Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου
Όταν το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο
διακήρυξε την αγιότητα του οσίου Παϊσίου του Αγιορείτη και τον ενέταξε
στο Αγιολόγιο της καθ᾽ ημάς Ορθοδόξου Εκκλησίας, έγραψα τα εξής: «Τον
άγιο Παΐσιο τον γνώρισα το 1982, όταν ήμουν φοιτητής Νομικής. Ήταν ο
άνθρωπος, που περίμενε ν’ ακούσει κάτι το πονεμένο, για να έχει καρδιακή
προσευχή, κι ήταν πάντοτε εν αναμονή στο ακουστικό, για να αφουγκραστεί
τον πόνο του σύγχρονου κόσμου.
Ήταν ένας ασκητής για τον κόσμο. Του
άνοιγες την καρδιά σου, και σου άνοιγε τον νου. Πραγματικά, δεν νομίζω
να υπήρξε στις μέρες μας άλλος Γέροντας, που να είδε, να μίλησε με τόσο
πολύ κόσμο. Κι αυτός ο άνθρωπος, παρόλο που γεννήθηκε ασκητής, τελικά
κατέληξε να είναι η μεγάλη μάνα όλων των πονεμένων ανθρώπων. ‘‘Φως
Χριστού έφαινε πάσι’’, δια του Γέροντος Παϊσίου.
Επέμενε, να μην πάω στο Άγιον Όρος για
μοναχός. ‘‘Στην Κύπρο να πάς’’, μου είπε. ‘‘Να κάνετε βάσεις
πνευματικές, κι αυτές οι βάσεις θα διώξουν τις βάσεις’’. Όταν του είπα,
ότι δεν κατάλαβα το τελευταίο, μου είπε χαριτολογώντας: ‘‘ Αμερικανάκι
είσαι και δεν καταλαβαίνεις; Ελληνικά μιλώ! Το πρόβλημα της Κύπρου είναι
πνευματικό. Τώρα εφαρμόζεται ο πνευματικός νόμος. Όταν φτιάξετε
μοναστήρια (σε κάποιους άλλους είπε· όταν φτιάξετε Σταυροβούνια, τις
ενορίες τις δικές σας, οικογένειες ορθόδοξες), τότε οι βάσεις της
αμαρτίας και της κατοχής θα εξαφανιστούν!’’ Με έβγαλε έξω στην αυλή του
κελλιού του και σχημάτισε στο χώμα ένα μεγάλο ορθογώνιο σχήμα. Το
μοίρασε σε δύο τετράγωνα και μου είπε: ‘‘Θα έρθει καιρός, που εσύ θα
φτιάξεις μοναστήρια. Δύο αυλές να κάνεις τότε σ᾽ αυτά! Μία για τους
λαϊκούς και μία δεύτερη μόνο για μοναχούς η για μοναχές.’’ Πρόρρηση, η
οποία πραγματοποιήθηκε!»
Για μένα, ο άγιος Παΐσιος είναι ο
Καππαδόκης που έγινε Αγιορείτης λόγω προσφυγιάς, και τώρα πια κατέστη
άγιος οικουμενικός διδάσκαλος της Ορθοδοξίας, εξαιρέτως του μοναχικού
και του έγγαμου βίου, καθώς και θαυμαστός προφήτης του Γένους μας, ο
οποίος, με τον διδακτικό και προφητικό του λόγο δοκιμάζει την πίστη και
την απιστία πολλών! Και, λυπάμαι που λέω αυτό το τελευταίο, διότι στις
μέρες μας υπάρχουν άνθρωποι που αμφισβητούν το προφητικό χάρισμα στους
αγίους και ξεχνούν τον λόγο του Κυρίου, «ο δεχόμενος προφήτην εις όνομα
προφήτου μισθόν προφήτου λήψεται» (Ματθ. 10, 41). Σ᾽ αυτούς που
αναρωτιούνται κατά πόσο σήμερα υπάρχουν προφήτες, ο άγιος Γρηγόριος ο
Παλαμάς απαντά εύστοχα: «Προφήτες είναι όλοι οι θεωμένοι και θεόπτες
άγιοι, αυτοί που βλέπουν τη Βασιλεία του Θεού και τη δεύτερη έλευση του
Χριστού με όλη Του τη δόξα και καθοδηγούν τον λαό προς την κατεύθυνση
αυτή.» Με άλλες λέξεις, οι άγιοι μας υπενθυμίζουν ότι είμαστε μέλη της
μίας αγίας καθολικής και αποστολικής του Χριστού Εκκλησίας, που δεν
εθελοτυφλεί και δεν αδιαφορεί για το ποίμνιό της, αφήνοντάς το
απροστάτευτο, ανημέρωτο και ονειροπόλο! Αλλά, κατά την εντολή του Θεού
που θέλει ο άνθρωπος να γίνει άγιος –«έσεσθε άγιοι, ότι άγιος εγώ Κύριος
ο Θεός υμών» (Λευϊτ. 20, 7, 26)– η Εκκλησία σώζει τον άνθρωπο δια της
μυστηριακής και αγιαστικής ζωής της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, δια της
κοινωνίας του ζωοποιού Σώματος και Αίματος του Χριστού και δια των
πρεσβειών της Υπεραγίας Θεοτόκου και όλων των αγίων, εισάγοντάς στην
αιώνια ζωή, στη Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου
Πνεύματος, και διδάσκοντάς τον να προσδοκεί ανάσταση νεκρών και ζωή του
μέλλοντος αιώνος, όπως λέμε κάθε φορά που διαβάζουμε το ‘‘Πιστεύω’’. Κι
αυτή πρέπει να είναι η κατεξοχήν επιθυμία του χριστιανού, η αιώνια ζωή
κοντά στον Κύριο· εκτός κι αν δεν επιθυμούμε και δεν θέλουμε την αιώνια
ζωή, αλλά ένα προσωρινό εκκοσμικευμένο υλικό τρόπο ζωής, αυτό του
‘‘φάγωμεν και πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν’’ (Ησ. 22, 13), που οδηγεί
στον αιώνιο πνευματικό θάνατο, δηλαδή στον αιώνιο χωρισμό από τον Θεό.
Ακόμη, ο άγιος Παΐσιος υπήρξε ένας
άνθρωπος δικός μας, της Ανατολής. Βεβαίως Ρωμηοί είμαστε όλοι. Και οι
Μικρασιάτες και οι Κρητικοί και οι Κύπριοι και οι Μακεδόνες και οι
Πελοποννήσιοι. Αλλά αυτός ήταν Ανατολίτης! Ούτε καν Ανατολικός δεν ήταν.
Ανατολίτης ήταν, όπως και ο Γέρων Ιάκωβος της Εύβοιας. Αμφότεροι
κατήγοντο από τη Μικρά Ασία, αλλά από δύο διαφορετικές περιοχές, και
είχαν ζήσει στα παιδικά τους χρόνια την προσφυγιά. Κι όποιος είναι
πρόσφυγας, καταλαβαίνει καλύτερα τον Γέροντα Παΐσιο, όπως και τον
Γέροντα Ιάκωβο. Ζούμε σε μια εποχή μεγάλης εκκοσμίκευσης, οπόταν
Ελλαδίτες και Κύπριοι προσπαθούμε άκριτα να γίνουμε όλο και πιο Δυτικοί,
και, παράλληλα, πολιτικοί, ΜΜΕ, Υπουργεία Παιδείας και θρησκευτικές
οργανώσεις αγωνίζονται να μας πουν ότι ανήκουμε στη Δύση. Κι αυτό, η
ευκολία που μας προσφέρει η σύγχρονη τεχνολογία εν πολλοίς το έχει
κατορθώσει. Αλλά, οι Γέροντες αυτοί μας υπενθυμίζουν τη γεωγραφία της
ψυχής μας, την καθ᾽ ημάς Ανατολή! Μας λένε να υπάρχουμε με την καρδιά
αγιάζοντας τον νου και να μην ταυτίζουμε τον νου με τη λογική και την
καρδιά με το συναίσθημα! Να πεθαίνουμε, βλέποντας κατ᾽ Ανατολάς.
Αυτό, το οποίο καθόρισε τον όλο
χαρακτήρα του οσίου Παϊσίου από τα πρώτα του χρόνια, ήταν η προσφυγική
του ιδιότητα. Γι’ αυτό και μια μεγάλη έγνοια του μέχρι την οσιακή
κοίμησή του ήταν οι αλύτρωτες πατρίδες του Ελληνισμού. Αυτή την
ιδιαίτερη πτυχή του χαρακτήρα του, ένεκα της οποίας έδειχνε μια
ξεχωριστή αγάπη στους πρόσφυγες, από όπου και αν προέρχονταν αυτοί, είτε
ήταν πρόσφυγες της Β. Ηπείρου, είτε πρόσφυγες της Κύπρου, είτε της
Κωνσταντινουπόλεως, είτε της Μικράς Ασίας, την έζησαν πολλοί Κύπριοι,
που όταν του έλεγαν, ‘‘Γέροντα, από την Κύπρο είμαστε. Είμαστε και
πρόσφυγες!’’, αμέσως έβγαινε από το κελλί του για να τους συναντήσει.
Δηλαδή, το κλειδί του Γέροντος Παΐσιου ήταν να του πεις, είμαι
πρόσφυγας. Και αμέσως σου άνοιγε, όχι μονάχα το κελλί του, αλλά και την
καρδιά του. Τον ολάνθιστο μπαξέ της Χάρης, που είχε μέσα η καρδιά του.
Ο όσιος Παΐσιος ήταν ένας άνθρωπος, ο
οποίος αισθανόσουν ότι ήταν σύγχρονος –κι ας ήταν ένας ασκητής τόσο
λιτός και τόσο αυστηρός–, γιατί είχε την καλή ανησυχία. Παρακολουθούσε
ακόμη και το πολιτικό γίγνεσθαι· ήξερε και τον τελευταίο υπουργό και τα
τεκταινόμενα, και μπορούσε να σου πει τι θα γίνει στον κόσμο μας μετά
από δεκαετίες ολόκληρες. Και μου προξένησε εντύπωση, που άκουσα και
μερικούς αρχιερείς τελευταία, μετά που έγινε η επίσημη ένταξη του
Γέροντος Παϊσίου στο Αγιολόγιο, που αμφέβαλλαν για το προφητικό του
χάρισμα και θεωρούσαν υπερβολή των επισκεπτών τις προφητείες του, που
αυτοί κατέγραψαν και διέσωσαν. Αλλ᾽ όχι! Δεν είναι καθόλου υπερβολή. Κι
ακόμη, είναι και λίγα, όσα έχουν σχετικά γραφτεί. Ο Γέροντας μιλούσε με
ένταση γι’ αυτά τα πράγματα, γιατί τα ζούσε με ένταση. Έβλεπε τα
μέλλοντα ως παρόντα. Ήταν άνθρωπος, ο οποίος έβλεπε την ιστορία, η οποία
ακόμα δεν πραγματοποιήθηκε στους δικούς μας οφθαλμούς. Γιατί όμως αυτός
έβλεπε αυτά τα πράγματα; Γιατί αυτός μιλούσε για τα επερχόμενα με τόση
σαφήνεια και βεβαιότητα; Νομίζω –αυτό είναι βεβαίως προσωπική μου
ερμηνεία, μπορεί να έχω λάθος–, ο λόγος ήταν το ότι είχε προσφυγική την
καταγωγή. Ζούσε πιο έντονα τον πόθο της ελευθερίας των σκλαβωμένων μας
πατρίδων. Φαίνεται ότι ο Θεός, ο οποίος είναι η άκρα ταπείνωσις,
υπηρετεί και δίδει στον κάθε άγιο αυτό, που περισσότερο ποθεί, που είναι
ο βαθύτερός του πόθος. Κι ο βαθύτερος πόθος του αγίου Παϊσίου ήταν πότε
θα ελευθερωθεί η Πόλις, η πατρίδα του Καππαδοκία, η Μικρασία, η Κύπρος.
Και είναι, όπως φαίνεται, γι᾽ αυτό, που του εδόθη άνωθεν η χάρη να δει,
να προγνωρίσει με ακρίβεια τα μέλλοντα.
Τώρα, σχετικά μ᾽ αυτό το θέμα –το
τονίζω, γιατί έχει παρεξηγηθεί–, αυτό που είναι σημαντικό να κρατήσουμε,
και ιδιαιτέρως εμείς οι Κύπριοι, που είμεθα παθόντες και μαθόντες,
είναι το εξής: Όχι να θέλουμε να μάθουμε πότε και πως θα γίνουν ολ᾽ αυτά
τα σπουδαία γεγονότα, που αφορούν βεβαίως και εμάς. Το ζήτημα είναι,
πως θα τα διαχειριστούμε. Και μου κάνει εντύπωση, ότι μας προετοιμάζει ο
Θεός σιγά σιγά, με ένα δικό του τρόπο, για τα γεγονότα αυτά. Όμως είναι
καλά να γνωρίζουμε, ότι ο καλύτερος τρόπος διαχείρισης των γεγονότων
που έρχονται και ήδη έχουν αρχίσει –κατά την ταπεινή μου άποψη–, δεν
είναι να γεμίσουμε τα ψυγεία μας με υλικά αγαθά, για να μην πεινάσουμε
τότε! Κάποτε κι αυτά θα αδειάσουν. Αλλά είναι να έχουμε τότε φώτιση,
φώτιση εκ Θεού.
Ένας άνθρωπος, που έχει φώτιση, μπορεί
να παίρνει γρήγορες και ορθές αποφάσεις. Να παίρνει βέβαιες αποφάσεις
στη δύσκολή του ώρα. Για να έχουμε όμως φώτιση, θα πρέπει να καθαρίζουμε
συνεχώς την καρδία και τον νου μας. Και, καθαρίζουμε την καρδία και τον
νου δια της μετανοίας. Άρα, ο,τι και να κάνουμε, επιστρέφουμε στη
μετάνοια την προσωπική! Όχι μια μετάνοια γενική και αόριστη για όλους,
όπως συχνά κηρύττουμε οι Αρχιερείς και οι ιεροκήρυκες, αλλά προσωπική
μετάνοια. Να κάτσω να σκεφτώ, ποιό είναι το δικό μου πάθος, το κυρίαρχο
πάθος μου, να το βρω αυτό το κυρίαρχο πάθος μου η, εάν έχω τόσο εγωϊσμό
και τέτοια αυτοπεποίθηση, που δεν το βρίσκω, να προσευχηθώ και να ειπώ·
«Χριστέ μου, φανέρωσέ μου ποιός είμαι! Δείξε μου ποιός είμαι!» Και θα
μας δείξει ο Θεός. Και, κατόπιν, να δω αυτό το πάθος, που έχω, πως
εκδηλώνεται; Αν λ.χ. είναι ο θυμός, πως εκδηλώθηκε με τη γυναίκα μου η
με τον άνδρα μου, με τα παιδιά μου, με τους συναδέλφους μου, με τους
φίλους μου; Σήμερα, πως εκδηλώθηκε; Χθες, πως εκδηλώθηκε; Ποιούς
πλήγωσα; Όταν ο άνθρωπος αρχίσει έτσι να βλέπει τον εαυτό του και να
μετανοεί για συγκεκριμένες στιγμές της καθημερινότητάς του και σταδιακά
διορθώνεται, τότε αρχίζει και εισέρχεται στη μετάνοια. Αν αυτό δεν το
μάθουμε, η προσευχή μας θα είναι μία μηχανική προσευχή, η οποία δεν θα
μας δώσει τη δυνατότητα του φωτισμού σε δύσκολες στιγμές, κατά τις
οποίες θα πρέπει να αποφασίσουμε, είτε για τον εαυτό μας, είτε για τα
παιδιά μας, είτε για την πατρίδα μας, είτε για κάτι ευρύτερο, που μας
ξεπερνά.
Λοιπόν, σημασία έχει, πως εμείς θα
διαχειριστούμε αυτά τα γεγονότα. Και είχε έγνοια γι᾽ αυτό το πράγμα ο
άγιος Παΐσιος. Έβλεπε, ότι εμείς έχουμε μία μανία, μία ροπή μονάχα προς
το θαύμα, στην προφητεία και στην εύκολη, την ανώδυνη λύση. Στη
διαχείριση όμως των πραγμάτων και στη συμπόνοια των ανθρώπων, έβλεπε πως
έχουμε πολλή έλλειψη. Και, όταν λέω ανθρώπων, δεν εννoώ μόνο των δικών
μας, των Ελληνοκυπρίων Χριστιανών. Εννoώ και τους Τούρκους. Έχει κανένα
Χριστιανό, που παρακαλεί να γίνει πόλεμος; Έχει κανένα Χριστιανό, που να
θέλει, ακόμη και την καταστροφή του εχθρού του; Εγώ προσωπικά δεν την
εύχομαι. Κι ας είμαι και άνθρωπος πονεμένος. Κι ας έχασα το χωριό μου
και τον αδελφό μου στη διάρκεια του πολέμου. Αυτό δεν το εύχομαι σε
κανέναν. Όμως η έγνοιά μας πρέπει να είναι, μέσα από όλα αυτά τα
γεγονότα, που οι άνθρωποι θα προκαλέσουν και ο Θεός θα τα ανεκτεί και θα
τα αξιοποιήσει, πως εμείς θα τα ζήσουμε με μετάνοια, με προσευχή, με
πολλή συμπόνοια για τον κάθε συνάνθρωπό μας. Αυτό νομίζω είναι ένα
ζητούμενο της εποχής μας. Τώρα ζητούμενο της οικονομικής κρίσης είναι να
μοιραστούμε το φαϊ μας, τα χρήματά μας, τον καλό μας λόγο με τον
πονεμένο συνάνθρωπό μας. Αλλά, δεν είναι μόνον αυτά. Αυτό, που γίνεται
τώρα, είναι η προπόνησις. Τα μεγάλα έπονται!
Και κάτι τελευταίο. Εάν θέλουμε να
έχουμε μέλλον στον 21ο αιώνα, θα πρέπει να επενδύσουμε στους σύγχρονους
οσίους και μάρτυρες, ούτως ώστε η σύγχρονη αγιότητα να γίνει βίωμα
καθημερινό για τον κάθε χριστιανό, κληρικό και λαϊκό. Επιβάλλεται εμείς
οι χριστιανοί σήμερα να βάλουμε στη δική μας ζωή, αλλά και των παιδιών
μας τον πόθο να γνωρίσουμε τις εντολές του Κυρίου, τη μετάνοια, την
προσευχή, την Εξομολόγηση, τη θεία Λειτουργία, κι όλους αυτούς τους πολύ
μεγάλους σύγχρονους αγίους. Διότι έρχονται χρόνια δοκιμασίας και πρέπει
να ξαναβρούμε την απλότητα της αγιότητας, εάν θέλουμε να γίνουμε και να
παραμείνουμε αυθεντικοί χριστιανοί.
Ταις του οσίου πατρός ημών Παϊσίου πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς. Αμήν!
*Πρόλογος Εορτολογίου 2016, Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου