεί στην κρίση του Θεού, παρά να παραδοθεί στις αρχές, με αποτέλεσμα να θανατωθεί. Και ο παπα-Τύχων ο Αγιορείτης ήταν απαρηγόρητος όταν του ζήτησαν να καταθέσει για τον άνθρωπο που τον λήστεψε, θεωρώντας υπεύθυνο τον εαυτό του για τη σύλληψη και λέγοντας: Εγώ τον συγχώρεσα τον κλέφτη. Πόση εγκαρτέρηση, τι λογής δοκιμασία συνεπάγεται η απόκτηση αυτού του είδους της ελευθερίας».
 

Θεία τρέλα και παραδείσια γλυκύτητα  
«Ο γέρων Παΐσιος περιγράφει τη θεία τρέλα του όταν τον επισκέφθηκε ένα απόγευμα ο άγιος Αρσένιος και έτρεχε στην περιοχή του καλυβιού του φωνάζοντας σαν τρελός το όνομα του αγίου. Ευτυχώς, λέει, που δεν είχε έρθει κανένας επισκέπτης, διότι δεν θα μπορούσα να του πω την αιτία εκείνης της θείας τρέλας για να τον καθησυχάσω. Συγχρόνως ένιωθε μια παραδείσια γλυκύτητα που ήταν αδύνατο ν’ αντέξει η πήλινη καρδιά του. Τόση ήταν η αγαπητική τους ένωση, που υπάρχουν περιπτώσεις πιστών που ενώ επικαλούνταν τον άγιο να τους βοηθήσει σε κάποια ασθένειά τους, εμφανίζονταν στον ύπνο τους ο πατήρ Παΐσιος». 

Το θαύμα της Παναγίας στον άγιο Αρσένιο τον Καππαδόκη  

«Το θαυμάσιο […] που περιγράφεται στο βιβλίο Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης, όταν ο Όσιος [Αρσένιος], που ζούσε και διακονούσε στα Φάρασα της Καππαδοκίας, πριν την ανταλλαγή των πληθυσμών του 1922, έχοντας τελειώσει την τακτική, σύμφωνα με το τυπικό του, λειτουργία σε ένα ξωκκλήσι της Παναγίας, σε ύψος πολλών δεκάδων μέτρων από το έδαφος, βγήκε στον εξώστη που εκτεινόταν από τον βράχο, δύο-τρία μέτρα από την πόρτα του παρεκκλησιού, και ξαφνικά βρέθηκε στο κενό, γιατί τα ξύλινα κάγκελα όπου ακούμπησε υποχώρησαν. Τότε μια Γυναίκα (εννοεί την Παναγία) τον κράτησε σαν μωρό στην αγκαλιά της, και τον απίθωσε μαλακά στο έδαφος, χωρίς να πάθει τίποτε, πάρεξ να του κοπεί από συγκίνηση η λαλιά». 

Η Θεσσαλονίκη, δάσος με καστανιές!  

«Ο παπα-Τύχων, ένας ρώσος μοναχός που ασκήτευε στο κελί του Τιμίου Σταυρού στην Καψάλα, το κελί όπου ασκήτευσε κατόπιν και ο κατά κάποιον τρόπο υποτακτικός του πατήρ Παΐσιος, είχε πολλά χρόνια να βγει από το Άγιον Όρος. Κάποτε, που είχε πιάσει φωτιά η περιοχή, τον υποχρέωσαν να πάει μαζί με άλλους μάρτυρες στη Θεσσαλονίκη για να καταθέσει. Όταν γύρισε, τον ρώτησαν πως είδε την πόλη μετά από τόσα χρόνια. Εγώ δεν είδα πολιτεία με ανθρώπους, απάντησε, αλλά δάσος με καστανιές. Θέλοντας να πει, προφανώς, ότι το ταξίδι στην πόλη ουδόλως τον απομάκρυνε από την περιοχή του κελιού του».
 

Ο θησαυρός της ευλάβειας 

«Ο άνθρωπος που φλέγεται από τη θεία αγάπη μήτε που ξέρει γιατί προσεύχεται. Έρχεται από αλλού και πηγαίνει αλλού. Αλλού βρίσκεται ο θησαυρός και ο πλούτος του. Αλλού βρίσκεται η δύναμή του. Οι δρόμοι της ταπεινοφροσύνης δεν έχουν σχέση με την ευσέβεια. Υπάρχει μόνο η ευλάβεια αυτών που έχουν την καλή βλάβη, που είναι βλαμμένοι για τον Χριστό (Γέροντος Παϊσίου)». 


Το Ανώνυμο Όνομα  

«Το όνομά μου είναι ο τάφος μου Πώς να δεχθεί κανείς πως η σιωπή που περιέχει σφύζει από ζωή; Πώς να ισχυριστεί ότι εμπεριέχει κρυφά τη διάζευξη Ελευθερία ή θάνατος; Και πώς να αντικρούσει τον ποιητή που διακηρύσσει ότι το όνομά μας είναι η ψυχή μας; Ποιος θα βρει το κουράγιο να μιλήσει για τη σοφία της ανασφάλειας; […] ποιος τολμά να αφεθεί στου Θεού το έλεος, ποιος θα τολμήσει να ισχυριστεί ότι το όνομα αποκτάται διά της απωλείας του; Ας διατηρήσει ο λόγος τη μοναδικότητά του. Ας παραμείνει σιωπηλός και ερμητικά ανερμήνευτος». «Το όνομά μου είναι ο τάφος μου. Για το όνομα αυτό δεν υπάρχει ταυτότητα, και δεν αναγράφεται σε καμιά ληξιαρχική πράξη. Είναι το όνομα των μικρών και ελαχίστων, που τόσο αγάπησε ο Γέρων Παΐσιος. Των ελαχίστων, των μετεχόντων του Ανωνύμου Ονόματος. Ω, πόση ανεκλάλητη ευτυχία περιέχει αυτό το Όνομα».
 

Η λήψη του πραγματικού ονόματος 

«Το όνομά μου είναι ο τάφος μου. Στον τάφο θα λάβει ο καθένας το παραγματικό του όνομα. Έξι ημέρες εν τη γεωργία της ζωής και την τήρηση των εντολών τελειούνται· και η έβδομη ολοκληρώνεται στο τάφο· και η όγδοη είναι η αναχώρηση απ’ αυτόν. Ο απράγμων βίος είναι ο προθάλαμος του ασύγκριτου Σαββάτου που είναι το μνήμα. Το Σάββατο το αληθινό, το ασύγκριτο είναι το μνήμα, που αποκαλύπτεται και φανερώνεται ως τέλεια κατάπαυση από τις θλίψεις των παθών, και από την εργασία εναντίον τους. Εκεί ολόκληρος ο άνθρωπος, και η ψυχή και το σώμα σαββατίζει». 


Η αγαλλίαση από την ανάγνωση του βίου του αγίου Αρσενίου του Καππαδόκη  

«Ήθελα πολύ να μιλήσω στον Πατέρα Παΐσιο, στη Σουρωτή, αλλά με σταματούσε ο σωρευμένος ανθρώπινος πόνος που έβλεπα γύρω του, άνθρωποι που περίμεναν ώρες για υποθέσεις σοβαρές. Μην μπορώντας να του μιλήσω, πήρα και διάβασα ξανά το βίο του αγίου Αρσενίου του Καππαδόκη, για να συνομιλήσω μαζί του μέσω του βιβλίου που είχε γράψει. Κάθε που το διαβάζω πάντα κάτι ανακαλύπτω, ένα σημείο που δεν είχα προσέξει και που με κάνει να αγάλλομαι. Αντέγραψα όλα τα ονόματα των ανθρώπων που αναφέρονται στο βιβλίο, ότι έδωσαν πληροφορίες ή διηγήθηκαν συμβάντα για τον άγιο, και έβλεπα την υπόσταση που λάβαιναν αυτά τα τόσο στριφνά και δυσκολοπρόφερτα ονόματα, υπόσταση βαρύτερη απ’ αυτή που έχουν ονόματα διασήμων. Καταλάβαινα ότι οι άνθρωποι αυτοί υπήρχαν ατόφιοι, ολόκληροι, έχοντας μια πραγματική ζωή, βαθιά και πλούσια».
 

H «συνεργασία» αγίου Αρσενίου του Καππαδόκη και πατρός Παϊσίου στη θεραπεία πονοκεφάλου  
«Είμαστε παράξενοι άνθρωποι, είπε ο Τρύφων. Αγαπάμε και δεν ξέρουμε πώς να εκδηλώσουμε την αγάπη μας. Υπέφερα από τρομερούς πονοκεφάλους, στο πίσω μέρος του κεφαλιού. Εκείνες τις μέρες διάβαζα το βιβλίο για τον άγιο Αρσένιο τον Καππαδόκη. Αφού το διάβασα, παρακαλούσα τον άγιο να σταματήσει ο πονοκέφαλος. Κάποια μέρα, ξημερώματα, σηκώνομαι και κάνω όρθρο και μετά κοιμούμαι λίγο. Βλέπω λοιπόν, εκείνες τις πρωινές ώρες, έναν μοναχό στον ύπνο μου με ένα σκουφάκι στο κεφάλι. “Εγώ είμαι ο πατήρ Παΐσιος”, μου λέει. Δεν τον ήξερα ακόμη τότε. “Πονάει πολύ το κεφάλι σου;” με ρωτά. Συγχρόνως πίεζε με το δάχτυλο το πίσω μέρος του κεφαλιού μου. Ξύπνησα, τον έχασα απ’ τα μάτια μου. Δεν είχα προσέξει ότι το βιβλίο για τον άγιο Άρσενιο το είχε γράψει ο πατήρ Παΐσιος, γιατί δεν είχε στο εξώφυλλο όνομα συγγραφέα. Κατάλαβα τότε ότι αντί για τον άγιο Αρσένιο που είχα επικαλεστεί, παρουσιάστηκε ο πατήρ Παΐσιος, και ότι τα δύο αυτά πρόσωπα κινούνταν σαν ένα, ζώντας την ίδια ζωή, παρ’ ότι ο άγιος Αρσένιος είχε πεθάνει το 1924, μετά που ήρθαν πρόσφυγες από τα Φάρασα της Καππαδοκίας».
 

Η προσευχή καθαρίζει τις γνώμες  
Γράφει ο Κοσματόπουλος:
«Από το 1981 πηγαίνεις τακτικά στο Μετόχι της Μονής Γρηγορίου στη Σταυρούπολη, όπου κατά παράδοξο τρόπο ξαναβρήκες τους ανθρώπους που πλαισίωναν την γυναίκα που έβλεπε οράματα, για την οποία σε είχαν στείλει το 1971 να ρωτήσεις τον π. Παΐσιο. Η γυναίκα είχε πεθάνει, αλλά ζούσε ακόμη όταν είχαν βρει το οικόπεδο για να κτίσουν την εκκλησία. Ήταν μια αδελφότητα από πρόσφυγες της Μικράς Ασίας και του Πόντου. Ο τρόπος της ζωής τους σου έκανε από την πρώτη στιγμή εντύπωση. Υπήρχε η λαϊκή ευλάβεια και πίστη που προ πολλού είχε εκλείψει από τον αστικό χώρο. Σε συγκινούσε η αθωότητά τους, αλλά και μια φλόγα που δεν είχες ξανασυναντήσει. Πίστευαν σαν μικρά παιδιά, χωρίς λογισμούς, προσπαθώντας να εφαρμόζουν στην καθημερινή ζωή τις εντολές της Εκκλησίας. Όσο ζούσε η «μητέρα», έτσι αποκαλούσαν την γυναίκα εκείνη από αγάπη, τριγυρνούσαν σε εκκλησίες μακρινές και ξωκλήσια και έκαναν ολονυκτίες, ή μαζεύονταν στο σπίτι της, στην οδό Κασσάνδρου. 

Η πόρτα του διαμερίσματός της ήταν πάντοτε ανοικτή. Την εκκλησία του Μετοχίου την είχαν κτίσει παράνομα, δουλεύοντας νύχτα και κρατώντας τσίλιες. Στην περιοχή τότε δεν υπήρχαν παρά μόνο χωράφια, κι εκείνοι, εργάτες οι περισσότεροι στις οικοδομές, έκτιζαν χωρίς σχέδιο. Κι αυτό το χωρίς σχέδιο οικοδόμημα, έχει απλότητα και χάρη […] Το οικόπεδο για την εκκλησία, μετά από αποκάλυψη ενός ιερέα στις Σέρρες, το βρήκαν δύο γυναίκες που έμεναν στην Σταυρούπολη. Άρχισαν να μαζεύουν χρήματα για το κτίσιμο. Πήγαν στην Μητρόπολη να ζητήσουν άδεια. Χρειάζονται τέσσερα στρέμματα, τους λένε. Ήταν εκτός σχεδίου πόλεως. 
Κάποιο βράδυ συζητούσαν. Αχ, λέει ο Κώστας, το οικόπεδο χωράφι στέκεται. Ξέρεις τι σκέφτομαι; Να πάμε στον νοικοκύρη που μας το πούλησε, ίσως μπορέσει να βγάλει άδεια να κάνει δήθεν αποθήκη. Στην αρχή το κάνουμε αποθήκη και μετά το μετατρέπουμε σε εκκλησία. Ήταν η ώρα έντεκα τη νύχτα. Του λέει η Κυριακή, τώρα σε φώτισε ο Θεός. Να σηκωθείτε και να πάτε αμέσως στη μητέρα Ειρήνη, και αν το εγκρίνει να γίνει. Της λένε, μόλις το είπαμε ευλογημένη, εσύ δεν αφήνεις αναπνοή να πάρουμε. Όχι, τους απαντά, η Βασιλεία των Ουρανών βιάζεται. Δεν κοιμάται η μητέρα, έχει κόσμο και αγρυπνία.
Σηκώθηκαν, πήγαν. Ευλογημένο είναι, να γίνει, τους απαντά. Ενήργησαν, ο νοικοκύρης έβγαλε άδεια για αποθήκη, τους την έδωσε στο χέρι. Μετά απ’ αυτό ο καθένας άρχισε να δίνει γνώμη, πώς να κτιστεί η εκκλησία, πόσα μέτρα, πόσες κολώνες. Κανείς να μην πει γνώμη είπε ο Χρυσόστομος. Η προσευχή θα μας πει, που καθαρίζει τις γνώμες. Αγρυπνίες πολλές, και στο τέλος άρχισε το κτίσιμο. Γύριζαν απ’ την δουλειά οι άντρες, και στις δέκα το βράδυ αρχίζανε με την μπαλαντέζα. Όλη νύχτα δούλευε μπετονιέρα. Οι γυναίκες στο παρεκκλήσι που είχαν κατασκευάσει πρόχειρα, παρακλήσεις και προσευχές. Όλη η δουλειά τη νύχτα γίνονταν. Όταν ερχόταν αστυνομία χτυπούσε το καμπανάκι κι έφευγαν στα χωράφια.
Κάποια μέρα αποφάσισαν να πάνε στο Άγιον Όρος να υποταχτούν. Έντεκα φορές πήγαν ψάχνοντας σε πολλά Μοναστήρια. Τέλος ο γιος του Κώστα, ο Γιώργος, που αργότερα σκοτώθηκε μαζί του σε δυστύχημα, λέει, τι τυραννιέστε από μοναστήρι σε μοναστήρι, και δεν πάτε στον π. Παΐσιο να σας οδηγήσει; Πήγαν στον π. Παΐσιο και τους λέει στου Γρηγορίου, στου Γρηγορίου. Εκεί θα σας εξυπηρετήσουν, ο πατήρ Γεώργιος. Και θα του δοθεί ευκαιρία τον πλούτο που έχει να τον μεταδώσει προς τα έξω.


Η Κυριακή σου διηγήθηκε πώς έγινε και της πέρασε ο πονοκέφαλος. Όταν υπήχθη το Μετόχι της Σταυρούπολης στη Μονή Γρηγορίου, το 1980, υπέφερε από φοβερούς πονοκεφάλους. Δεκαπέντε μέρες πονοκέφαλος.
Εκείνο τον καιρό διάβαζε το βιβλίο για τον Άγιο Αρσένιο τον Καππαδόκη. Άγιε Αρσένιε, προσευχόταν, εσύ και τουρκάλες γιάτρεψες, έπαιρναν χώμα απ’ το κατώφλι του σπιτιού σου και γίνονταν καλά, άνοιγαν τα μάτια τους, κι εμένα δεν μπορείς να με γιατρέψεις; Όλον τον κόσμο καταδεχόσουν, κι εμένα δεν μ’ αγαπάς που τυραννιέμαι; Γιατί δεν σταματάς τον πόνο στο κεφάλι, τουλάχιστον να μπορώ να εκκλησιάζομαι. Την πονούσε από τότε που είχε πάθει κλονισμό από κεραυνό. Αφού διάβασα το βιβλίο, συνέχισε, με δάκρυα παρακαλούσα τον άγιο Αρσένιο. 

Όταν έφυγε ο σύζυγος στις πέντε το πρωί, σηκώνομαι, κάνω όρθρο, και μετά κοιμάμαι πάλι λίγο. Ήταν χειμώνας, μόλις είχε γίνει το μετόχι. Βλέπω λοιπόν αυτές, τις πρωϊνές ώρες, έναν καλόγερο στον ύπνο μου, μέτριο ανάστημα, μ’ ένα σκουφάκι στο κεφάλι, και μου λέει: ‘Εγώ είμαι ο πατήρ Παΐσιος’. Δεν τον ήξερα ακόμη τότε, μετά τον γνώρισα. ‘Πονάει πολύ το κεφάλι σου παιδί μου;’ ρωτάει. Συγχρόνως με πίεζε με το δάχτυλο στο πίσω μέρος του κεφαλιού. Συνέχισε να πιέζει χωρίς να μιλά. Περίμενα να μου πει και άλλα, δεν μίλησε. Ξύπνησα, τον έχασα από τα μάτια μου. Ακουστά τον είχα βέβαια, το μετόχι είχε γίνει με την μεσολάβησή του, αλλά ο π. Παΐσιος, σκεφτόμουν, βρίσκεται εν ζωή. Ξαναπαίρνω το βιβλίο του αγίου Αρσενίου, διαβάζω, βλέπω ότι το είχε γράψει ο πατήρ Παΐσιος. Προηγουμένως δεν το είχα προσέξει, δεν υπάρχει το όνομά του στο εξώφυλλο.
Παράξενο πράγμα, εν ζωή ο π. Παΐσιος, να έρθει, χωρίς να τον γνωρίζω, στον ύπνο μου. Πολύ έκλαψα όταν εννόησα ποιος είχε γράψει το βιβλίο. Μου δείξανε και μια φωτογραφία και τον αναγνώρισα. Από τότε το κεφάλι μου έπαψε να πονά».

Αντί επιλόγου Η βιωματική παράθεση όλων αυτών των γεγονότων από τη ζωή και το έργο του αγίου Παϊσίου καθίσταται ευλαβική προσφορά του λογοτέχνη Αλέξανδρου Κοσματόπουλου προς όλους εμάς. Ταυτόχρονα, η γραφίδα του εν λόγω νεοέλληνα δημιουργού μεταμορφώνεται σε θυμιατήριο ενώπιον της εικόνος του Αγιορείτη Οσίου, καλώντας όλους μας σε προσκύνηση και ασπασμό.

https://www.romfea.gr/